1/03/2019

Η ΔΟΛΟΠΛΟΚΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΙΜΗΘΕΙ Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΜΟΣΧΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑ

Ο Μάξιμος ο Γραικός, ο «Φωτιστής» των Ρώσων σιδηροδέσμιος
στην ειρκτή της μονής Βολοκολάμσκ γιατί τους δίδασκε να σέβονται την
Ορθόδοξη Παράδοση και κανονική Τάξη για να τιμούν τη Μητέρα τους Εκκλησία.
Ρωσική λιθογραφία του 19ου αιώνα.   


Αφιέρωμα στη Μοσχόβια πατριαρχία 
Του Αριστείδη Πανώτη 
Άρχοντος Μ. Ιερομνήμονος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας
Ιστορικού – συγγραφέα
Επί μισό αιώνα μετά την Ἀλωση του 1453 οι Μητροπόλεις των προς Άρκτον επαρχιών του Οικουμενικού Θρόνου απομονώθηκαν λόγω των γεγονότων της εποχής και η εκκλησιαστική ζωή των «εν τοις βαρβαρικοίς» λαών μακράν της «Πηγή της Ευσέβειάς» τους περιέπεσαν σε λατρευτικές αταξίες από μεταφραστικά λάθη και η αμάθεια άνοιξε δρόμο σε αυθαιρεσίες που οδηγούσαν στην εσωτερική ακαταστασία.
Στις αρχές του 16ου αιώνα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Θεόληπτος Α΄ (1513-1522) όταν περιόδευε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες πληροφορήθηκε την απαιδευσία και αταξία των Ρώσων και απέστειλε εκεί τον μητροπολίτη Ιωαννίνων Γρηγόριο μαζί με Αγιορείτες μοναχούς και τον πεπαιδευμένο μοναχό Μάξιμο Γραικό (Μιχαήλ Τριβόλη) για να «φωτίσουν» το ρωσικό κλήρο και λαό. Ο Μάξιμος συμβούλεψε τους εκεί χριστιανούς να επανασυνδεθούν με την ελληνική μορφωτική παράδοση της Μητέρας τους Εκκλησίας που άρχισαν ήδη να εκτιμούν και οι ευρωπαϊκοί λαοί και ειδικά να τιμούν τις διατάξεις της ασκήσεως στην καλογερική ζωή τους και δυσαρέστησε τους ασυνεπείς μοναχούς και θέλησαν να τον εξοντώσουν. Τον κατηγόρησαν ως πράκτορα του σουλτάνου και ο επιχώριος μητροπολίτης Δανιήλ πρωτοστάτησε για να καταδικαστεί σε ειρκτή, φυλάκιση 23 χρόνια, με στέρηση της Θείας Ευχαριστίας πρώτα στο Βολοκολάμσκ και μετά στη μονή Τβέρ (1531-1551). Η βαρβαρική αυτή συμπεριφορά εμπνεόταν από την Μοσχοβία που ονειρευόταν να μεταφέρει την Αυλή των Παλαιολόγων στη βασιλεία της κατά τους «ασεβείς» πόθους του μοναχού Φιλοθέου από το Πσκώφ που έγραψε τα περί των δήθεν κληρονομιών και θρύλων για την ανάδειξη της Τρίτης Ρώμης μετά την πτώση της δεύτερης στα χέρια των Αγαρηνών. Έκτοτε οι φαντασιώσεις αυτές ταλανίζουν επί πέντε αιώνες την κάθε ηγεσία «πασών των Ρωσιών» και επιχειρούν να φθείρουν το κανονικό κύρος της Μητέρας τους Εκκλησίας με ζήλο «κακότροπης» θυγατέρας (Παρ. ιδ΄15 και ιζ'21) μήπως ανατρέψουν τη θεσμοθετημένη, την κανονική τάξη. Η επιδειξιομανία του γιγαντισμού θυμίζει τα ιστορούμενα στη Α΄ Βασιλειών (ιζ΄1-54) γιατί η αρκταία θυγατέρα Εκκλησία «μυκτηρίζει» την εαυτής Μητέρα μήπως ισοπεδώσει τα προνόμιά της γιατί ασθένησε από το «Σύνδρομο του Γολιάθ» και αναζητεί ευκαιρία αποστασίας από τη μητρική αγκάλη! Ο γιγαντισμός ως «ψευδής δόξα παρασύρει σε μύριες εκτροπές» κατά τον αρχαίο φιλοσοφούντα θεολόγο Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα (Migne P.G. τ.8. στ. 753). Η πλέον δελεαστική εκτροπή συμβαίνει όταν εξαίρεται η σημασία του γιγαντισμού στο πεδίο της μάχης που θυμίζει τα ιστορούμενα στο Α΄ Βασιλειών (ιζ΄1-54). Ο Φιλισταίος Γολιάθ δείχνοντας τον γιγαντισμό του και προσπαθεί να καταπτοήσει με «ωνειδισμούς» της σμικρότητας του Δαυίδ που γνώριζε καλό σημάδι και με ένα «βότσαλο από χείμμαρο επάταξεν αυτόν»! Η κομπορρημοσύνη του Γολιάθ έχει τη παθογένεια του γίγαντα που με τη δύναμή του μπορεί τους πάντες να υποτάξει και εξ αυτού προκύπτει: «Το Σύνδρομο του Γολιάθ» με το οποίο τρομοκρατεί τούς αδαείς του «Κανονικού Δικαίου» της Εκκλησίας.
Το τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα ήταν δυσμενές για τη Ρωμιοσύνη στη Πόλη και σε όλη την οθωμανική επικράτεια. Στα χρόνια του σουλτάνου Μουράτ Γ΄(1574-1595) η απειλή των εξισλαμισμών έλαβε δελεαστική κοινωνική μορφή όταν ο σουλτάνος απέκτησε εκ της εξισλαμισμένης βενετσιάνας σουλτάνας Βάφα-Σαφιγιέ τον πρωτότοκο διάδοχό του. Τότε η Οθωμανική Αυλή επί 52 ημέρες εόρτασε τη «περιτομή» του Μεχμέτ Γ΄ με δελεαστικές οικονομικές και κοινωνικές προνομίες για όσους Ρωμιούς εξισλαμίζονταν! Μόνον στη Πόλη σε ενάμιση μήνα περιτμήθηκαν 6.000 οικογένειες της ρωμαίϊκης φτωχολογιάς! Το νέο αυτό στρατήγημα για να εκπορθήσουν τις ψυχές των μη μουσουλμάνων με οικονομικά και κοινωνικά δοσίματα και ανταλλάγματα έκαμψε το ορθόδοξο φρόνημα και «τούρκεψαν» πολλοί. Αυτοί μάλιστα άρχισαν να μεταβάλλουν τους ορθόδοξους ναούς τους σε τζαμιά! Ο «τρανός» για το κύρος και τη μόρφωσή του πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ αντιστάθηκε με σθένος για τη νέα αυτή καταπάτηση της Συμφωνίας του Πορθητή Μωάμεθ με τον πατριάρχη Γεννάδιο και ο αδίστακτος σουλτάνος που εξόντωσε τους δεκαεννέα άρρενες αδελφούς του κατόπιν δήθεν καταγγελίας για «συνωμοσία» του Πατριάρχου με τους θεολόγους της Βιττεμβέργης τον εξόρισε τον Φεβρουάριο 1584 στη Ρόδο επί πενταετία. Ο πλάγιος αυτός διωγμός να ξεριζωθεί το Πατριαρχείο από τον πέμπτο λόφο της Πόλεως ολοκληρώθηκε το 1591 μετά από 135 χρόνια παραμονής του στη Μονή της Παμμακαρίστου (1456-1591) και την πατριαρχία 25 σπουδαίων Πατριαρχών που προστάτευσαν με θυσίες και κόπους το Γένος των Ορθοδόξων και το μετέτρεψε σε «Φετχιέ τζαμί» για να διαιωνίσει τη «Νίκη» του στην Ιβηρία και στο Αζερμπαϊτζάν! Τότε το άστεγο Πατριαρχείο κατέφυγε στον ναό της «Παναγίας της Παραμυθίας» στο Βλάχ-Σαράϊ. Όταν επανήλθε ο πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ από τη Ρόδο «ηύρε την εκκλησία σμαγίδα και έκλαυσε πολλά και εκάθησεν εις τα οσπήτια των Βλάχων».

Βόρις Γκουντούνωφ

Ο πατριάρχης Αντιοχείας Ιωακείμ Ε΄ (1567-1585) για να συγκεντρώσει «ελεημοσύνες» για τους πτωχούς Ελληνορθοδόξους της Συρίας ταξίδευσε στη Μόσχα το 1586. Εκεί βασίλευε ο τσάρος Θεόδωρος, γιός του Ιβάν του Τρομερού και ήταν «μαλακογνώμων» τύπος, δηλαδή άσχετος με τα καθήκοντά του και στην ουσία την εξουσία ασκούσε ο τετραπέρατος ταταρικής καταγωγής κουνιάδος του Βόρις Γκουντούνωφ. Αυτός έγινε και μετά το θάνατο του τσάρου de facto αντιβασιλέας (1584-1597). και στοχάστηκε να γίνει και τσάρος. Για να το πετύχει αυτό οργάνωσε μία ολόκληρη δολοπλοκία που άρχισε από την ύψωση του μητροπολίτη Μόσχας Ιώβ σε Πατριάρχη και ως νέος Πατριάρχης να παράσχει τη δεδομένη στιγμή την αντιπαροχή του με τη στέψει του Γκουντούνωφ σε τσάρο! Γι’ αυτό ο Γκουντούνωφ ζήτησε τη μεσολάβησή του Αντιοχείας Ιωακείμ Ε΄ να εισηγηθεί σχετικά στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία Β΄ να έλθει και τιμήσει τη Μόσχα με την πατριαρχία γιατί: «η Εκκλησία της διαπλάτυνε την Ορθοδοξία στην επικράτειά του κράτους του». Ως βασικό παράδειγμα σε αυτό που ζήτησε να επαναληφθεί «όπως έγινε και με την Αρχιεπισκοπή της Νέας Ρώμης που επεκτάθηκε πέραν του Βοσπόρου το ίδιο να γίνει και με τη Μόσχα για να κυβερνηθούν υπό την πατριαρχική επιστασία καλύτερα οι επαρχίες της Ρωσίας»! Το επιχείρημα αυτό είναι ενδεικτικό της επιρροής των ονείρων του μοναχού Φιλοθέου από το Πσκώφ! Πραγματικά η διαμεσολάβηση του Ιωακείμ πέτυχε και ο Ιερεμίας ευρισκόμενος στην δοκιμασία των ημερών εκείνων δέχθηκε την πρόσκληση του τσάρου γιατί ενίσχυε και το κύρος του ενώπιον του σουλτάνου. Τότε ο Μουράτ Γ΄ έδωσε την άδεια για αναχώρηση του Πατριάρχη, γιατί με την επιστροφή του θα κόμιζε «πολλούς παράδες» (περσί) και πιθανόν σε περίπτωση διαφωνίας από ρήξη θα εισέπραττε διπλωματικό κέρδος γιατί το οθωμανικό ανακτοροσυμβούλιο γνώριζε ότι ο πατριάρχης Ιερεμίας ήταν άγρυπνος φύλακας των προνομίων του. 
Στα μέσα Ιουλίου του 1588 μεταβαίνει ο πατριάρχης Ιερεμίας στη Μόσχα συνοδευόμενος από τους μητροπολίτες Μονεμβασίας Ιερόθεο και Ελασσώνος Αρσένιο και τρεις ιερείς και με τον αρχιδιάκονό του. Ο Γκουντούνωφ οργάνωσε μεγαλειώδη υποδοχή δια μέσου του ενθουσιώδους πλήθους στον έφιππο Πατριάρχη και στους έφιππους μητροπολίτες του από τη πύλη της Μοσχοβίας μέχρι τη καρδιά της πόλεως στο λόφο του Κρεμλίνου όπου και βρίσκεται ο μεγαλοπρεπέστατος καθεδρικός ναός της «Κοιμήσεως της Θεοτόκου» (1479), το γνωστό σήμερα ως «Ουσπένσκι Σομπόρ», όπου εκεί φυλασσόταν και η περίφημη εικόνα της «Παναγίας του Βλαντιμίρ» και εστέφοντο οι τσάροι! Στον Καθεδρικό αυτό ναό τελέσθηκε η επίσημη υποδοχή του Πατριάρχη με Δοξολογία και φιλοξενήθηκε στο παρακείμενον τότε «Οίκο των Μητροπολιτών», που αργότερα έγινε «Ανάκτορο των Πατριαρχών». Ο Γκουντούνωφ κράτησε τη πνευματική δύναμη του Πατριάρχη στο Κρεμλίνο και διατύπωσε το αίτημά του στον Πατριάρχη νομίζοντας πως αυτό ήταν μία απλή πατριαρχική απόφασή όπως οι πολιτικές αποφάσεις του. Οι περιποιήσεις που προσφέρθηκαν κατά τη πατριαρχική αυτή επίσκεψη ήταν εντυπωσιακές και προέκυψαν «ελέη» για την αντίσταση στον παρατεινόμενο πειρασμό του εξισλαμισμού της ορθόδοξης φτωχολογιάς της Πόλης, αλλά και για τη στέγαση του Πατριαρχείου. 
Όμως η κανονική σύσταση πατριαρχίας για πρώτη φορά μετά από τον Ε΄ αιώνα ήταν κατά την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία μία ιερή διαδικασία γιατί θα συνίστατο ένα «Άγιον Έθνος» κατά «το σύστημα νομιμοφροσύνης που έθεσε ο ίδιος Χριστός» (Α΄ Πέτρ. β΄.9). Έπρεπε να τηρηθούν οι προς τούτο κανονικές προϋποθέσεις που ρυθμίζονται από το πατριαρχικό δίκαιο με αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων για να χορηγηθεί η ύπατη αυτή ιερή τιμητική αξία που εκπροσωπεί αποστολικό «πρωτείο» και παράδοση και πείρα αιώνων «της Εκκλησίας των Εθνών» που διαχωρίζεται σαφέστατα από κάθε σχέση με τον «εθνοφυλετισμό» της Συναγωγής. Ήταν η πρώτη φορά που η κρατική οντότητα διατύπωνε στα νεώτερα χρόνια τη θέλησε η τοπικής Εκκλησία του να περιβληθεί αυτή με την ύπατη τιμή. Αυτό απαιτούσε εκ παραλλήλου να διατυπωθεί και η «διαγνώμη» της σήμερα υφιστάμενης «Τετραρχίας» των παλαίφατων Πατριαρχείων της Μέσης Ανατολής. Επομένως η κανονική σύσταση της πατριαρχίας απαιτεί χρόνο για να εκφρασθεί η συνείδηση κλήρου και λαού και ερχόταν ο βαρύς μοσχοβίτικος χειμώνας. Ο Γκουντούνωφ φορτικά επέμενε πως υπάρχει η εξουσία του τσάρου Θεόδωρος και ο μητροπολίτης Μόσχας Ιώβ. Όμως ο πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ αντιπρότεινε ότι πρέπει να τηρηθεί η κανονική Τάξη και πρότεινε αμέσως την έναρξη της διαδικασίας για την συγκέντρωση του θελήματος όχι μόνον η θέληση της ηγεσίας του για να προκύψει η κανονική εκλογή του νέου προκαθημένου με τις «κανονικές ψήφους». Πραγματικά αυτό οργανώθηκε και διεξήχθη επί εξάμηνο και ολοκληρώθηκε μετά την Πρωτοχρονιά του 1589. Το «Τριπρόσωπο» που προέκυψε περιλάμβανε τους μητροπολίτες: Μόσχας Ιώβ, Νοβγκορόδου Αλέξανδρο και Ροστόβου Βαρλαάμ. Ο Πατριάρχης έδωσε στις 23 Ιανουαρίου κατά την παλαιά «Βασίλεια Τάξη» το προνόμιο στον τσάρο να εκλέξει τον νέον «Πρώτον» και ήταν πάλι ο πολύς Ιώβ. Στις 26 του ίδιου μήνα πραγματοποιήθηκε παρόντος του Οικουμενικού Πατριάρχη η ενθρόνισή του με την πρέπουσα Τάξη και περισσή μεγαλοπρέπεια στον Καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου στο Κρεμλίνο. Αν συγκρίνουμε τη διαδικασία που εφήρμοσε το 1558 ο πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ για την εκλογή προκαθημένου της Μόσχας με αυτή που εφήρμοσε μετά 460 χρόνια ο πατριάρχης Βαρθολομαίος για τη λύση του «Ουκρανικού ζητήματος» ίσως καταλάβουν οι ημέτεροι κεκράκτες πάσης ανωμαλίας τι πολυτιμότατος θεσμός είναι για την ενότητα της Ορθοδοξίας το Οικουμενικό Πατριαρχείο για την Ορθοδοξία και να συνάδουν με τα παράφωνα ακούσματα των κεκρακτών της εν Ρωσία πατριαρχίας. 


Ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β'

Στην έδρα του επέστρεψε ο πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ τον Μάϊο του 1559 και η πρώτη Μεγάλη Σύνοδος για την επικύρωση της Μοσχοβίτικης πατριαρχίας συνήλθε τον Φεβρουάριο του 1590 στο Βλάχ-Σαράϊ με τη συμμετοχή του Κων/πόλεως Ιερεμίου Β΄, του Αντιοχείας Ιωακείμ και του Ιεροσολύμων Σωφρονίου. Όμως επειδή δεν παρέστη ο γνωστός για τις κανονικές γνώσεις του Αλεξανδρείας Μελέτιος ο Πηγάς, που είχε επιφυλάξεις για τη χρήση της πατριαρχίας από τούς Ρώσους βλέποντας πολύ μακρύτερα τι σημαίνει κατά τη τσαρική νοοτροπία η «διαπλάτυνση του κράτους δια της Εκκλησίας». Εξ αυτού και κατ’ απαίτηση του Γκουντούνωφ επαναλήφθηκε το 1593 και η δεύτερη Μεγάλη Σύνοδος με το σύνολο των παλαίφατων Πατριαρχών προκειμένου να επικυρωθεί η πρώτη απόφαση περί του Πατριαρχείου Μόσχας! Όμως, όπως έδειξαν οι μετά ταύτα εξελίξεις, η πατριαρχία στα χέρια του τσαρικού καθεστώτος μεταβλήθηκε σε «κρατικό όργανο» και συγκροτήθηκε ένα «ανίερο προτεκτοράτο» μέσα στο οποίο εγκλωβίστηκαν Εκκλησίες άλλων λαών από το γιγαντισμό του Ρωσικού «Σύνδρομου του Γολιάθ»! 
Τώρα η απομόνωση της Εκκλησίας της Ουκρανίας τελείωσε και ο ιμπεριαλισμός στα εκκλησιαστικά παρέρχεται και η αρχαία κανονική Τάξη επιβάλλεται στην Ορθοδοξία για να «εφησυχάσουν» οι «εθνοφυλετικές» βαττολογίες και οι χαμερπείς απειλές από «αναθεματισμένα» από τους Πατέρες αρχιερατικά χείλη. Αυτό το θέμα θα μας απασχολήσει και σε προσεχές ιστορικό σημείωμά μας γιατί η «Αλήθεια είναι ανίκητη»!-
Α.Π. 
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:                                                                                         
Σπ. Ζαμπέλιος. Καθίδρυση Πατριαρχείου εν Ρωσία. Αθήνησι 1859 σσ. 75 και Γρ. Παπαμιχαήλ. ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΓΡΑΙΚΟΣ. Ο πρώτος Φωτιστής των Ρώσων. Αθήναι, 1950 σσ 659 και Ηλιουπόλεως Γεννάδιος. Περί Ναών τινών της ΚΠόλεως. Περ. «Ορθοδοξία», τ.11&12 (1937).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου