Δρ. Αναστάσιος Βαβούσκος
Άρχων Ασηκρήτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Στις 11 και 12 Μαΐου 2021 συνεδρίασε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και συζήτησε μεταξύ άλλων και την συμπεριφορά δύο Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών, του Μητροπολίτη Κυθήρων και του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας σε σχέση με τον εορτασμό της περιόδου του Πάσχα. Στη συνέχεια εκδόθηκε Δελτίο Τύπου, στο οποίο η Διαρκής Ιερά Σύνοδος εξέθεσε τις σχετικές αποφάσεις της ως εξής:
Α. Προέβη σε μία εκτενή θεώρηση των
κατά την παρελθούσα Πασχάλιο περίοδο συμπεριφορών και πειθαρχίας των παντός
βαθμού Κληρικών προς τις Αποφάσεις Αυτής της Συνεδρίας της 20ής Απριλίου 2021,
ως προς την λειτουργία των Ιερών Ναών και εξέφρασε την πικρία και αποδοκιμασία
Της για τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες παρατηρήθηκαν εκ προθέσεως
διαφοροποιήσεις από τις ομόφωνες Συνοδικές Αποφάσεις.
Β. Γι’ αυτό και μετά πολλής θλίψεως
απεφάσισε να ζητήσει από την Συνοδική Επιτροπή επί των Δογματικών και
Νομοκανονικών Ζητημάτων τον σχηματισμό φακέλλων και την υποβολή εισηγήσεων περί
των επομένων ενεργειών Αυτής σχετικώς προς τις επιστολές και λοιπές ενέργειες
των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Κυθήρων κ. Σεραφείμ και Αιτωλίας και Ακαρνανίας
κ. Κοσμά, με τις οποίες οι εν λόγω Αρχιερείς εξεδήλωσαν απειθαρχία και έλλειψη
σεβασμού προς την ομόφωνη απόφαση του συλλογικού οργάνου διοικήσεως της
Εκκλησίας της Ελλάδος, ως προς την έκτακτη διαδικασία τελέσεως των Ιερών Ακολουθιών
εξαιτίας των υγειονομικών περιορισμών.
Γ. Μετά λύπης ο Μακαριώτατος Πρόεδρος
της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου διεπίστωσε, και συναπεδέχθησαν οι Σεβασμιώτατοι
Συνοδικοί Αρχιερείς, ότι ιδίως ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κυθήρων κ.
Σεραφείμ, και μέσω νεωτέρου κειμένου του προς την Διαρκή Ιερά Σύνοδο,
καταφέρεται εναντίον των Αποφάσεων Αυτής, επιμένει να μην αντιλαμβάνεται την
κρισιμότητα των δυσκόλων και εκτάκτων αποφάσεων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για
την δημόσια υγεία και την προστασία της ανθρώπινης ζωής, αυτοαπομονώνεται και
θέτει εαυτόν μακράν της συλλογικής προσπάθειας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η
οποία στο σύνολό Της πασχίζει και εργάζεται τόσο για την την ακώλυτη επιτέλεση
της Θείας Λατρείας, όσο και για την τήρηση των υγειονομικών μέτρων.
Από το συγκεκριμένο
Δελτίο Τύπου προκύπτουν στοιχεία, τα οποία θα αξιολογηθούν βάσει των διατάξεων
του ν. 5383/1932, που διέπει την οργάνωση και λειτουργία της εκκλησιαστικής
δικαιοσύνης:
Πρώτον, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (βλ. υπό στοιχείο Α):
α) έλαβε γνώση ενεργειών εκ μέρους κληρικών της Εκκλησίας της
Ελλάδος,
β) οι οποίες εκδηλώθηκαν εκ προθέσεως, δηλαδή με δόλο, και
γ) αφορούσαν στην παραβίαση ομοφώνων συνοδικών αποφάσεων, με
τις οποίες ρυθμίσθηκαν θέματα εορτασμού κατά την πασχαλινή περίοδο.
Εν ολίγοις, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος πληροφορήθηκε την τέλεση
από κληρικούς της Εκκλησίας της Ελλάδος – και δη Μητροπολίτες - του κανονικού
παραπτώματος της ανυπακοής σε συνοδική.
Δεύτερον, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (βλ. υπό στοιχείο Β):
α) αποφάσισε να απευθυνθεί στην Συνοδική Επιτροπή επί των
Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων, ζητώντας από αυτήν τον σχηματισμό φακέλων
– ουσιαστικώς δικογραφιών - και την υποβολή εισηγήσεων για το τι πρέπει η ίδια
(εννοείται η ΔΙΣ) να πράξει στη συνέχεια, με αφορμή τις επιστολές και λοιπές
ενέργειες των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Κυθήρων και Αιτωλίας και Ακαρνανίας,
β) αποφάσισε, ότι εν λόγω Αρχιερείς δεν πειθάρχησαν και δεν
σεβάστηκαν την ομόφωνη συνοδική απόφαση σε σχέση με την έκτακτη διαδικασία
τελέσεως των Ιερών Ακολουθιών εξαιτίας των υγειονομικών περιορισμών.
Εν ολίγοις, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αναβίβασε την Συνοδική Επιτροπή επί των Δογματικών και
Νομοκανονικών Ζητημάτων σε ρόλο ανακριτή αλλά και νομικού συμβούλου αυτής και
ταυτοχρόνως απεφάνθη, ότι οι προαναφερθέντες Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες
διέπραξαν το κανονικό παράπτωμα της ανυπακοής σε συνοδική απόφαση.
Τρίτον, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος απεφάνθη επίσης (βλ. υπό στοιχείο Γ), ότι ο ένας εκ των
δύο Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών – ο Κυθήρων – τέλεσε εκ νέου και για δεύτερη φορά
το ίδιο παράπτωμα.
Συγκεφαλαιώνοντας, η Διαρκής Ιερά
Σύνοδος, αφού έλαβε γνώση τελέσεως κανονικού παραπτώματος από δύο
Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες, αποφάσισε να αναθέσει στην Συνοδική Επιτροπή
Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων την εκτέλεση καθηκόντων οιονεί ανακριτή
και τον σχηματισμό αντιστοίχως δύο δικογραφιών και παροχή συμβουλής για το τι
πρέπει να πράξει (εννοείται η ΔΙΣ) στη συνέχεια. Ταυτοχρόνως, εξέφερε κατ’
ουσίαν και κρίση περί της ενοχής των δύο Μητροπολιτών, αποφαινόμενη ότι τέλεσαν
το κανονικό παράπτωμα της ανυπακοής σε συνοδική απόφαση, ιδίως δε ότι ο ένας εκ
των δύο το ετέλεσε και δεύτερη φορά. Και όλα αυτά, χωρίς προδικασία ανακρίσεως
και χωρίς δικαστική απόφαση.
Ύστερα,
λοιπόν, από όλα αυτά, ας δούμε αν η Διαρκής Ιερά Σύνοδος έπραξε κατά νόμον
ορθώς ή εσφαλμένως.
Καταρχήν, θα
πρέπει να διευκρινισθεί, αν οι δύο Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες είναι μέλη και
της Ιεραρχίας και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ή μόνον της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.
Και τούτο, διότι αναλόγως της ιδιότητάς τους θα επιλεγεί και η αντίστοιχη
διαδικασία για την κρίση των πράξεών τους κατά τον ν. 5383/1932.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, που βρίσκονται ανηρτημένα
στην επίσημη ιστοσελίδα της Εκκλησίας της Ελλάδος (http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/diarkis.asp?id=4&what_sub=diarkis), οι δύο Σεβασμιώτατοι δεν είναι
μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για την περίοδο 2020 -2021. Συνεπώς είναι μόνο
μέλη της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η διαδικασία που
πρέπει να ακολουθηθεί, είναι αυτή των άρθρων 143επ. του ν. 5τ383/1932.
Ειδικότερα, κατά το άρθρο 143: «Η Ιερά Σύνοδος λαβούσα
γνώσιν είτε κατ' ακολουθίαν μηνύσεως είτε άλλως πως ότι Αρχιερεύς υπέπεσεν εις
εις παράπτωμα επαγόμενον εκκλησιαστικήν ποινήν εντέλλεται, εάν κρίνη, ότι
συντρέχει περίπτωσις διώξεως, εις ένα των Αρχιερέων, όπως προβή εις τας
αναγκαίας ανακρίσεις μετά προηγουμένην πρόσκλησιν του κατηγορουμένου προς
παροχήν πληροφοριών».
Από την διάταξη αυτή προκύπτουν τα παρακάτω:
- Το όργανο που ενεργεί είναι η
Ιερά Σύνοδος. Ως τέτοια νοείται η Διαρκής Ιερά Σύνοδος και όχι η Σύνοδος
της Ιεραρχίας, καθόσον όπου ο ν. 5383/1932 αναφέρεται στην «Ιερά Σύνοδο» -
ιδίως στις διατάξεις περί τρόπου συγκροτήσεως των Εκκλησιαστικών
Δικαστηρίων – εννοεί σαφώς την Διαρκή Ιερά Σύνοδο και όχι την Ιερά Σύνοδο
της Ιεραρχίας.
- Το συγκεκριμένο όργανο είναι
αυτό, που κατά νόμον λαμβάνει γνώση είτε κατόπιν μηνύσεως είτε με οποιονδήποτε
άλλο τρόπο, ότι Αρχιερέας τέλεσε κανονικό παράπτωμα, το οποίο επισύρει
εκκλησιαστική ποινή.
- Όταν συμβεί αυτό, εάν κρίνει ότι
συντρέχει περίπτωση διώξεως, ορίζει έναν Αρχιερέα – μέλος της Διαρκούς
Ιεράς Συνόδου ως ανακριτή, αφού προσκληθεί και ο κατηγορούμενος για παροχή
πληροφοριών.
Συνεπώς, κατά την
ανωτέρω διάταξη, η οποία είναι εφαρμοστέα στην περίπτωσή μας, οι σωστές κατά
νόμον ενέργειες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου θα ήταν οι εξής: Από τη στιγμή που
το συνοδικό αυτό όργανο έλαβε γνώση, ότι οι δύο Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες – ο
Κυθήρων και ο Αιτωλίας και Ακαρνανίας – τέλεσαν το κανονικό παράπτωμα της
ανυπακοής σε συνοδική απόφαση, θα έπρεπε στην συνεδρίαση της 11ης και
12ης Μαΐου 2021 και συμφώνως προς το άρθρο 143 του ν. 5383/1932, να
ορίσει έναν εκ των μελών της ως ανακριτή, ο οποίος κατ’ εντολήν της θα
διεξήγαγε τις ανακριτικές πράξεις, προσκαλώντας και τους δύο κατηγορουμένους
Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες για παροχή πληροφοριών.
Αντ’ αυτού, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος -
και ενώ σαφώς προκύπτει από δική της ομολογία (βλ. το ως άνω Δελτίο Τύπου), ότι
περιήλθε σε γνώση της τέλεση κανονικού παραπτώματος - παραβλέποντας τη διάταξη
του άρθρου 143 του ν. 5383/1932 και τις εξ αυτής απορρέουσες νόμιμες
υποχρεώσεις της:
α) ανέθεσε παρανόμως στην Συνοδική
Επιτροπή Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων την άσκηση καθηκόντων ανακριτή,
ζητώντας από αυτήν να συλλέξει το σχετικό υλικό και να δημιουργήσει δύο
φακέλους δικογραφίας και
β) ζήτησε από την ίδια Επιτροπή να της υποδείξει τι να πράξει στη συνέχεια, δηλαδή ζήτησε επισήμως να της υποδειχθούν οι εκ του νόμου σαφώς περιγραφόμενες υποχρεώσεις της, τις οποίες όμως υποχρεούται να γνωρίζει.
Δυστυχώς, μετά τα δύο άρθρα μου για τις διαδικαστικές παρατυπίες στην κρίση κανονικών παραπτωμάτων δύο άλλων Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών, έρχομαι στην δύσκολη θέση – για τρίτη συνεχόμενη φορά - να επισημάνω τώρα και τις διαδικαστικές παρατυπίες στην κρίση παραπτωμάτων Αρχιερέων της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.
Το φαινόμενο κάνει πολύ έντονη την παρουσία του, για να θεωρηθεί σύμπτωση. Επαναλαμβάνω, λοιπόν, και πάλι την πρόταση μου για ίδρυση Σχολής – Σεμιναρίου Εκκλησιαστικών Δικαστών, προκειμένου να επιμορφώνονται οι κληρικού της Εκκλησίας της Ελλάδος στα περί εκκλησιαστικής δικαιοσύνης ισχύοντα, και κατ΄ αυτόν τον τρόπο να αποφεύγονται ή έστω να μειωθούν οι «αστοχίες» είτε επί της διαδικασίας είτε και επί της ουσίας κρίσεως κανονικών παραπτωμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου