3/16/2021

ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΥΛΗΣ ΒΕΛΙΓΡΑΔΙΟΥ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ (ΦΩΤΟ)


Του Γιάννη Γιγουρτσή
Συντονιστή Εκπαίδευσης στα Ομογενειακά Σχολεία της Τουρκίας
Η Κυριακή της Τυρινής είναι μια περίεργη ημέρα. Από τη μία αποτελεί το κορύφωμα της Αποκριάς, από την άλλη σηματοδοτεί την αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής με τον κατανυκτικό εσπερινό της συγγνώμης, το ίδιο απόγευμα, ο οποίος σημαίνει και την έναρξη της πιο σημαντικής, εκκλησιαστικά, περιόδου του χρόνου. 
Στην απομακρυσμένη εκκλησία της Παναγίας του Βελιγραδίου, βρέθηκα την Κυριακή της Τυρινής, με τον φίλο μου τον Εντέρ, και νομίζω ήταν μια πολύ καλή επιλογή γι' αυτή την ημέρα. Μια μικρή, φτωχή και άσημη ρωμέικη Κοινότητα που βρίσκεται πολύ κοντά στα χερσαία τείχη της ιστορικής Κωνσταντινούπολης, αμέσως μετά την δεύτερη κατά σειρά πύλη από την πλευρά της Προποντίδας, η οποία λέγεται Πύλη του Βελιγραδίου. Η πύλη, που λεγόταν κατά τη Βυζαντινή εποχή «η του Ρηγίου ή Ξυλόκερκος», πήρε το όνομά της από τους Σέρβους χωρικούς, απογόνους αιχμαλώτων από την περιοχή του Βελιγραδίου, καλλιεργητές χωραφιών στην περιοχή, οι οποίοι έχτισαν μάλιστα το ομώνυμο χωριό εκεί όπου ήταν τα υδραγωγεία, τα Μπέντια, στους λόφους του Βοσπόρου. Εξαιτίας τους ονομάστηκε και το γύρω δάσος Δάσος του Βελιγραδίου. Η σημερινή εκκλησία, που είναι αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Θεοτόκου, χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, αλλά καταστράφηκε, σχεδόν ολοσχερώς, στα Σεπτεμβριανά του 1955, εύκολος στόχος λόγω και της απομόνωσής της. 


Ήταν συγκινητική η προσπάθεια των ενοριτών να την αποκαταστήσουν μετά με το υστέρημα τους, καθώς επρόκειτο για μια φτωχή γειτονιά. Μπαξεβάνηδες άλλωστε ήταν, όπως είδαμε, οι πρώτοι Σέρβοι ορθόδοξοι που την έχτισαν και αυτή την δουλειά έκαναν και οι εξελληνισμένοι απόγονοί τους. Οι μπαξέδες άλλωστε της περιοχής, από το Γεντικουλέ ως την πύλη της Αδριανούπολης ήταν κάποτε διάσημοι και τροφοδοτούσαν με λαχανικά μεγάλο μέρος της Πόλης. Ένα μέρος τους σώζεται- και καλλιεργείται- ως σήμερα. Φτιάχτηκε ξανά η εκκλησία, λοιπόν. Αξιοπρεπή και νοικοκυρεμένα όλα. Όχι πανάκριβα, αλλά με μεράκι φτιαγμένα. Το χειροποίητο ξύλινο τέμπλο, οι εικόνες με τις αφιερώσεις του δωρητή, τα περιποιημένα στασίδια, τα εικονοστάσια, ο θρόνος. Στο νάρθηκα, σε μια παλιά κορνίζα φιγουράρει κιτρινισμένη η πρόσκληση για τα θυρανοίξια της αναστυλωμένης Εκκλησίας που έκανε ο Πατριάρχης Αθηναγόρας, λίγα χρόνια μετά την καταστροφή. 


Η ίδια εικόνα, μιας ταπεινής και νοικοκυρεμένης εκκλησίας, κυριαρχεί και σήμερα. Ο νέος μητροπολίτης της περιοχής (Επταπυργίου- Υψωμαθείων), αριχερατικώς προϊστάμενός της εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, δηλαδή του Πατριάρχου, ο Μητροπολίτης Σηλυβρίας Μάξιμος, έχει κάνει θαύματα σε λίγο χρόνο. Μαζί του και οι επίτροποι της Κοινότητας. Το εκκλησίασμα ευάριθμο. αλλά ενεργό. Ακολουθεί τον Δεσπότη του σε κάθε λειτουργία, σε άλλη εκκλησία της περιοχής. Κάθε Κυριακή. 30 με 40 άτομα συνήθως, ανάμεσά τους όμως αρκετοί νέοι. Τουρκόφωνοι οι περισσότεροι- κάποιοι μιλούν και ελληνικά- Ορθόδοξοι της Αντιόχειας, αλλά και Τούρκοι που πρόσφατα βαφτίστηκαν. Το Πατριαρχείο αποφεύγει να βαφτίζει μουσουλμάνους για πολλούς, ευνόητους λόγους. Πρέπει να το θέλει πολύ κάποιος για να γίνει και να επιμείνει πολύ. Για αυτό άλλωστε, όσοι το κάνουν είναι πολύ πιστοί και βρίσκονται κάθε Κυριακή στην Εκκλησία. Ο Δεσπότης ξέρει τις ιδιαιτερότητες του ποιμνίου του και το προσεγγίζει με την δέουσα αγάπη και ευαισθησία. Ένα μέρος της λειτουργίας- κυρίως αιτήσεις και προσφωνήσεις- γίνεται στα τουρκικά. Κάποια μέλη από το εκκλησίασμα διαβάζουν στα τουρκικά το Πιστεύω και το Πάτερ ημών. «Ισως θα έπρεπε να κάνετε κάποια στιγμή ακολουθίες και στα τουρκικά», σχολιάζω στον Δεσπότη, στον κλασικό καφέ που ακολουθεί στην Κοινοτική αίθουσα μετά τη λειτουργία. «Στην ώρα του θα γίνει και αυτό» απαντά. «Πρέπει να αγκαλιάσουμε τους ανθρώπους αυτούς που έρχονται και μας βρίσκουν και να τους ενθαρρύνουμε», συνεχίζει. 


Επιστρέφουμε στην εκκλησία για τον Εσπερινό. Είναι ακόμα μεσημέρι, αλλά ο μητροπολίτης επιμένει να γίνει τώρα που έχει ακόμη κόσμο. «Τι νόημα έχει να τον κάνω στις 5 που θα έχουν φύγει όλοι. Εγώ και οι παπάδες θα είμαστε. Ο σκοπός είναι να ακούσει και να προσευχηθεί ο κόσμος». 
Στην αρχή του εσπερινού η αγία τράπεζα και οι ιερείς είναι ντυμένοι στα κόκκινα. Μέχρι να τελειώσει έχουν αλλάξει σε μαύρα. Τελειώνοντας, περνά όλο το εκκλησίασμα και, κάνοντας μετάνοια στον Δεσπότη, ζητά συγχώρεση. Κατάνυξη. 
Χειροφιλήματα πάντως δεν έχει. Το πατριαρχείο και όλοι οι κληρικοί του τηρούν με ιερή συνέπεια τα μέτρα ασφαλείας για τον κορωνοϊό. Άλλωστε το Φανάρι, ακόμα και μέσα από τους τύπους, την ουσία αναζητούσε πάντοτε. Γι' αυτό διατηρεί για αιώνες, την αλήθεια, δηλαδή την ουσία της πίστης. 


Όταν τελειώνει ο Εσπερινός κάνω μια βόλτα στη μικρή αυλή του ναού. Περπατώ γύρω από την εκκλησία που ασφυκτιά πίσω από θεόρατους εξωτερικούς τοίχους, που χτίστηκαν για την προστασία της, αλλά και για να μη «μπαίνουν στο μάτι» των περίεργων γειτόνων. Μπαίνω στο πρόσφατα ανακαινισμένο αγίασμα του ναού. Κάθε εκκλησία στην Πόλη έχει και ένα αγίασμα μέσα. Αυτό είναι αφιερωμένο στον Άγιο Τρύφωνα. Το εγκαινίασε ο Πατριάρχης πριν από έναν χρόνο, σε μια από τις τελευταίες εμφανίσεις του προ της πανδημίας. Στο αγίασμα εκτίθενται και τα ελάχιστα διασωθέντα –ως εκ θαύματος- από τη φωτιά κειμήλια του ναού, ανάμεσα τους μια Παναγία που σώθηκε επειδή την πέταξαν μέσα στο πηγάδι του αγιάσματος, αλλά και μια εξαιρετική αγιογραφία που παριστάνει την Δευτέρα Παρουσία, η οποία συντηρήθηκε πρόσφατα και αποκάλυψε ένα σπουδαίο έργο τέχνης, φτιαγμένο το 1795, κοντά στο χτίσιμο του τελευταίου ναού. 


Ο παπά Βασίλης, ένας από τους νέους ιερείς την περιφέρειας, προσφέρεται να με πάρει μαζί του με το αυτοκίνητο πίσω στο Κουρτουλούς. Δέχομαι ευχαρίστως. Βγαίνοντας από την εκκλησία, κολλητά στον δυτικό τοίχο του προαυλίου υπάρχει η μάντρα ενός μαρμαρά. Εκεί έχει παρκάρει ο παππούλης. Είναι από τα ελάχιστα ακίνητα της εκκλησίας, μαθαίνω. Δίπλα είναι και κάτι μπαξέδες, απομεινάρι των παλιών καλλιεργειών της Κοινότητας που ήθελε κάποια στιγμή να τους πάρει ο Δήμος για ένα πρόγραμμα «ανάπλασης» της περιοχής. «Τι έγινε με το θέμα;» ρώτησα; «Πάγωσε, αλλά δεν τελείωσε. Προσπαθούμε» αναφέρει λακωνικά. Οι δρόμοι είναι άδειοι, Η διαδρομή δίπλα από τα χερσαία τείχη ταχεία πανέμορφή, ειδικά χωρίς αυτοκίνητα γύρω σου Θέλω να του να πάει πιο αργά, αλλά ντρέπομαι. ¨Ηδη είναι αρκετά κουρασμένος, θέλει να πάει μια ώρα αρχύτερα στο σπίτι του. Λίγο μετά τη γέφυρα του Κεράτιου μπαίνουμε προς Οκ Μευντάνι και από κεί μέσω Πιγιαλέ Πασά και Ντολάπντερε στο Κουρτουλούς. 
«Πολύ γρήγορα φτάσαμε, σε ευχαριστώ» λέω αποχαιρετώντας τον παπά Βασίλη. «Την Παρασκευή έχουμε Χαιρετισμούς στα Έξι Μάρμαρα», λέει φωναχτά ξεκινώντας. «Σε περιμένουμε. Καλή Σαρακοστή!»

Φωτογραφίες: Γιάννης Γιγουρτσής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου