11/29/2013

ΕΥΛΑΒΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΕΠ’ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΘΡΟΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ


Του Αρχιμανδρίτη Γεράσιμου Φραγκουλάκη
Αννόβερο Γερμανίας 
Σύμφωνα με κείμενο από την «Διδασκαλία των Αποστόλων» του 200 μ.Χ. η Εκκλησία του Βυζαντίου ιδρύθηκε από τον Απόστολο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο. Από τη στιγμή που ο Μέγας Κωνσταντίνος αποφασίζει να μεταφέρει την έδρα της αυτοκρατορίας στο Βυζάντιο, η Κωνσταντινούπολη μπαίνει στο προσκήνιο της ιστορίας. 
Η νέα πόλη θεμελιώθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 324 μ.Χ. και εγκαινιάσθηκε στις 11 Μαΐου 330 μ.Χ. Η Κωνσταντινούπολη όπως και η Ρώμη είχε διοικητική αυτοτέλεια όπως διοικητική ανεξαρτησία είχε και η Εκκλησία της Νέας Ρώμης, της Κωνσταντινουπόλεως. 
Ο Γ΄ κανόνας της Δευτέρας Οικουμενικής Συνόδου που έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ. ορίζει: «τον μέντοι Κωνσταντινουπόλεως επίσκοπον έχειν τα πρεσβεία τιμής μετά τον Ρώμης επίσκοπον, διά το είναι αυτήν νέαν Ρώμην». Η Eπισκοπή του Βυζαντίου την αρχή και μετέπειτα Κωνσταντινουπόλεως ανήκε διοικητικά στη Μητρόπολη Ηρακλείας της Θράκης απ’ όπου και αποσπάσθηκε αργότερα και ανυψώθηκε σε Πατριαρχείο. Γι’ αυτό το λόγο μέχρι και σήμερα ο Μητροπολίτης Ηρακλείας οδηγεί τον νεοεκλεγέντα Οικουμενικό Πατριάρχη στο Θρόνο του και του εγχειρίζει την Ποιμαντορική Ράβδο. 
Ο επίσκοπος της νέας πρωτεύουσας εχειροτονείτο από τους επισκόπους της «Ενδημούσης Συνόδου» και έφερε το τίτλο «Αρχιεπίσκοπος». Το 395 μ.Χ, με την πολιτική διαθήκη του Θεοδοσίου του Μεγάλου έγινε ο οριστικός χωρισμός παλαιάς και νέας Ρώμης που είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία δύο εκκλησιαστικών κέντρων. 
Από τον ΣΤ΄ αιώνα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως φέρει τον τίτλο Οικουμενικός και είναι το πρώτο μεταξύ των άλλων Πατριαρχείων της Αλεξανδρείας, της Θεουπόλεως (=Αντιοχείας) και των Ιεροσολύμων. Ας σημειωθεί ότι Οικουμενικός (universalis) προσεφωνήθη πρώτος ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ακάκιος (472-489). 
Το 451 μ.Χ. η Δ΄Οικουμενική Σύνοδος με τον κανόνα 28 ανέθεσε στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως την εκκλησιαστική οργάνωση των νεοφώτιστων «βαρβαρικών» περιοχών. Σημαντικό γεγονός από την ιεραποστολική δράση του Πατριαρχείου επί Πατριαρχείας Φωτίου αποτελεί ο εκχριστιανισμός των Ρώσων (867). 
Στην αρχή του Ζ΄ αιώνα στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανήκαν 33 Μητροπόλεις, 34 Αρχιεπισκοπές και 352 Επισκοπές. Αργότερα στη δικαιοδοσία του υπήχθησαν και οι νέες Εκκλησίες του Κιέβου, της Μοραβίας, Βουλγαρίας, Σερβίας, Ρωσίας κ.α., ενώ κατά τον ΙΑ΄ αιώνα προστέθηκαν και οι Εκκλησίες της Ανατολικής Ευρώπης. Η κατάληψη της Βασιλεύουσας από τους Σταυροφόρους (1204-1261) από τη μια και η εγκατάσταση των Τούρκων στην Μικρά Ασία από την άλλη είχαν σαν αποτέλεσμα κατά τους ΙΓ΄- ΙΕ΄ αιώνες να μειωθεί αισθητά η δικαιοδοσία του Πατριαρχείου. 
Μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453 οι συνέπειες για το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν σοβαρές όταν όλη η μέχρι τότε βυζαντινή επικράτεια και οι γειτονικοί Ορθόδοξοι λαοί βρέθηκαν υπό την Υψηλή Πύλη. Οι σωστοί χειρισμοί του Πατριαρχείου διεδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση των σχέσεων μεταξύ Ορθοδόξων και Οθωμανικής Πολιτείας. Οι Τούρκοι αναγνώριζαν τον Πατριάρχη ως εθνάρχη και του παραχώρησαν διοικητικές και δικαστικές αρμοδιότητες ακόμη και για μη εκκλησιαστικές υποθέσεις των Χριστιανών. Τα προνόμια αυτά βέβαια μπήκαν πολλές φορές σε δοκιμασία σε σημείο τέτοιο που το Πατριαρχείο απειλήθηκε συχνά με συρρίκνωση ή και διάλυση.
Τον ΙΖ΄ αιώνα στην περιοχή του Πατριαρχείου στο Φανάρι συγκεντρώθηκαν οι σημαντικότερες ελληνικές οικογένειες της Κωνσταντινούπολης, οι οποίες διαμόρφωσαν μια δική τους τάξη τους «Φαναριώτες» με επιδόσεις στα γράμματα. Γι’ αυτό ασκούσαν μεγάλη επιρροή στο τουρκικό κράτος όχι όμως πάντα προς όφελος του Πατριαρχείου. 
Λόγω των πολλών του δοκιμασιών το Πατριαρχείο υπέστη πολλές μεταστεγάσεις. Μέχρι το έτος 330 το «Επισκοπείο» όπως ονομαζόταν το Πατριαρχείο μέχρι τότε, βρισκόταν έξω από την Κωνσταντινούπολη στο χωριό Αργυρόπολη του άνω Βοσπόρου. Αργότερα μεταφέρθηκε στις Συκές (Γαλατάς). Από το έτος 330 μεταφέρθηκε μέσα στην Πόλη δίπλα στα ανάκτορα, στον Ιππόδρομο και τη μεγάλη λεωφόρο «Μέσην». Πυρπολήθηκε το 532 στη στάση του Νίκα και ξαναχτίστηκε μεγαλοπρεπές και ανάλογο προς τις ανάγκες της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως. Στον ίδιο χώρο βρίσκεται και ο ναός της Αγιάς Σοφιάς. Το «Επισκοπείο» από τον ΣΤ΄αιώνα μετονομάστηκε «Πατριαρχείο» και αργότερα «Μεγάλη Εκκλησία». 
Μετά την άλωση και την μετατροπή της Αγιάς Σοφιάς σε μουσουλμανικό τέμενος το Πατριαρχείο μεταφέρθηκε στη γυναικεία Μονή Παμμακαρίστου. Από το 1586 στεγάστηκε στο Ναό Αγίου Δημητρίου Ξυλόπορτας και από εκεί το 1599 μεταφέρθηκε στο Φανάρι όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Στο Φανάρι πολλές φορές καταστράφηκε το Πατριαρχείο από πυρκαγιές. Την σημερινή του μορφή την πήρε στα τέλη του ΙΗ΄ και στα μέσα του ΙΘ΄ αιώνα από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ τον Μεγαλοπρεπή. 
Μεγάλο μέρος των κτισμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου καταστράφηκε από φωτιά το 1941. Το 1988 με φροντίδα του Οικουμενικού Πατριάρχη Δημητρίου και με δωρεά του Μεγάλου Λογοθέτη και Μεγάλου Ευεργέτη του Άρχοντα Παναγιώτη Αγγελόπουλου ανακατασκευάστηκε και επιπλώθηκε. Τα εγκαίνια του νέου Πατριαρχικού Οίκου έγιναν με λαμπρότητα στις 17 Δεκεμβρίου 1989. 
Μέσα σε λίγες γραμμές προσπαθήσαμε να συμπυκνώσουμε την ιστορία της ύπαρξης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Η πορεία του πάντα θυσιαστική, ο αγώνας και η αγωνία του καταφανής για το καλό των Ορθοδόξων, για τη δόξα του Χριστού. 
Το Φανάρι το ταπεινό λάμπει και φωτίζει με το ιλαρό φως που βγαίνει από την ακοίμητο κανδήλα του. Την κανδήλα για την οποία όπως λέει ο Παναγιότατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος: «Δεν επαύσαμεν, εν εσπέρα και πρωί και μεσημβρία και εν παντί καιρώ, να προσθέτομεν έλαιον εις την κανδήλαν του Φαναρίου». 
Την προσφορά αυτή που μόνον όποιος εθελοτυφλεί δεν μπορεί να την δει, προσπαθούν κάποιοι να την αμφισβητήσουν, να την μειώσουν. Θεωρούν το μαρτυρικό Φανάρι μικρό κι αδύναμο αριθμητικά. Μην ξεχνούν όμως όλοι αυτοί, πως παρά τους πλανήτες και τους γαλαξίες και το πλήθος των ευμεγεθών αστεριών, ένα ταπεινό μα λαμπερό αστέρι διάλεξε ο Θεός για να οδηγήσει τους σοφούς Μάγους κοντά στο Λόγο Του. Έτσι και το ταπεινό Φανάρι, το μαρτυρικό Οικουμενικό Πατριαρχείο μας λάμπει και οδηγεί με ασφάλεια κοντά σ’ Εκείνον που την Αγάπη Του και τη Δόξα Του την φανέρωσε μέσα από τη ταπείνωση και την απλότητα. 
Με την ευκαιρία της Θρονικής Εορτής, της μνήμης του ιδρυτή της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως του Αγίου ενδόξου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου ας προσέλθουμε ταπεινοί προσκυνητές στην Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία και όπως οι Μάγοι της Ανατολής ας προσφέρουμε κι εμείς τα δώρα της λαμπερής όπως ο χρυσός αγάπης μας, της μυρωδάτης όπως το λιβάνι προσευχής μας, και της προστατευτικής όπως η Σμύρνα φροντίδας μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου