9/23/2009

ΕΠΙΤΙΜΟΣ ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ




φωτό: Νίκος Μαγγίνας

Επίτιμος Διδάκτορας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου αναγορεύθηκε στην Τρίπολη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, χθες δεύτερη μέρα της επισκέψεώς του στην Ιερά Μητρόπολη Μαντινείας και Κυνουρίας.

Η τελετή πραγματοποιήθηκε στο Αποστολοπούλειο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Τριπόλεως, παρουσία του Μητροπολίτη Μαντινείας Αλεξάνδρου, εκπροσώπων των κομμάτων καθώς και των αρχών της πόλης.

Κατά την αναγόρευση έγιναν οι καθιερωμένες προσφωνήσεις από τον Πρόεδρο του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Καθηγητή Αναστάσιο – Ιωάννη Μεταξά και τον Πρόεδρο του Τμήματος Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Καθηγητή Θεόδωρο Παπαθεοδώρου.



Η ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχη για την αναγόρευσή του σε επίτιμο Διδάκτορα είχε ως θέμα:

Η επικαιρότης του ανθρωπολογικού στοχασμού

Ονομαστοί σύγχρονοι ορθόδοξοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι εις κεντρικόν θέμα της θεολογίας, κατά τον αιώνα που μόλις άρχισε, θα αναδεικνύεται όλον και εντονώτερον το ερώτημα: «Τι είναι ο άνθρωπος;».

Η θεολογική έρευνα θα εστιάζεται εις την ανθρωπολογίαν, και ιδιαιτέρως εις το τι σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι πρόσωπον, καθώς και εις το πώς θα διασωθή ο πολιτισμός του προσώπου μέσα εις το σύγχρονον τεχνοπώλιον, την κοινωνίαν της πληροφορίας, μέσα εις τας γιγαντιαίας απροσώπους δομάς της παγκοσμιοποιήσεως.

Η επικαιρότης του ανθρωπολογικού ερωτήματος συναρτάται ειδικώτερον με τα εξής:

1) Ζώμεν εις την εποχήν του τεχνοπωλίου, της υποταγής του πολιτισμού εις την τεχνολογίαν. Η τεχνολογία δεν είναι πλέον η θεραπαινίς του ανθρώπου, αλλά η παντοδύναμος θεά, η οποία ζητεί από ημάς απόλυτον υπακοήν εις τα κελεύσματά της. Αποθεώνεται η «πληροφορία», η οποία αποκτά μεταφυσικήν αίγλην.

Οι «ειδικοί» του τεχνοπωλίου είναι οι «ιερείς» της νέας θρησκείας, οι εκφρασταί της «ηλεκτρονικής νέας τάξεως πραγμάτων». Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής απαιτεί να αξιολογώμεν τα πάντα ως data, ως «δεδομένα». Κυρίαρχος σκοπός της ανθρωπίνης σκέψεως και δράσεως γίνεται η αποτελεσματικότης.

Σήμερον τα πανίσχυρα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας δεν μεταδίδουν απλώς πληροφορίας, αλλά διαμορφώνουν τας απόψεις μας δια την ζωήν και το νόημά της, κατευθύνουν τας επιθυμίας και τας ανάγκας μας, επηρεάζουν τον αξιολογικόν προσανατολισμόν μας. Παραδόσεις αιώνων αποδυναμώνονται, σύμβολα διαβρώνονται, η πρόοδος ταυτίζεται με την τεχνολογικήν πρόοδον.

Βεβαίως ουδείς δύναται να αρνηθή τας ευεργεσίας του τεχνολογικού πολιτισμού. Αντίστασις εις το τεχνοπώλιον δεν σημαίνει και απόρριψιν γενικώς της τεχνολογίας και των επιτευγμάτων της. Δι' αυτά πληρώνομεν όμως βαρύ τίμημα: Κυριαρχία των μηχανών, μηχανοποίησις της ζωής, αλλοίωσις των ανθρωπίνων σχέσεων, δουλεία εις τεχνητάς ανάγκας, καταστροφή του περιβάλλοντος. Ο homo faber γίνεται homo fabricatus.

Μέσα εις το τεχνοπωλιακόν περιβάλλον ευκόλως λησμονούμεν ότι τα μεγαλύτερα προβλήματά μας δεν είναι τεχνικής φύσεως και δεν προκύπτουν από την έλλειψιν πληροφοριών. Η κρίσις της οικογενείας, η εγκληματικότης, η πείνα και η κοινωνική αδικία, ο φανατισμός και η επαπειλουμένη σύγκρουσις των πολιτισμών δεν οφείλονται εις τεχνικούς λόγους ούτε αντιμετωπίζονται με την πληροφορικήν.

2) Η παγκοσμιοποίησις προκαλεί ισχυρούς κοινωνικούς και οικονομικούς κλυδωνισμούς και ανακατατάξεις. Οδηγεί εις συρρίκνωσιν των κοινωνικών κατακτήσεων, δημιουργεί ανεργίαν και εξαθλίωσιν, διευρύνει το χάσμα μεταξύ πλουσίων και πτωχών, εξαφανίζει παραδόσεις που έδιδαν νόημα εις την ζωήν των ανθρώπων.

Γίνεται λόγος δι' ένα πλανητικόν καπιταλισμόν, ο οποίος επιβάλλει τους ατέγκτους νόμους της αγοράς εις όλην την υφήλιον, δια μίαν «τρομοκρατίαν της αγοράς». Η απόλυτος προτεραιότης της οικονομίας και ο ανάλγητος ανταγωνισμός αποτελούν μίαν παγεράν πραγματικότητα, η οποία δυναμιτίζει το κοινωνικόν κράτος και προβάλλει το δίκαιον του οικονομικώς ισχυροτέρου ως μονόδρομον προς την ευημερίαν.

Η παγκοσμιοποίησις απειλεί να συνθλίψη και να εξαφανίση την ετερότητα των προσώπων μέσα εις την απρόσωπον ανωνυμίαν του γιγαντισμού των οικονομικών εξελίξεων και μεγεθών. Παρ' όλον ότι βιώνομεν σήμερον και την στροφήν προς τας πολιτιστικάς ταυτότητας, είναι εμφανές ότι ευρίσκεται εν εξελίξει μία ομογενοποίησις των ατόμων και των λαών. Πράγματι, το ανθρώπινον γένος, με τας διωγκωμένας ανάγκας του, τείνει να καταβροχθίση την ανθρωπότητα, την κοινωνίαν των προσώπων.

3) Η οικολογική απειλή και ο κίνδυνος οικολογικής καταστροφής παραπέμπουν εις μίαν προβληματικήν ανθρωπολογίαν. Η πρωτοφανής οικολογική κρίσις αντικατοπτρίζει το ανθρωπολογικόν αδιέξοδον, την πνευματικήν κρίσιν του συγχρόνου ανθρώπου, τας αντιφάσεις του ορθολογισμού του. Είναι έκφρασις της αστοχίας ενός πολιτισμού, εις την βάσιν του οποίου ευρίσκεται μία διαταραγμένη σχέσις ανθρώπου και φύσεως, αποτέλεσμα των επιλογών μιας επιστήμης, στόχος της οποίας ήτο η κυριαρχία του ανθρώπου επί της φύσεως.

Ο σύγχρονος ανθρωποθεός φαίνεται ότι απολαμβάνει την εξουσίαν του αυτήν, και η επιστήμη και η τεχνολογία του εξακολουθούν να δεικνύουν έπαρσιν έναντι της φύσεως. Ποτέ ο άνθρωπος δεν εγνώριζε τόσα πολλά και, ταυτοχρόνως, ποτέ δεν ήτο τόσο καταστροφικός προς τον συνάνθρωπον και την κτίσιν. Γνωρίζομεν, αλλά δρώμεν ως εάν να μη εγνωρίζαμεν!

Η γνώσις δεν έχει πρακτικάς συνεπείας δια την συμπεριφοράν μας, αλλά συνυπάρχει με κυνισμόν και καταστροφικότητα. Είναι χαρακτηριστικόν ότι, μέσα εις την σύγχρονον οικονομικήν και κοινωνικήν κρίσιν πολλοί συνάνθρωποί μας συνεχίζουν να ονειρεύωνται τον «χαμένον παράδεισον» της απροσκόπτου καταναλωτικής ευημερίας, αντί να αγωνίζωνται διά την υπέρβασιν του ευδαιμονιστικού και ατομοκεντρικού μοντέλου διαβιώσεως προς την κατεύθυνσιν μιας προσωποκεντρικής, ασκητικής και οικοφιλικής κοινωνίας.

Είναι προφανές ότι όταν λεηλατώμεν τον πλανήτην, καίωμεν τα δάση, μολύνωμεν τον υδροφόρον ορίζοντα και την ατμόσφαιραν, αυτό συμβαίνει επειδή απωλέσαμεν την αυθεντικήν ανθρωπινότητά μας, διεστρεβλώσαμεν την ελευθερίαν μας, ελησμονήσαμεν ότι δεν είμεθα μαστροχαλασταί του σύμπαντος, αλλά «ιερείς» της δημιουργίας. Οπίσω από την γεωκτονίαν ευρίσκεται η πνευματική αυτοκτονία του συγχρόνου ανθρώπου, οπίσω από το ρημαγμένον περιβάλλον υπάρχει το ρημαγμένον ανθρώπινον είναι.

4) Διάχυτος είναι τα τελευταία έτη ο ενθουσιασμός δια τας εντυπωσιακάς εξελίξεις εις την Βιολογίαν, την Γενετικήν και τας Νευροεπιστήμας. Είναι βέβαιον ότι η ζωή μας θα αλλάξη, ότι θα λυθούν κατά τας επομένας δεκαετίας πολλά προβλήματα εις τον χώρον της προλήψεως και θεραπείας ασθενειών, της ευγονίας, της παρατάσεως της ζωής, της αντιμετωπίσεως της γηράνσεως και άλλα.

Αι κατακτήσεις αυταί δημιουργούν όμως πρωτόγνωρα διλήμματα και ηθικά προβλήματα. Ο άνθρωπος πειραματίζεται με την φύσιν του με ακραίον τρόπον. Υπάρχουν σήμερον επιστήμονες, οι οποίοι αδυνατούν να καταπιαστούν με προβλήματα, τα οποία προϋποθέτουν κάτι περισσότερον από την ικανότητα να χρησιμοποιούν τον ηλεκτρονικόν υπολογιστήν, να εμπιστεύωνται εις τας μετρήσεις, την στατιστικήν, τους αριθμούς.
Πάσχουν από τον λεγόμενον «επιστημονισμόν», ο οποίος εφαρμόζει εις την μελέτην των ανθρωπίνων πραγμάτων αλλότρια κριτήρια.
Δεν δυνάμεθα να αγνοήσωμεν αυτάς τας προκλήσεις και είναι αδύνατον να τας αντιμετωπίσωμεν χωρίς αναφοράν εις την ελευθερίαν του ανθρωπίνου προσώπου, η οποία όμως είναι πολυπλοκωτέρα της διπλής έλικος του DNA.

5) Μία από τας πλέον επικινδύνους συγχρόνους απολυτοποιήσεις είναι η ειδωλοποίησις του εαυτού μας, ο εγκλεισμός εις την εγωτικήν αυτάρκειαν, ο «μη-πολιτισμός του ατομοκεντρισμού», ο οποίος ανοίγει αβύσσους μεταξύ των ανθρώπων, ο ατομικός ευδαιμονισμός, ο οποίος εκμηδενίζει την αληθινήν ελευθερίαν μας ταυτίζοντάς την με την ικανοποίησιν όσον το δυνατόν περισσοτέρων αναγκών.

Το «ζώον λόγον έχον» φαίνεται να μετατρέπεται σήμερον εις «ζώον έχον», το οποίον ζη από την κατοχήν υλικών εξωτερικών αγαθών, αλλά και από το έχειν του εαυτού του, από την αλαζονικήν αυτοπραγμάτωσιν και τον δικαιωματισμόν. Όταν το ακόρεστον έχειν καθορίζη την ύπαρξίν μου, τότε η σχέσις μου με όλους και με όλα, ακόμη και με τον εαυτόν μου, γίνεται κτητική.

Μετατρέπω τα πάντα, ως νέος Μίδας, εις άψυχον αντικείμενον, χρήσιμον δια την πραγμάτωσιν της ατομικής μου ευδαιμονίας. Κατανοούμεν διατί ο ευδαιμονισμός χαρακτηρίζεται ως πορεία ματαιώσεως και όχι πραγματώσεως της ζωής. Η ευδαιμονοθηρία παίρνει από ημάς ασυγκρίτως περισσότερα και πολυτιμότερα από όσα μας δίδει.

Μας μετατρέπει εις δούλους των ακορέστων αναγκών μας και μας οδηγεί εις τον μηδενισμόν και τον κυνισμόν. Δεν είναι τυχαίον ότι ως «συλλογική νεύρωσις» της ευδαιμονιστικής εποχής μας εχαρακτηρίσθη η απουσία νοήματος ζωής, το λεγόμενον «υπαρξιακόν κενόν».


Έναντι αυτής της κρίσεως της ελευθερίας γεννώνται τα εξής ερωτήματα: Πώς θα ευαισθητοποιήσωμεν και θα προβληματίσωμεν την νέαν γενεάν διά την σοβαρότητα της κρίσεως, πώς θα την κινητοποιήσωμεν δια να αγωνισθή δια την υπέρβασίν της, όταν η εκπαίδευσις φαίνεται να υποτάσσεται βαθμηδόν εις το πνεύμα του τεχνοπωλίου και εις ευδαιμονιστικά πρότυπα;

Πώς θα λειτουργήση η απαραίτητος όσον ποτέ αγωγή αξιών, όταν ευρίσκεται εις το περιθώριον της εκπαιδεύσεως; Πώς θα προετοιμάσωμεν τους νέους και τας νέας διά να σηκώσουν με υπευθυνότητα το βάρος του ζην και του ευ ζην, της εργασίας και του πολιτισμού, του αγώνος διά την ελευθερίαν, την κοινωνικήν δικαιοσύνην και την ειρήνην, διά την διάσωσιν της παραδόσεως και της πολιτιστικής ταυτότητός μας;

Είμεθα βέβαιοι, απευθυνόμενοι εις ανθρώπους του πνεύματος, εις πανεπιστημιακούς και μέλη της ευρυτέρας εκπαιδευτικής κοινότητος, ότι έχομεν όλοι το ίδιον ενδιαφέρον διά την παιδείαν και ότι είμεθα πεπεισμένοι διά την υψίστην σπουδαιότητά της διά το μέλλον της κοινωνίας μας.

Η υποτίμησις της παιδείας και η υποταγή της εκπαιδεύσεως εις την λογικήν της χρησιμοθηρίας, είναι ένδειξις πνευματικού μαρασμού. Διαπλάθομεν τότε ανθρώπους ανυποψιάστους δια τα θεμελιώδη προβλήματα της ανθρωπίνης υπάρξεως!

Πύλην εισόδου του πνεύματος της χρησιμοθηρίας εις την εκπαίδευσιν φαίνεται ότι αποτελούν σήμερον αι νέαι τεχνολογίαι, σύμβολον των οποίων είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και το διαδίκτυον. Είναι βεβαίως γεγονός ότι δια της αξιοποιήσεως των νέων τεχνολογιών, η διδακτική και μαθησιακή διαδικασία γίνεται περισσότερον αποτελεσματική.

Υπάρχει όμως και η άλλη όψις του νομίσματος! Οι ηλεκτρονικοί υπολογισταί επιβάλλουν την προτεραιότητα των «μέσων» και την πραγματιστικήν λογικήν. Πρωταρχικός σκοπός της εκπαιδεύσεως γίνεται η ετοιμασία «παραγόντων», οι οποίοι θα υπηρετήσουν αποτελεσματικώς το τεχνοπώλιον. Το σχολείον βεβαίως, είναι χώρος «σχολής», παιδείας ελευθερίας, ασκήσεως εις την υπευθυνότητα και την κοινωνικότητα, χώρος περιορισμού και όχι διογκώσεως του εγώ, πράγματα ασυμβίβαστα με τα ιδεώδη του τεχνοπωλιακού πολιτισμού.

Η παιδεία οφείλει σήμερον να αρθρώση το όραμα ενός μετοχικού πολιτισμού, να μεταδίδη εις την νέαν γενεάν την αλήθειαν της ζωής ως σχέσιν, να υπενθυμίζη ότι η εσχάτη αλλοτρίωσις του ανθρώπου είναι το κλείσιμον εις τον εαυτόν του. Η αυθεντική παιδεία οφείλει να είναι ολιστική.

Δεν είναι δυνατόν να ενδιαφερώμεθα διά το ανθρώπινον πρόσωπον και να αδιαφορώμεν διά το φυσικόν περιβάλλον, τον οίκον και το πλαίσιον ζωής του προσώπου. Δεν νοείται οικολογική αγωγή, η οποία θα ανεφέρετο μόνον εις την σχέσιν ημών με το περιβάλλον και δεν θα ανέπτυσσε την κοινωνικήν ευαισθησίαν και αλληλεγγύην, τον σεβασμόν προς την ελευθερίαν του προσώπου.

Είναι προφανές ότι η αντιμετώπισις της πολυδιαστάτου κρίσεως, η οποία απειλεί όχι μόνον την ελευθερίαν ημών, το ευ ζην, αλλά ακόμη και την επιβίωσιν του ανθρωπίνου γένους, το ζην, απαιτεί πολύπλευρον κινητοποίησιν, πολιτικήν, επιστημονικήν, παιδαγωγικήν, πνευματικήν. Πρωτίστως όμως απαιτεί την ανάπτυξιν ενός νέου ήθους, μιας νέας αξιολογίας, αλλαγήν νοοτροπίας, μετάνοιαν. Η θεραπεία των συμπτωμάτων είναι ευεργετική, δεν αρκεί όμως, εφ' όσον το πνεύμα του έχειν παραμένει άθικτον.

Η προσωποκεντρική παράδοσις της Ορθοδοξίας εκαλλιέργησε και διέσωσε βαθείαν και πολύτιμον ανθρωπολογικήν γνώσιν και πράξιν εις την υπεράσπισιν της απολύτου προτεραιότητος του ανθρωπίνου προσώπου και εις την αντίστασιν εις όλας εκείνας τας δυνάμεις που το απειλούν.

Δεν είναι κατά ταύτα διόλου τυχαίον το γεγονός ότι η ορθόδοξος θεολογική πρωτοπορία συναντάται και συμπορεύεται σήμερον με ανθρωπιστικά, κοινωνικά, ειρηνιστικά και οικολογικά κινήματα, τα οποία αντιστέκονται εις τον πολιτισμόν του έχειν, εις την εκμετάλλευσιν και την αδικίαν, εις την βίαν και τον πόλεμον, εις την κτητικήν στάσιν έναντι της κτήσεως.

Από την σκοπιάν της Ορθοδοξίας δεν ανήκει το μέλλον εις τον δυτικογενή ακοινώνητον ατομοκεντρισμόν, εις τον υποκειμενισμόν και τον δικαιωματισμόν, ούτε εις τον άνθρωπον ως ευδαιμονιστικήν καταναλωτικήν μονάδα. Δεν αποτελεί θετικήν προοπτικήν δια την ανθρωπότητα ο τεχνοπωλιακός άνθρωπος, ο homo computer, ο οποίος υπερεκτιμά την δύναμιν της μηχανής και την εμβέλειαν των αριθμών, ο άνθρωπος που ταυτίζει το optimum με το maximum.

Δεν έχει κανένα μέλλον ο άνθρωπος «maître et possesseur de la nature», ο οποίος ζη εις βάρος της φύσεως και των μελλοντικών γενεών. Δεν εξασφαλίζει ούτε το ζην ούτε το ευ ζην ο οικονομισμός, η παντοκρατορία των οικονομικών κριτηρίων, το δίκαιον της πυγμής.

Το μέλλον ανήκει εις τον σχεσιακόν πολιτισμόν του προσώπου, ο οποίος βλέπει τον άνθρωπον ως κοινωνόν, πάντοτε εν σχέσει προς τον συνάνθρωπον και τον κοινόν οίκον, τον κόσμον. Ο πολιτισμός του προσώπου είναι πολιτισμός αλληλεγγύης και κοινωνίας, σχέσεως και διαλόγου.

Ο άνθρωπος – κοινωνός δεν απορρίπτει την επιστήμην και την τεχνολογίαν, αλλά τον επιστημονισμόν και το τεχνοπώλιον, δεν φοβείται την αλλαγήν και την πρόοδον αλλά τον αλλοτριωτικόν προοδευτισμόν. Η τεχνολογία και η επιστήμη πρέπει να παραμείνουν μέσον και να μη καταστούν πλαίσιον της ζωής μας. Το ζητούμενον είναι μία νέα οικολογική οικονομία, που θα σέβεται την βιοποικιλότητα, με την οποίαν συναρτάται η επιβίωσις του ανθρωπίνου γένους. Δεν νοείται βιώσιμος οικονομική ανάπτυξις, η οποία θα υπεβάθμιζε το περιβάλλον. Το μέλλον του πολιτισμού είναι ή οικολογικόν ή ανύπαρκτον.

Κυρίαι και Κύριοι,

Απολαμβάνομεν άπαντες τους καρπούς της επιστήμης και της τεχνολογίας, αγωνιώμεν όμως δια την απειλουμένην ελευθερίαν μας, δια τας πολυτίμους παραδόσεις που χάνονται, δια το φυσικόν περιβάλλον που καταστρέφεται. Απαιτείται εγρήγορσις! Καμμία επιστημονική κατάκτησις δεν επιτρέπεται να θίξη το ανθρώπινον πρόσωπον.

Δεν είναι δυνατόν να εμπιστευθώμεν το μέλλον εις τους ακραίους τεχνοκράτας, εις ανθρώπους χωρίς ανθρωπολογικόν προβληματισμόν, εις αυτούς που βλέπουν τον άνθρωπον ως μηχανήν ή ως μετρήσιμον μέγεθος. Διότι δεν υπάρχει μόνον η μετρήσιμος πραγματικότης.

Υπάρχει η διάστασις του βάθους των πραγμάτων, το μυστήριον, το νόημα, η ομορφιά. Υπάρχει η ελευθερία, που αντιστέκεται εις κάθε προσπάθειαν αντικειμενοποιήσεως η «επιστημονικής» προσεγγίσεως του ανθρωπίνου προσώπου. Τα «θαύματα» της επιστήμης δεν εξηφάνισαν τας απορίας της ελευθερίας μας, δεν εγεφύρωσαν το χάσμα μεταξύ ουρανού και γης εντός ημών.

Συνεχίζομεν να αναζητώμεν νόημα ζωής, να θελγώμεθα από την ομορφιάν, να αφουγκραζώμεθα την φωνήν του ουρανού. Η φιλοσοφία συνεχίζει να στοχάζεται το Καθόλου, να τρέφεται από το θαυμάζειν, από τας υπαρξιακάς αντιφάσεις του ανθρωπίνου είναι.

Υπάρχει ο θρησκευτικός συγκλονισμός απέναντι εις το mysterium tremendum et fascinans, η πίστις εις τον προσωπικόν Θεόν, η ου καταισχύνουσα ελπίς και η μακαρία αγάπη, υπάρχει ο πόθος της αιωνιότητος.

Η επιστήμη ημπορεί να παρατείνη την ζωήν μας, δεν δύναται όμως να απαντήση εις την αναζήτησιν νοήματος πέραν από τον θάνατον. Θέλγει η τέχνη, η οποία μεγαλώνει το μυστήριον του κόσμου και αναδεικνύει το ωραίον, γοητεύει η ποίησις, η οποία, όπως έλεγεν ο Οδυσσεύς Ελύτης, είναι ο μόνος χώρος «όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση».

Η επιστήμη είναι μεγάλη δύναμις, παντοδύναμος όμως δεν είναι. Δια τον λόγον αυτόν ο Freud ηστόχησεν όταν υπεστήριξεν ότι πέραν της επιστήμης υπάρχει μόνον αυταπάτη. Δεν είναι διόλου αυταπάτη να αναμένωμεν από αλλού τας λύσεις που αδυνατεί να μας δώση η επιστήμη.

Ο άνθρωπος δεν δύναται να εύρη την αληθινήν ζωήν όπου θέλει και όπως εκείνος θέλει. Δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς την αλήθειαν ή έξω από την αλήθειαν. «Η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάν. 8, 32).

Η αλήθεια που ελευθερώνει είναι ο Χριστός και η ελευθερία, η σχέσις με τον Χριστόν, η οποία βιώνεται ως πίστις και αγάπη, πίστις εις τον Τριαδικόν Θεόν και αγάπη προς τον πλησίον.

Εις το κέντρον της θεολογικής ανθρωπολογίας ευρίσκεται η πεποίθησις ότι η κόλασις δεν είναι ο άλλος, αλλά η απόρριψις του άλλου, η σχάσις και η αυτάρκεια, ο φόβος να αγαπώμεν. Ο παράδεισος είναι η ουδέποτε εκπίπτουσα αγάπη.

«Η αγάπη εκ του Θεού εστι… ο μη αγαπών ουκ έγνω τον Θεόν… Ο Θεός αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α’ Ιωάν. 4, 7 – 8· 16 – 17).


Σας ευχαριστούμεν διά την προσοχήν σας.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου