10/21/2013

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΕΩΣ


Για το μαρτυρικό Φανάρι, που, παρότι διαρκώς σταυρώνεται, δεν σταματά ποτέ να κηρύσσει την ανάσταση, μέσα από τα μηνύματα αγάπης, ελπίδας, αλληλεγγύης και συμφιλίωσης ανθρώπων και λαών που μεταφέρει σε όλο τον κόσμο ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας, μίλησε απόψε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, βαθύτατα συγκινημένος από το αφιέρωμα που παρουσιάστηκε σε εκδήλωση προς τιμήν του. 
Το εν λόγω αφιέρωμα αφορούσε όχι μόνο το πολυσχιδές έργο και τη χαρισματική προσωπικότητά του, αλλά και βιώματα από τα πρώτα παιδικά και μαθητικά του χρόνια στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Ίμβρο. 
Την ατμόσφαιρα φόρτισε ιδιαίτερα η Γυναικεία Χορωδία της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, αλλά και η ενθουσιώδης συμμετοχή των συνεργατών της στη διακονία του πάσχοντος συνανθρώπου. 
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης παρουσιάστηκε και ο συλλεκτικός Τόμος «Η Λειτουργία μετά τη Λειτουργία», στον οποίο καταγράφεται το πολύπλευρο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο της Ιεράς Μητροπόλεως στα σαράντα χρόνια ποιμαντικής διακονίας της. 
Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο Υπουργός Μακεδονίας - Θράκης κ. Θεόδωρος Καράογλου, η Βουλευτής κ. Χρυσούλα Γιαταγάνα, ο Περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας κ. Απόστολος Τζιτζικώστας, ο Δήμαρχος Αμπελοκήπων - Μενεμένης κ. Λάζαρος Κυρίζογλου, ο Δήμαρχος Κορδελιού - Ευόσμου κ. Ευστάθιος Λαφαζανίδης και εκπρόσωποι του Στρατού και της Αστυνομίας. 
Νωρίτερα, ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας εγκαινίασε τον «Σταθμό Αγάπης» του Ιερού Ναού Αγίων Πάντων Ξηροκρήνης Θεσσαλονίκης, μία κοινωνική δομή η οποία στεγάζει μεταξύ άλλων το ιστορικό Ενοριακό Συσσίτιο, αίθουσες ενισχυτικής διδασκαλίας και δημιουργικής απασχόλησης παιδιών και νέων και Ξενώνα απόρων Φοιτητών. 
Το Πρόγραμμα της σημερινής ημέρας έκλεισε η επίσκεψη του Παναγιωτάτου στον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Ευόσμου.

Ο Μ Ι Λ Ι Α 
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ 
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ 
κ. κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ 
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ 
ΤΟΥ "ΣΤΑΘΜΟΥ ΑΓΑΠΗΣ" 
(20 Ὀκτωβρίου 2013) 
Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως κύριε Βαρνάβα, 
Ἱερώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι ἅγιοι Ἀδελφοί, 
Τέκνα ἡμῶν ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, 
Ὁ πανάγαθος Θεὸς μᾶς ἀξιώνει νὰ τελέσωμεν σήμερον τὰ Ἐγκαίνια τοῦ «Σταθμοῦ Ἀγάπης», ἔνθα συνεστήθη τὸ ἀρχαιότερον συσσίτιον τῆς Θεσσαλονίκης, πλησίον τοῦ Ἱεροῦ τούτου Ναοῦ τῶν Ἁγίων Πάντων. 
Ὁ Σταθμὸς οὗτος ἀποτελεῖ ἁπτὴν ἀπόδειξιν τῆς προνοίας καὶ μερίμνης τῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ ποιμνίου αὐτῆς, κατὰ τὴν παροῦσαν δυσχερῆ συγκυρίαν, διὰ τῆς προσφορᾶς καθ᾿ ἡμέραν εἰς τοὺς ἔχοντας ἀνάγκην τοῦ ἐπιουσίου αὐτῶν ἄρτου καθὼς ἐπίσης καὶ διὰ τῆς στεγάσεως ἀπόρων φοιτητῶν.
Πάντα ταῦτα ἀποτελοῦν ἐκδηλώσεις φιλανθρωπίας. Ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ὡς γνωστόν, ἀποτελεῖ μίαν τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν, διὰ τῶν ὁποίων ἐδημιούργησε κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ καὶ διατηρεῖ ἐν διαρκεῖ ἀγάπῃ καὶ προνοίᾳ εἰς τὴν ζωὴν τὸ κατ᾿ ἐξοχὴν δημιούργημά Του, τὸν ἄνθρωπον. Ὡς δὲ παρατηρεῖ ὁ ἐν ἁγίοις προκάτοχος ἡμῶν Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἰς τὴν ἑρμηνείαν τῆς Γενέσεως, «Πηγή ἐστι φιλανθρωπίας ὁ Θεός, καὶ οὐδέποτε παύεται τὰ ἐκεῖθεν νάματα τῇ τῶν ἀνθρώπων φύσει προχέουσα». Ἐκ τῆς ἀνεκφράστου ταύτης ἰδιότητος παρακινούμενος ὁ Τριαδικὸς Θεὸς ἐνήργησε καὶ τὸ μυστήριον τῆς Θείας Οἰκονομίας, τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου, ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. 
Οὕτως ὁ Δημιουργὸς ἐπιθυμεῖ νὰ ἐγκολπωθῇ ὁ ἄνθρωπος τὴν πρὸς τὸν σύνδουλον αὐτοῦ ἀνυστερόβουλον φιλανθρωπίαν, θεωρῶν τὸν πλησίον ὡς ἴδιον μέλος καὶ ὁρῶν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ τὸν ἴδιον τὸν Χριστόν, ἀποφασιστικῶς εἰπόντα ὅτι «ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. κε΄, 40-41). Δὲν εἶναι δυνατόν, χωρὶς τὴν ἀγάπην, νὰ ἴδωμεν τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, ὁ Ὁποῖος ὁρίζει ἐν τῷ ἱερῷ Εὐαγγελίῳ: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἰω. ιγ΄, 35-36). Διὰ τῆς φιλανθρωπίας γινόμεθα ὅμοιοι τῷ Θεῷ καὶ Αὐτὸς κατοικεῖ εἰς τὰς καρδίας ἡμῶν καὶ πληροῖ τὰς ψυχὰς διὰ τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς ἀνεκλαλήτου εὐωδίας Του. Κάθε δαπάνη, ἥτις γίνεται ὑπὲρ τῶν πτωχῶν, ὡς αἱ παροῦσαι διὰ τὴν λειτουργίαν τοῦ Σταθμοῦ τούτου, «θησαυρός ἐστιν», καθὼς λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος εἰς τὸν περίφημον περὶ ἐλεημοσύνης λόγον αὐτοῦ. «Θησαυρὸς θησαυροῦ παντὸς βελτίων. Οὗτος μὲν γὰρ ὁ αἰσθητός, καὶ ἐπιβουλεύεται καὶ μειοῦται, καὶ τοὺς εὑρόντας πολλάκις ἀπώλεσεν• ὁ δὲ ἐν τοῖς οὐρανοῖς ἀνάλωτος μένει καὶ ἀνεπιβούλευτος, σωτηρία τοῖς κεκτημένοις καὶ τοῖς μεταλαμβάνουσι. Οὐ γὰρ δαπανᾶται χρόνῳ, οὐχ ἁλίσκεται φθόνῳ, … καὶ μυρία κομίζει τοῖς λέγουσιν αὐτὸν ἀγαθά.» (ΕΠΕ 40, σελ. 420). 
Διὸ καὶ ἡ καθ᾿ ἡμᾶς Ἁγιωτάτη Μήτηρ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, καὶ ἐν πάσῃ τῇ ζώνῃ κανονικῆς δικαιοδοσίας Αὐτῆς, ὅλως δ᾿ ἐξαιρέτως ἐν τῇ Βασιλευούσῃ Πόλει, ἐπέδειξεν ἀρχῆθεν τῆς παρουσίας αὐτῆς ἀξιομίμητα ἔργα ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας, προκαλοῦντα πάντοτε τὸν θαυμασμὸν ἡμῶν. Κατὰ καιροὺς οἱ μακάριοι προκάτοχοι ἡμῶν Πατριάρχαι, ἕκαστος κατὰ τὴν ἀρετὴν καὶ ἐλεήμονα διάθεσιν αὐτοῦ, ἐπηύξανον καὶ συνέχιζον ταῦτα. Ἅπασα ἡ ζωὴ τῶν Πολιτῶν εἶχεν ἐμποτισθῆ ἐκ τοῦ πνεύματος τῆς φιλανθρωπίας καὶ βοηθείας τῶν τοῦ Χριστοῦ πενήτων καὶ ἀναξιοπαθούντων. Χαίρομεν δὲ διότι βλέπομεν σήμερον τὸ αὐτὸ πνεῦμα νὰ ἐμπνέῃ καὶ τὸν ἀρχιποίμενα τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μητροπόλεως, μετὰ τῶν ἐκλεκτῶν συνεργατῶν του, κληρικῶν τε καὶ λαϊκῶν. 
Ὁ μακαριστὸς Μητροπολίτης κυρὸς Διονύσιος ἔθεσε τὰ καλὰ θεμέλια αὐτῆς τῆς ἀνεκτιμήτου φιλανθρωπικῆς προσφορᾶς τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχίας Σταυρουπόλεως καὶ Νεαπόλεως. Τὸ ἄξιον αὐτοῦ τέκνον, ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ συλλειτουργὸς ἡμῶν κύριος Βαρνάβας, ὄχι μόνον ἠξιοποίησεν ἀλλὰ καὶ ἐπηύξησε τὸ ἐμπιστευθὲν αὐτῷ τάλαντον, συνεχίζων οὕτω κατὰ τὸν καλλίτερον τρόπον τὴν παράδοσιν αὐτὴν τῆς φιλανθρωπίας τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, εἰς τὴν ἄλλοτέ ποτε συμβασιλεύουσαν πόλιν, τὴν πόλιν τοῦ ἐξόχως φιλανθρωποτάτου ἁγίου Δημητρίου, εἰς τὰ πρόπυλαια τῶν ἑορτῶν τοῦ ὁποίου εὑρισκόμεθα. Ὡς γνήσιος ποιμήν, λοιπόν, ὁ Μητροπολίτης σας δὲν δύναται νὰ κοιμᾶται ἥσυχος, ὅταν γνωρίζῃ τὴν πενίαν καὶ τὴν στέρησιν τοῦ λαοῦ του, ὡς ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ ἡσυχάσῃ βλέπων εἰς καιρὸν χειμῶνος «τοὺς πένητας καὶ πτωχοὺς ἀνεπιμελήτους ἐρριμμένους κατὰ τὴν ἀγοράν», πρὶν ἐκφωνήσῃ τὴν τοιαύτην περὶ ἐλεημοσύνης ὁμιλίαν του. 
Τὸ φιλανθρωπικὸν τοῦτο ἔργον, ἀδελφοί μου, εἶναι σημαντικὸν ὄχι μόνον δι᾿ αὐτὴν καθ᾿ ἑαυτὴν τὴν πρακτικὴν προσφορὰν αὐτοῦ. Εἶναι σπουδαῖον, ἐπειδὴ εἰς τὴν σημερινὴν δυσχερῆ περίοδον, μᾶς δίδει ἓν μήνυμα ἐλπίδος, αἰσιοδοξίας καὶ παρηγορίας, ὅτι, ἰδού, ἡ Ἐκκλησία εἶναι κοντὰ εἰς τοὺς ἀναξιοπαθοῦντας, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι κοντά μας, προνοεῖ ὑπὲρ ἡμῶν, ἔχει τὴν μέριμνάν Του δι᾿ ἕνα ἕκαστον ἐξ ἡμῶν. 
Ὅμως, ἐν ταὐτῷ ἡ Ἐκκλησία δὲν παύει ποτὲ νὰ μᾶς ὑπενθυμίζῃ ὅτι ἡ φιλανθρωπία δὲν εἶναι αὐτοσκοπός Της. Εἶναι ἁπλῶς τὸ μέσον διὰ νὰ ἐργασθῇ, διὰ νὰ ἐργασθῇ ὁ Θεός. Δὲν εἶναι σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας νὰ θρέψῃ πάντας τοὺς πένητας. Ἐὰν περιωρίζετο εἰς αὐτό, ἀσφαλῶς θὰ ἐξέπιπτεν εἰς μίαν κοινωνικὴν ὀργάνωσιν. Ἡ Ἐκκλησία μανθάνει τὸν ἄνθρωπον νὰ ὑπερνικᾷ πᾶσαν δυσκολίαν καὶ νὰ εἶναι εὐτυχὴς καὶ εἰρηνικός, καὶ εἰς αὐτὰς τὰς διὰ τοὺς περισσοτέρους ἀνθρώπους πλέον δυσχερεῖς καὶ φοβερὰς στιγμὰς τῆς ζωῆς του. Διὰ τοῦτο καὶ δὲν ἀπογοητευόμεθα ἀπὸ τὰς ἐλλείψεις καὶ τὰ ἀδιέξοδα αὐτῆς τῆς περιόδου. 
Ἀπ᾿ ἐναντίας, αἱ θλίψεις αὗται καὶ αἱ δυσκολίαι θὰ ὁδηγήσουν ἡμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Ὅπως λέγει ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει ἀναδειχθεὶς μέγας κοινοβιάρχης ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, «αὐτὸ τοῦτο ἀπόδειξιν λαμβάνομεν τῆς σωτηρίας ἡμῶν, τὸν πολύθλιπτον καὶ πολύιδρον ἡμῶν βίον, ὅτι ἀνατέλλει ἡμῖν ἀνάπαυσις αἰωνία, ἀντὶ τῆς νῦν κακουχίας καὶ εὐφροσύνη ἀΐδιος ἀντὶ τῆς νῦν λυπηρᾶς διαθέσεως, ἐλευθερία ἀπαθείας ἀντὶ τῶν θλιπτικῶν» τούτων στερήσεων (Κατήχησις 123η, ΕΠΕ 18Α, σελ. 514). Πρέπει νὰ ἀποσκοπῶμεν ὄχι εἰς τὰ παρόντα, τὰ ὁποῖα εἶναι πρόσκαιρα καὶ φθαρτά, ἀλλὰ εἰς τὰ μέλλοντα καὶ αἰώνια, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀΐδια καὶ μακάρια. 
Διὰ τοῦτο εἶναι μακάριοι ὅσοι ὑπομένουν αὐτὰς τὰς δυσκολίας, χωρὶς νὰ γογγύζουν καὶ νὰ ἀγανακτοῦν. Μακαριώτεροι δὲ πάντων ὅσοι ἑκουσίως παρέδωσαν, χάριν τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ὠφελείας τοῦ πλησίον, τοὺς ἑαυτούς των εἰς τὰς στερήσεις καὶ τὰς ἐλλείψεις καὶ τὰς δυσκολίας, ἔτι δὲ καὶ εἰς αὐτὰ τὰ βάσανα καὶ μαρτύρια, ὡς ὁ μεγαλομάρτυς Δημήτριος ὁ μυροβλύτης. 
Ὅμως, ἂς ἐκμεταλλευθῶμεν τὴν περίστασιν ταύτην, ὅσοι εἰσέτι ἔχομεν ἐκ Θεοῦ τὴν οἰκονομικὴν δυνατότητα, διὰ νὰ θησαυρίσωμεν θησαυρὸν ἀνέκλειπτον ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Ἂς ἐπαναλάβωμεν πρὸς πάντας τὴν προτροπὴν πάλιν τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου: «ὅταν ἐλέους ᾖ καιρὸς καὶ φιλανθρωπίας, διόρθου τὴν πενίαν, λύε τὸν λιμόν, ἀπάλλαττε τῆς θλίψεως, μηδὲν περαιτέρω περιεργάζου ... ἵνα καὶ αὐτοὶ κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην (τῆς κρίσεως) πολλοῦ τοῦ ἐλέους καὶ τῆς παρὰ τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίας τύχωμεν» (Περὶ ἐλεημοσύνης, ΕΠΕ 40, σελ. 440). Ἂς ἐνθυμηθῶμεν τὴν γυναῖκα ἐκείνην τῆς ἐποχῆς μας, ἥτις, ἐπειδὴ ἔδιδεν ἀφθόνως εἰς τοὺς πτωχούς, ἡ δεξιὰ χεὶρ αὐτῆς εὑρέθη κατὰ τὴν ἀνακομιδὴν ἄφθαρτος καὶ εὐωδιάζουσα. 
Πατρικῶς δεόμεθα τοῦ Κυρίου, ταῖς πρεσβείαις τῶν ἁγίων Πάντων, νὰ εὐλογήσῃ τὴν λειτουργίαν τοῦ ἐγκαινιαζομένου «Σταθμοῦ ἀγάπης» διὰ νὰ σκορπίζῃ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν παρηγορίαν εἰς ὅσους ἔχουν ἀνάγκην καὶ νὰ χαρίζῃ εἰς τοὺς διακονοῦντας ἑκατονταπλάσιον τὸν μισθὸν τῆς διακονίας των. Ἀμήν. 
Ο Μ Ι Λ Ι Α 
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ 
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ 
κ. κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ 
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΙΝ ΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΕΝΟΡΙΩΝ 
(20 Ὀκτωβρίου 2013) 
Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως καὶ ἀγαπητὲ ἐν Χριστῷ ἀδελφὲ κύριε Βαρνάβα, 
Ἱερώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι ἅγιοι ἀδελφοί, 
Εὐλογημένοι καὶ ἀγαπητοὶ διάκονοι τῆς ἀγάπης, συνεργοὶ Θεοῦ εἰς τὴν διακονίαν τοῦ πάσχοντος συνανθρώπου, 
«Περὶ τοὺς ἀτυχοῦντας τῶν ἀδελφῶν, γενοῦ φιλότιμος... Ἔλεος δὲ καὶ εὐποιία Θεῷ τέ εἰσι πράγματα φίλα», διακηρύττει ὁ ἐν Ἁγίοις Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Νύσσης (Περὶ φιλοπτωχίας, P.G. 46,457C,464D). 
Ὁ ἄνθρωπος διφυής, ἀποτελεῖται ἐκ σώματος καὶ ψυχῆς, ὡς μιᾶς ἑνότητος. Ὁ Κύριος καὶ Θεὸς ἡμῶν, γεννηθεὶς ἐξ «ἁγνῶν αἱμάτων» τῆς Ὑπεραγίας Αὐτοῦ Μητρός, προσέλαβεν ἅπασαν τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν, ἀπαρτιζομένην ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος. Διὰ τοῦτο καὶ μεριμνᾷ ὁ Κύριος ὄχι μόνον διὰ τὴν ψυχὴν ἀλλὰ καὶ διὰ τὸ σῶμα. Ἀνιστᾷ νεκρούς, ἐγείρει παραλύτους, φωτίζει τυφλούς, διώκει πάσαν ἀσθένειαν, ἔδωκε δὲ εἰς ἡμᾶς ὡς ἱερὰν παρακαταθήκην τὴν μέριμναν καὶ φροντίδα τῶν χρῃζόντων βοηθείας, ὡς ἄλλους καλούς σαμαρείτας τῆς γνωστῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. 
Ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία χθές, σήμερον καὶ αὔριον καί, πεποίθαμεν, ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων ὑπεραμύνεται τῶν πτωχῶν καὶ ἐνδεῶν ἀνθρώπων, μετὰ λόγου καὶ ἔργου, στηλιτεύουσα τὴν ἀδιαφορίαν ἀτυχῶς τῶν πολλῶν. Γνωρίζει ἡ Ἐκκλησία ὅτι ἡ ἀκραία πτωχεία πολλάκις, ὅταν μάλιστα ἀπουσιάζῃ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ εὐσέβεια, εἶναι δυσβάστακτον βάρος καὶ δίστομος μάχαιρα: «πονηρὰ ἡ πτωχεία (ἀφόρητος) ἐν στόμασιν ἀσεβῶν» (πρβλ. Σοφ. Σειρ. ιγ΄,24). Τὴν ἀλήθειαν ἀκριβῶς ταύτην ἐπισημαίνει καὶ ὁ δριμὺς κατήγορος τῆς ἀδίκου κοινωνίας Ἱερὸς Χρυσόστομος: «δεινὸν μὲν γὰρ ὄντως καὶ ἡ πενία καὶ ἴσασιν (γνωρίζουν) ὅσοι πεῖραν ταύτης εἰλήφασιν». Οὐδεὶς λόγος δύναται νὰ παραστήσῃ καὶ νὰ ἐκφράσῃ τὴν ὀδύνην καὶ τὸν πόνον ὅσων ζοῦν εἰς τὴν πτωχείαν, ὅταν μάλιστα δὲν γνωρίζουν νὰ τὴν ἀντιμετωπίσουν χριστιανικῶς καὶ ὑποφέρουν περισσότερον ὅταν βλέπουν τοὺς ἔχοντας καὶ κατέχοντας, τοὺς ἡγέτας, πνευματικοὺς καὶ πολιτικούς, νὰ ἀδιαφοροῦν, νὰ τοὺς περιφρονοῦν καὶ νὰ κοιτάζουν μόνον τὸν ἑαυτόν των, τὴν καλοπέρασίν των, τὴν εὐτυχίαν των, τὴν ἀναγνώρισιν καὶ τὰς τιμὰς τῶν ἀνθρώπων. 
Ἡ χριστιανικὴ διδασκαλία συνιστᾷ ἐν προκειμένῳ τὴν μεσότητα καὶ τὴν σύγκλισιν ἀμφοτέρων, πλούτου καὶ πτωχείας, ὥστε «τὸ ἐκείνων περίσσευμα εἰς τὸ τῶν ἑτέρων ὑστέρημα» (πρβλ. Β΄Κορ. η΄, 13-14). Ἡ λεγομένη «πάλη τῶν τάξεων» ἐντὸς τοῦ χώρου τῆς Ἐκκλησίας ἐξαφανίζεται διὰ τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης καὶ κοινωνίας. Ἡ Ἐκκλησία δὲν φιλοσοφεῖ ἐπὶ τοῦ «κοινωνικοῦ προβλήματος» κατασκευάζουσα καὶ ἐπινοοῦσα θεωρίας ἢ ἐπαναστάσεις καὶ ἀνατροπάς «κατεστημένων», ὡς ἐπαγγέλλονται ἄλλοι θεσμοὶ καὶ παράγοντες. Ἡ Ἐκκλησία καλλιεργεῖ τὴν ἀλληλοπροσέγγισιν τῶν ἀνθρώπων εἰς τὴν ἀλληλοαπόλαυσιν τῶν ἀγαθῶν τῆς γῆς. 
Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἡ ἡμετέρα Μετριότης, ὁ Πατριάρχης σας, βιοῦντες ἐμπραγμάτως τὴν ἀλήθειαν ταύτην, διὰ τοῦ Πατριαρχικοῦ ἡμῶν Μηνύματος τῶν Χριστουγέννων, προφητικῶς τρόπον τινά, ἀνεκηρύξαμεν τὸ λῆγον ἔτος ὡς «ἔτος πανανθρωπίνης ἀλληλεγγύης». Διείδομεν καὶ βλέπομεν εἰς τό «βάθος» τῆς διαφορᾶς τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων, τῶν τάξεων καὶ τῶν χαρισμάτων, τὴν ἀναγκαιότητα τῆς κοινωνίας τῶν προσώπων, ἐφ᾿ ὅσον κατὰ τὸν Κλήμεντα τὸν Ἀλεξανδρέα: «Ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ κοινωνίᾳ», πρὸς ἐπικοινωνίαν δηλαδὴ μετ᾿ ἀλλήλων. Ἡ ρῆσις τῶν Παροιμιῶν «Πλούσιος καὶ πτωχὸς συνήντησαν ἀλλήλοις» (Παροιμ. κβ΄,2) δηλώνει ἐν τῇ οὐσίᾳ, ὅτι ἐντὸς τῆς ἀνθρωπίνης κοινωνίας ὑπάρχει ἀλληλοσυνάντησις καὶ ἀλληλοσυμπλήρωσις τοῦ ἑνὸς ὑπὸ τοῦ ἄλλου, ὥστε «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζοντες» (πρβλ. Γαλ. ς΄,2), νὰ ἀναπληρῶμεν συνεχῶς τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ. 
Ἐντὸς τοῦ ἀνωτέρω Ἁγιογραφικοῦ καὶ Ἁγιοπατερικοῦ πνεύματος ἀντιμετωπίζεται ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὀντολογικὴ ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου διὰ τροφὴν ἐντὸς ὠργανωμένης «τραπέζης ἀγάπης», ἢ τῶν λεγομένων «συσσιτίων», τῆς συσσιτίσεως δηλαδή, τῆς μεταλήψεως ἀπὸ κοινοῦ τροφῆς, ὅπως μεταλαμβάνομεν τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἐκ τοῦ ἑνὸς Ἁγίου Ποτηρίου. 
Εἰς τὴν τράπεζαν ταύτην τῆς ἀγάπης προσφεύγουν οἱ ἔχοντες ἀνὰγκην ἐπιβιώσεως ἐφ᾿ ὅσον δὲν ἔχουν τὰ μέσα ἄλλως νὰ συντηρηθοῦν ἐν τῇ ζωῇ καὶ νὰ καλύψουν καιρικὰς ἀνάγκας ἐπιβιώσεως. Τὸ ἔργον τοῦτο τῆς διακονίας τῆς τραπέζης τῆς ἀγάπης εἶναι ἀληθῶς ὑψηλὸν καὶ παραλληλίζεται πρὸς τὴν Ἁγίαν Τράπεζαν, τῆς ὁποίας ἐπέκτασιν ἀποτελεῖ ἡ τράπεζα τῆς ἐπιβιώσεως, διὰ τοῦτο καὶ ἀπαιτεῖ ἀγάπην καὶ θυσίαν. Ὅπως δηλαδὴ ἡ Ἀγάπη, ὁ Κύριος καὶ Θεός μας, ἐθυσιάσθη ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς, τῆς ψυχοσωματικῆς. 
Αὐτὴν τὴν θυσιαστικὴν ἀγάπην ἐνσαρκώνετε, σεῖς, ἀγαπηταὶ ἐθελόντριαι καὶ φίλοι ἐθελονταί, καθημερινῶς μὲ ὑπομονήν, καρτερίαν, ἀνοχήν, μακροθυμίαν, ἡρωϊσμόν, πρᾳότητα, προσφέροντες ὑπηρεσίαν οἰκειοθελῆ ὑπὲρ τοῦ συνανθρώπου. Τοιουτοτρόπως καθίστασθε «συνεργοὶ Θεοῦ» καὶ εὐεργετικοὶ παράγοντες, ἀληθινοὶ κοινωνικοὶ ἐργάται. Πρωτοστατεῖτε εἰς ἔργα κοινῆς ὠφελείας καὶ εὐποιίας, ἐφαρμόζοντες ἐν τῇ πράξει τὴν χριστιανικὴν ἀγάπην, ἡ ὁποία εἶναι γενική, ἀπευθύνεται εἰς ὅλους ἀνεξαιρέτως τοὺς ἀνθρώπους, ἄνευ περιορισμῶν καὶ διακρίσεων καὶ στεγανῶν, πρὸς τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς μακράν, τοὺς γνωστοὺς καὶ τοὺς ἀγνώστους, τοὺς φίλους καὶ τοὺς ἐχθρούς. 
Σᾶς ἀνήκει, λοιπόν, ἡ εὐχαριστία καὶ ὁ δίκαιος ἔπαινος, τὸν ὁποῖον ἀπὸ μέσης καρδίας σᾶς ἀπονέμομεν, μαζὶ μὲ τὴν εὐλογίαν καὶ τὴν εὐχὴν τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας καὶ μὲ τὴν εὐχετικὴν καὶ παρακλητικὴν Πατριαρχικήν μας προτροπήν: Συνεχίσατε τὸ ἔργον διακονίας, ἐθελόντριαι καὶ ἐθελονταί, μὲ ὑπομονὴν καὶ ἀνεξικακίαν. Προσπαθήσατε νὰ ἁπαλύνητε τὸν βαθὺν πόνον ὅσων ὑποφέρουν εἴτε ἀπὸ οἰκογενειακὰ προβλήματα, εἴτε ἀπὸ σωματικὰς καὶ ψυχικὰς ἀσθενείας, εἴτε ἀπὸ πνευματικὰ ἢ ἠθικὰ δράματα προσφιλῶν των προσώπων καὶ εὑρίσκονται εἰς τὴν δίνην τῶν περιστάσεων καὶ προσφεύγουν εἰς τὴν θαλπωρὴν τῆς Ἐκκλησίας. Συνεχίσατε νὰ ἐργάζησθε ὑπὸ τὴν ἐμπνευσμένην καθοδήγησιν τοῦ καλοῦ σας Ποιμένος, τοῦ ἀδελφοῦ Ἐπισκόπου κυρίου Βαρνάβα, καὶ τῶν ἀξίων συνεργατῶν του, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν. 
Σᾶς εὐλογοῦμεν, ὡς πρόσωπα καὶ ὡς ἐπιτελούμενον ἔργον, καὶ σᾶς παρακαλοῦμεν ἀπὸ τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως μετὰ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, Ἐπισκόπου Νύσσης: «Μὴ καταφρονεῖτε τῶν κειμένων ὡς οὐδενὸς ἀξίων. Λογίσασθε, τίνες εἰσί, καὶ εὑρήσετε αὐτῶν τὸ ἀξίωμα, τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν τὸ πρόσωπον ἐνεδύσαντο» (Πρβλ. Περὶ φιλοπτωχίας, P.G. 46,460B). Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου