________________________________________________________________________________________________________________________________________

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ / ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ / ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΝΑΟΣ / ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ / ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΑΝ. ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΥ / ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ
________________________________________________________________________________________________________________________________________


1/07/2010

Ο οικολογικός λόγος του Οικουμενικού Πατριαρχείου (Νεότερες πτυχές)




Γράφει ο Πρωτοπρεσβύτερος Παναγιώτης Καποδίστριας
Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου
[Το κείμενο αυτό, σε συντομευμένη μορφή, πρωτοδημοσιεύτηκε στο Περιοδικό ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ 58 (Νοέμβριος 2009), τεύχ. 9, σσ. 18-23. Εδώ δημοσιεύεται ολόκληρο. Σημειωτέον, ότι γράφτηκε την Άνοιξη του 2009, που σημαίνει ότι δεν συμπεριλαμβάνει τα του Οικολογικού Συμποσίου στον Μισισιπή Ποταμό. Η πατριαρχική φωτό είναι του Νικολάου Μαγγίνα.]

Είναι στις μέρες μας παγκοίνως γνωστές οι προσπάθειες και πρωτοβουλίες του Φαναρίου, ιερού Κέντρου και φωταγωγού της απανταχού Ορθοδοξίας, προς την κατεύθυνση του συναγερμού της ανθρωπότητας έναντι του ορατού κινδύνου της γης μας, εξαιτίας των πολυειδών και δυσεπίλυτων οικολογικών προβλημάτων.
Ο πρώτος διδάξας, μακαριστός Πατριάρχης Δημήτριος Α΄, παρέδωσε την ευθυνοφόρο σκυτάλη στον διάδοχό του, σημερινό Πρωθιεράρχη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας κ. Βαρθολομαίο Α΄, ο οποίος κατά την τελευταία εικοσαετία, μαζί με τους πολύτιμους συνεργάτες του εντός κι εκτός Φαναρίου, έχουν επιδοθεί σε συγκεκριμένες αξιοπρόσεκτες και ιστορικής σημασίας κινήσεις ευαισθητοποίησης της παγκόσμιας κοινότητας, δεδομένων των περιβαλλοντικών προβλημάτων, συσσωρευμένων ήδη και ιδιαίτατα ανησυχητικών.
Βέβαια, εκ προοιμίου χρειάζεται να έχουμε κατά νου, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν διαθέτει δύναμη κοσμική, ούτε μπορεί να επηρεάσει τους ηγέτες των λαών hic et nunc, μεταχειριζόμενο πιέσεις οικονομικής, κοινωνικής μορφής. Η ισχύς του, πνευματική μονάχα, απορρέει από την δισχιλιετή εμπειρία μέσα στην αγαπητική ατμόσφαιρα της Χριστιανικής Κοσμολογίας και Ανθρωπολογίας, απ’ όπου αντλεί μηνύματα για μιαν αυθεντική ζωή μέσα σ’ ένα περιβάλλον, το οποίο προήλθε «εκ του μη όντος εις το είναι» από την πηγή της Αγάπης, που ΕΙΝΑΙ ο Θεός Δημιουργός.
Δύναμη λοιπόν του Φαναρίου είναι ο λόγος του, εμβαπτισμένος πάντοτε στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, αλλά κι εκφραζόμενος ολοένα με νεότερες μεθόδους και σύγχρονες πρακτικές.
Ήδη ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος Α΄, με τη ρομφαία του ευθαρσούς λόγου και των σοφών σκέψεών του υπέρ αδυνάτου (του φυσικού περιβάλλοντος, εννοείται) έχει αποσπάσει την καθολική αναγνώριση από την παγκόσμια κοινότητα ως «Πράσινος Πατριάρχης» (1). Τούτο σημαίνει, ότι όλοι πλέον γνωρίζουν (έστω και αν κάποιοι εθελοτυφλούν, κυρίως λόγω του αδιέξοδου εγκλωβισμού τους στην αυτάρεσκη μικρο-πνευματικότητά τους), ότι εκεί στην Πόλη του Κωνσταντίνου και δη στο ταπεινό και περίκλειστο Φανάρι, επιβιώνει μια σπίθα αγωνιώδους ελπίδας για το Περιβάλλον, ένας πνευματικός ηγέτης, ο οποίος ξαγρυπνά «επί σκοπόν», επισημαίνοντας όπου δει τους inter portas κινδύνους.
Αξίζει εδώ ν’ αναφερθεί, ότι τον Απρίλιο 2008, το αμερικανικό περιοδικό ΤΙΜΕ συμπεριέλαβε τον κ. Βαρθολομαίο μεταξύ των εκατό προσωπικοτήτων «με τη μεγαλύτερη επιρροή» στον κόσμο. Ο Αρχιεπίσκοπος του Canterbury Rowan Williams, σ’ ένα μικρό σημείωμα παρουσίασης του τιμώμενου, αναγράφει: «Όσο κανένας άλλος θρησκευτικός ηγέτης, ο Οικουμενικός Πατριάρχης πέτυχε να αποδείξει την πνευματική διάσταση του περιβαλλοντικού ζητήματος. Η προστασία και η διάσωση του πλανήτη αποτελούν τους κύριους άξονες του πνευματικού του οράματος. Ο γενναίος αυτός και οραματιστής κληρικός έδωσε εντελώς νέα σημασία και περιεχόμενο στον πανάρχαιο τιμητικό τίτλο [του Πατριάρχη ΚΠ]• το έργο του θέτει ξεκάθαρα στην ημερήσιά μας διάταξη το ζήτημα της πνευματικής μας ευθύνης για τον κόσμο στον οποίο ζούμε» (2).
Κάποιοι θα μιλήσουν σε διάφορα διαδικτυακά fora περί «πατριαρχειολατρίας» όλων ημών, οι οποίοι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αναδεικνύουμε τις εν γένει πατριαρχικές κινήσεις, εν προκειμένω το μεγάλο του ενδιαφέρον για τα οικολογικά μας προβλήματα. Έχει όμως πλέον καταστεί σαφές, ότι αδικούν και τον ίδιο τον Πατριάρχη και την όλη προσπάθεια της Ανατολικής Εκκλησίας. Δεν υφίσταται θέμα προσωποληψίας. Χθες, στο πηδάλιο της Ορθοδοξίας, ήταν ο Δημήτριος, σήμερα ο Βαρθολομαίος, αύριο οι όποιοι διάδοχοί τους. Ο εκάστοτε Πατριάρχης συνοψίζει κι εκφράζει με νηφαλιότητα –είτε το θέλουμε, είτε όχι- την αμερόληπτη ορθόδοξη στάση για τα πράγματα του κόσμου μας, ισορροπώντας μεταξύ της πείρας του Παρελθόντος και των προοπτικών του Μέλλοντος. Το Φανάρι επισημαίνει πράγματα -προφητικώ τω τρόπω-, και «ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω» (3). Όσο για την όποια εναντίωση και τις μεμψιμοιρίες, δεν μπορούμε να λησμονήσουμε, ότι και η Ιερουσαλήμ απέκτεινε τους Προφήτες της, επειδή δεν άντεχε την Αλήθεια των λόγων τους.
Παλαιότερα ασχοληθήκαμε εκτενώς με τις «πράσινες» ευαισθησίες του Οικουμενικού Πατριάρχη (4). Είχαμε την ευκαιρία να καταγράψουμε σε αδρές γραμμές τους τρόπους του οικολογικού φαίνεσθαι και φέρεσθαι τόσο του πρωτεργάτη μακαριστού Δημητρίου, όσο και του συνεχιστή των πρωτοβουλιών σημερινού Πατριάρχη:
1. Καθιέρωση της 1ης Σεπτεμβρίου ως Ημέρας Προσευχής για το Περιβάλλον,
2. Πέντε θεολογικο-οικολογικά Σεμινάρια στη Χάλκη (1994-1998), αναφερόμενα στη σχέση του Περιβάλλοντος με τη Θρησκευτική Εκπαίδευση, την Ηθική, την Κοινωνία, την Δικαιοσύνη και τη Φτώχεια,
3. Οκτώ μέχρι σήμερα Διεθνή Οικολογικά εν πλω Συμπόσια σ’ ευαίσθητες περιοχές του πλανήτη (1995 Αιγαίο-Πάτμος, 1997 Μαύρη Θάλασσα, 1999 Δούναβης, 2002 Αδριατική, 2004 Βαλτική, 2006 Αμαζόνιος, 2007 Αρκτική), 2009 Μισισιπής), ήδη μάλιστα έχει εξαγγελθεί το ανάλογο στον Νείλο ,
4. Υπογραφή της «Διακήρυξης της Βενετίας» για το Περιβάλλον (Βενετία / Ρώμη, 10 Ιουνίου 2002) μεταξύ Βαρθολομαίου και Πάπα Ιωάννη-Παύλου Β΄. Πρόκειται για ένα βαρυσήμαντο κείμενο, το οποίο αξίζει να γνωσθεί και προσεχθεί απ’ όλους (5) .
Ο Πατριάρχης εξάλλου έχει κατά καιρούς τιμηθεί με σημαντικά διεθνή Βραβεία, σε αναγνώριση των προσπαθειών του, όπως π.χ. το Νορβηγικό «Πράσινο Νόμπελ» της Οργάνωσης Sophie (2002), το Βραβείο «Υπέρμαχοι της Γης» (2005), το Βραβείο «Woodrow Wilson» (2008). Άλλωστε, πολλά πανεπιστημιακά τμήματα ανά τον κόσμο, σχετικά με το Περιβάλλον, του έχουν απονείμει τον επίζηλο τίτλο του επίτιμου Διδάκτορα.
Εν τω μεταξύ οι πατριαρχικές ενέργειες έχουν λειτουργήσει θετικά προς δύο κατευθύνσεις:
Α) Έχουν συνεισφέρει καθοριστικά στον διαθρησκειακό και διαπολιτικό διάλογο σχετικά με τη στάση όλων των εταίρων του γίγνεσθαι των τοπικών ανά την οικουμένη στενών ή πλατύτερων κοινωνιών, σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον και τις επιπτώσεις από την καταστροφή του.
Χάριν παραδείγματος αναφέρουμε μονάχα το «Ευρωπαϊκό Χριστιανικό Περιβαλλοντολογικό Δίκτυο», το οποίο από δεκαετίας δραστηριοποιείται στο πλαίσιο του «Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Εκκλησιών», όπου μετέχουν ενεργά και Ορθόδοξες -εννοείται- Εκκλησίες. Κατά την Ζ΄ Συνέλευση του ΕΧΠΔ (Μιλάνο, 24-28.9.2008) (6), αφού συζητήθηκαν καίρια θέματα (7), κατέληξαν σε μια σημαντική «Έκκληση προς τις Εκκλησίες», μέσω της οποίας επιδιώκεται ο διάλογος προς κάθε κατεύθυνση, προτρέπονται τα μέλη των Εκκλησιών γι’ απλούστερο τρόπο ζωής, εξοικονόμηση του νερού και των ενεργειακών πηγών και μη κατάχρηση των ιδιωτικών αυτοκινήτων, γίνεται πρόταση για εισαγωγή ειδικών μαθημάτων σχετικών με την Οικολογία σε Θεολογικές Σχολές και Σεμινάρια, καταλήγοντας, ότι «η νέα κοινωνία, την οποία οφείλομε να δημιουργήσωμε, πρέπει να είναι καρπός πνευματικής μεταστροφής και μετανοίας» (8).
Β) Έχουν επηρεάσει κατά πολύ κι επί τα βελτίω, αφ’ ενός μεν την αντιμετώπιση του οικολογικού προβλήματος από πλευράς των κατά τόπους Εκκλησιών (Μητροπόλεων, Ενοριών, Μοναστηριών), όσον αφορά στην εν γένει οικολογική τους συμπεριφορά και τις ποιμαντικές πρακτικές τους στους τομείς διακονίας ενός εκάστου (στις οικοδομήσεις κτιρίων ή τη συνετή διαχείριση των όποιων εκτάσεων, στα κηρύγματα, τις κατασκηνώσεις ή νεανικές συντροφιές (9), την ένταξη Μονών σε προγράμματα ανακύκλωσης, βιολογικής καλλιέργειας, κομποστοποίησης ή περιβαλλοντικής εκπαίδευσης (10), αφ’ ετέρου δε την Ορθόδοξη Βιβλιογραφία, πλουτίζοντάς την ήδη με θεολογικά κείμενα σημαντικά και αξιομνημόνευτα, είτε αυτοτελή, είτε θησαυρισμένα σε διάφορα περιοδικά, συλλογικούς τόμους ή επετηρίδες, τα οποία αξίζει κάποτε να συγκεντρωθούν σ’ ενιαίο corpus, γενόμενα κτήμα του κάθε ενδιαφερόμενου (11).
Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι στο Μήνυμα, το οποίο εξαπέλυσαν οι Προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών κατά την Ιερά Σύναξή τους στο Φανάρι μεταξύ 10ης και 12ης Οκτωβρίου 2008 (12), και αφού ο ίδιος ο Πατριάρχης αναφέρθηκε απολογιστικά στις οικολογικές του δραστηριότητες (13), πήραν θέση επ’ αυτών και μάλιστα στην από μέρους τους πρόσληψη των πατριαρχικών ενεργειών ως προς το Περιβάλλον, εκφράζοντας μ’ έμφαση την αμέριστη υποστήριξη και στοίχισή τους στην όλη προσπάθεια. Ιδού η σχετική εύγλωττη παράγραφος:
«[…] 13. Οι Προκαθήμενοι και οι Αντιπρόσωποι των Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών έχοντες πλήρη επίγνωσιν της σοβαρότητος των ανωτέρω προβλημάτων και αγωνιζόμενοι δια την άμεσον αντιμετώπισίν των ως "υπηρέται Χριστού και οικονόμοι μυστηρίων Θεού" (Α Κορ. 4,1), διακηρύττομεν εξ αυτής της έδρας της Πρωτοθρόνου Εκκλησίας και επαναβεβαιούμεν:
[…]
δ) Την υποστήριξιν ημών προς τας πρωτοβουλίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς και άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, δια την προστασίαν του φυσικού περιβάλλοντος. Η σημερινή οικολογική κρίσις, ως οφειλομένη και εις πνευματικούς και ηθικούς λόγους, καθιστά επιτακτικόν το χρέος της Εκκλησίας όπως συμβάλη δια των εις την διάθεσιν αυτής πνευματικών μέσων, εις την προστασίαν της δημιουργίας του Θεού εκ των συνεπειών της ανθρωπίνης απληστίας. Προς τούτο επαναβεβαιούμεν τον καθορισμόν της 1ης Σεπτεμβρίου, πρώτης ημέρας του εκκλησιαστικού έτους, ως ημέρας ειδικών προσευχών δια την προστασίαν της δημιουργίας του Θεού, και υποστηρίζομεν την εισαγωγήν του θέματος του φυσικού περιβάλλοντος εις την κατηχητικήν, κηρυγματικήν και εν γένει ποιμαντικήν δράσιν των Εκκλησιών ημών, ως τούτο ήδη συμβαίνει εις ωρισμένας εξ αυτών. […]» (14)
Ο εκ του Φαναρίου οικολογικός λόγος είναι κατά βάσιν θεολογικός. Στο Πατριαρχικό Μήνυμα για την 1η Σεπτεμβρίου 2007, ένα κείμενο βαθύ κι ευθύβολο, οριοθετείται κατ’ αρχήν η διαφορά μεταξύ Κτίσεως και Κόσμου, προκρίνοντας μάλλον την Κτίση. Η Κτίση προϋποθέτει δημιουργική πράξη απ’ τον Θεό. Πριν από αυτήν υπήρχε η ανυπαρξία. Αντίθετα, ο Κόσμος παραπέμπει στην αρχαιοελληνική φύση ως αντιγράφου των αγεννήτων ιδεών.
Κατόπιν φωτίζεται η διαφορά μεταξύ του βασιλείου και της Βασιλείας του Θεού. Η Κτίση είναι το βασίλειο, όπου υπάρχει και φανερούται η ενέργειά Του, ενώ η Βασιλεία Του είναι η μέθεξη της θεοποιού ενεργείας του Θεού. Έτσι, ο άνθρωπος μετέχει της Βασιλείας, ο δε κόσμος καθίσταται βασίλειο του Θεού. Αυτές οι θεολογικές διευκρινήσεις οδηγούν στην αποφυγή και του πανθεϊσμού και του ουμανισμού.
Η ελεύθερη βούληση όμως του πεπτωκότος ανθρώπου συνεπήρε την άβουλη Κτίση, με αποτελέσματα οδυνηρά σε όλα τα επίπεδα. Κατά συνέπειαν, τα οικολογικά προβλήματα είναι κυρίως θεολογικά, οπότε η επίλυσή του προϋποθέτει πρωταρχικά αναγέννηση του ανθρώπου και ας ακολουθήσει η λογική και νομοθετική αντιμετώπιση.
Ύστερα θυμίζει, ότι η Κτίση στη ζωή των Αγίων εξαγιάζεται, υπακούοντας μάλιστα σε αυτούς, επειδή –ως αναγεννημένοι- έχουν επανέλθει στην προ της παρακοής κατάσταση, ενώ την ίδια στιγμή, στη ζωή των εμπαθών ανθρώπων η Κτίση αμαυρώνεται, εξαιτίας των ανάρμοστων συμπεριφορών των βιαστών της, αυτών των ιδίων δηλαδή, οι οποίοι εντέλει και αυτοτιμωρούνται, παραπέμποντας με την τακτική τους στο προπατορικό αμάρτημα (15).
Σε άλλη περίπτωση καταδεικνύεται ο εγωκεντρισμός του σύγχρονου ανθρώπου («η άλλη όψις της αυτονομήσεώς του από τον Θεόν και η προσπάθεια αυτοθεώσεώς του») ως κύριο αίτιο της καταστροφικής του συμπεριφοράς έναντι του Περιβάλλοντος. Και προχωρεί ο πατριαρχικός λόγος ακόμη περισσότερο. Θέτει ευθαρσώς το πρόβλημα της χρησιμοποίησης των καθυποταγμένων φυσικών δυνάμεων στη θανάτωση ή καθυπόταξη του συνανθρώπου, μέσω π.χ. της κατανάλωσης ενέργειας για πολεμικούς σκοπούς (16).
Ο εκ του Φαναρίου οικολογικός λόγος συνεχίζει να είναι ζωντανός και δυναμικός, εκπέμποντας μηνύματα προς την Οικουμένη, χριστιανούς και μη. Θεμελιακή νουθεσία του Πατριάρχη και μάλιστα από το επίσημο βήμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς την Ολομέλειά του (στις 24 Σεπτεμβρίου 2008), είναι η συνεργασία μεταξύ των κοινωνιών, πέραν των θρησκειακών ή εθνικών οριοθετήσεων. Όλοι βρισκόμαστε στον ίδιο «οίκο», στο ίδιο καράβι και όλοι έχουμε κοινό το μέλλον μας (17).
Θυμίζει προς τα οικονομικώς ανεπτυγμένα κράτη, «ότι ο υποτιμητικώς αποκαλούμενος “Τρίτος Κόσμος”, δηλαδή εκείνα τα κράτη που υστερούν εις οικονομικήν ανάπτυξιν, δεν διατηρούν απλώς πολιτισμικόν, αλλά και φυσικόν πλούτον, ο οποίος είναι κρίσιμος δια την σωτηρίαν ολοκλήρου του πλανήτου μας.» (18)
Ο εκ του Φαναρίου οικολογικός λόγος δεν είναι μονάχα καταγγελτικός ή παιδαγωγικά αυστηρός (ως άλλωστε και χρειάζεται να είναι), αλλά συγχρόνως παρηγορητικός κι ελπιδοφόρος. Ευρισκόμενος ο κ. Βαρθολομαίος πάνω από τ’ αποκαΐδια της Πάρνηθας (στις 16 Μαΐου 2008) εστιάζει την ελπίδα για διέξοδο, στην αλλαγή – στροφή στην κατανόηση της σχέσης μας με τον περιβάλλοντα κόσμο, ενθυμούμενοι σε κάθε περίπτωση, ότι τίποτε από τα στοιχεία του δεν μάς ανήκει ως παιχνίδι ή ιδιοκτησία μας (19).
Ομιλώντας, εξάλλου, κατά την απονομή σε Αυτόν του Βραβείου «Woodrow Wilson» (Αθήνα, 15 Μαΐου 2008), επισημαίνει πού βρίσκεται η ρίζα του κακού, ήτοι στον διχασμό του πολύφερνου τεχνικού πολιτισμού μας από την Ηθική, παραθέτοντας μάλιστα συγκεκριμένα κραυγαλέα παραδείγματα προς αποφυγήν.
Υπεραμύνεται της αξίας του Μικρού κι Ελάχιστου, θυμίζοντας, ότι η κάθε μας πράξη κρίνεται υπό το φως της Αιωνιότητας, όταν μάλιστα επιφέρει όχι ευχάριστα αποτελέσματα. Αίφνης, η παράνομη ξύλευση των βροχόφιλων δασών στη Βραζιλία συνεπάγεται κλιματικές ακρότητες στον πλανήτη, η δε τήξη των πάγων στη Γροιλανδία απειλεί με πλημμύρες πλείστες όσες παράκτιες περιοχές. Και βεβαίως δεν ενέχονται οι εμπλεκόμενοι φτωχοί λαοί, οι οποίοι χρησιμοποιούνται σε τέτοιες καταστροφικές δράσεις από τους επιτήδειους.
Εδώ υπερτονίζει, ότι το πρόβλημα έγκειται στον απερίσκεπτο καταναλωτισμό μας και είναι κυρίως δεοντολογικό και ηθικό, καταθέτοντας την διαπίστωσή του, ότι οι (δήθεν πρωτόγονοι) αυτόχθονες Βραζιλίας και Γροιλανδίας έχουν καλύτερη θέαση των σχέσεών τους με τον Θεό και τον Κόσμο, απ’ ότι οι δυτικόφρονες «ανεπτυγμένοι». Γι’ αυτό ακριβώς και η σύγχρονη επιστήμη σέβεται ιδιαίτερα πλέον την παραδοσιακή γνώση (20).
Τα ερανίσματα πατριαρχικού – οικολογικού λόγου θα μπορούσαν να πληθυνθούν, παρέχοντάς μας αξιόπιστα εναύσματα για προβληματισμό και γόνιμες σκέψεις. Όμως οι παραπάνω πτυχές είναι -θεωρούμε- αρκετές, ώστε να καταδείξουν δύο τινά:
α) Ότι από πλευράς της κορυφής της Ορθοδοξίας υπάρχει ανήσυχη ευαισθησία για τα πολυτραύματα του φυσικού μας περιβάλλοντος, εκφραζόμενη με όλα τα μέσα που έχει στην διάθεσή της και
β) Ότι υψώνεται λόγος προφητικός από το ιερό της Κέντρο, ο οποίος απευθύνεται, όχι μονάχα προς τους θεσμικούς, οικονομικούς ή κοινωνικούς ηγήτορες του σύγχρονου κόσμου, αλλά και προς τον κάθε άνθρωπο, με την έννοια ότι ο καθένας μας μπορεί να συμβάλει απ’ την δική του γωνιά και ιδιώτευση προς την ωφέλεια του δημόσιου συμφέροντος, αναγεννώμενος πρώτιστα ο ίδιος.
Ελπίζουμε και πιστεύουμε όλοι σε συνέχεια των οικολογικών πρωτοβουλιών της Μητέρας Εκκλησίας!

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Πρωτοπρεσβυτέρου Παναγιώτη Καποδίστρια, Κεφάλαια Θεολογίας του Περιβάλλοντος, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Ζακύνθου, Ζάκυνθος 2006, σσ. 93-135.
2. Βλ. Μερόπης Αναστασιάδου, «Βαρθολομαίος και “Χρόνος”: Τα πράσινα μονοπάτια του Οικουμενισμού», Εφημερίδα Απογευματινή Κωνσταντινουπόλεως, 1 Ιουλίου 2008.
3. Λουκ 8, 8.
4. ό.π.
5. ό.π., 131-135.
6. Βλ. σχετικά, Περιοδικό Επίσκεψις, τεύχ. 691, Chambésy – Genève 30.9.2008, σ. 9-11.
7. α) «Η Φύση στη Λατρεία», β) «Η θεολογία της Δημιουργίας», γ) «Οι Κλιματικές αλλαγές», δ) «Παιδεία και Περιβάλλον», ε) «Η Αξία του ύδατος», στ) «Εκκλησιαστική Οικο-νομία» (eco-management), ζ) «Το Κυκλοφοριακό πρόβλημα» και η) «Βιο-ποικιλία (bio-diversity) και προστασία του περιβάλλοντος». Βλ. ό.π., σ. 10.
8. ό.π., σ. 11.
9. Βλ. τον Φάκελο με πλούσιο σχετικό υλικό των: π. Ευαγγέλου Μαρκαντώνη – Αυγερινού Γεωργοπούλου – Ιωάννη Ζαμπέλη, Τα φυτά στη λατρεία της Εκκλησίας, εκδ. Γραφείου – Ιδρύματος Νεότητος Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Αθήνα 2006.
10. Βλ. το παράδειγμα της Ιεράς Σταυροπηγιακής Μονής Χρυσοπηγής Χανίων. Πρόκειται για μια δυναμική γυναικεία Μονή, η οποία έχει τις ιστορικές της καταβολές στον 16ο αιώνα και σήμερα αριθμεί περί τις τριανταπέντε Μοναχές. Πρβλ. ότι στις 26 Νοεμβρίου 2008 ο Δημήτριος Λούκας, τελειόφοιτος (τώρα πτυχιούχος) του Τμήματος Οικολογίας και Περιβάλλοντος (πλέον Τεχνολογίας του Περιβάλλοντος) του Α.Τ.Ε.Ι. Ιονίων Νήσων - Παραρτήματος Ζακύνθου, παρουσίασε την πολύ ενδιαφέρουσα πτυχιακή εργασία του, με θέμα: «Συνολική Εκτίμηση Εισροών, Εκροών και Περιβαλλοντικών Πιέσεων σε κλειστές Μοναστηριακές Κοινότητες. Περίπτωση μελέτης: Ι. Μ. Παντοκράτορος Αγίου Όρους».
11. Τούτο επισημαίνεται με σαφήνεια στο: Μητροπολίτου Ζακύνθου Χρυσοστόμου, «Εκκλησία και Περιβάλλον. Συμβολή του θεολογικού λόγου στη δημιουργία οικολογικής συνειδήσεως», Η Τακτική Σύγκλησις της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (Αθήναι, 9-10 Οκτωβρίου 2007)• Εισηγήσεις και Ανακοινωθέντα, εκδ. Επικοινωνιακή και Μορφωτική Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος - Κλάδος Εκδόσεων, Αθήναι 2008, σσ. 53-66.
12. Βλ. σχετικά, Περιοδικό Επίσκεψις, Chambésy – Genève 31.10.2008, τεύχ. 692, σσ. 2-16.
13. Βλ. ό.π., σ. 10.
14. ό.π., σ. 27 εξ.
15. Βλ. Περιοδικό Επίσκεψις, 30.9.2007, τεύχ. 678, σσ. 2-4.
16. Βλ. Πατριαρχικόν Μήνυμα 1ης Σεπτεμβρίου 2006, ό.π., 30.9.2006, τεύχ. 665, σ. 7.
17. «Πρόκειται για θέμα που αφορά όλους- χριστιανούς και μη- διότι ο πλανήτης είναι ο κοινός μας οίκος, το σπίτι μας. Η λέξη “οικολογία” προέρχεται άλλωστε από τη λέξη “οίκος”, το σπίτι: είμαστε όλοι στο ίδιο καράβι επομένως και ή θα σωθούμε ή θα βουλιάξουμε όλοι μαζί. Όταν έρχεται ο τυφώνας, δεν κάνει διάκριση...» [Από την Ελληνική Ιστοσελίδα Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου]. Τα της ιστορικής αυτής επίσκεψης του Πατριάρχη στις Βρυξέλλες και της ομιλίας του στη Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (είχε προηγηθεί ανάλογη στο Στρασβούργο, τον Απρίλιο του 1994), βλ. στο: Περιοδικό Επίσκεψις, ό.π., σ. 5 εξ.
18. «Μήνυμα της Α. Θ. Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου δια την Παγκόσμιον Ημέραν Περιβάλλοντος (5.6.2008)», Περιοδικό Εκκλησία 85 (2008) 405.
19. «Ἡ μεγάλη ἐλπίδα βρίσκεται στή δική μας ἀλλαγή. Στή δική μας προσωπική στροφή πρός μία ἄλλη κατανόηση τῆς σχέσης μας μέ τόν φυσικό κόσμο. Ἄς θυμόμαστε κάθε μέρα πώς τά δάση, οἱ λίμνες, τά ποτάμια, οἱ θάλασσες καί ὅλα τά εἴδη ζωῆς δέν μᾶς ἀνήκουν. Δέν ἀποτελοῦν δικά μας παιγνίδια ἤ προσωπική μας περιουσία. Ἀποτελοῦν δημιουργία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ἐμεῖς ἔχουμε κληθεῖ νά φροντίσουμε καί νά προστατεύσουμε. Ἡ σημερινή περιβαλλοντική κρίση ἀποτελεῖ δυστυχῶς ἀπόδειξη ὅτι κληροδοτοῦμε στά παιδιά μας, στίς ἑπόμενες γενεές, ἕναν κόσμο τόν ὁποῖον δέν σεβαστήκαμε». [Από τον ιστότοπο NaturaZante: http://theoperiv.blogspot.com/2008/05/blog-post_8470.html ]
20. Από τον ιστότοπο NaturaZante: http://theoperiv.blogspot.com/2008/05/woodrow-wilson.html .
ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Μήνυμα 1ης Σεπτεμβρίου 2006
«[…] Τό κύριον δέ αἴτιον αὐτῆς τῆς καταστροφικῆς συμπεριφορᾶς τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἐγωκεντρισμός αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἄλλη ὄψις τῆς αὐτονομήσεώς του ἀπό τόν Θεόν καί ἡ προσπάθεια αὐτοθεώσεώς του.
Ἕνεκα αὐτοῦ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ ἡ σχέσις τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν φύσιν μεταβάλλεται εἰς σχέσιν αὐθάδους καί ὑπεροπτικῆς καθυποτάξεως τῶν φυσικῶν δυνάμεων καί ἡ χρησιμοποίησις αὐτῶν πρός θανάτωσιν ἤ καθυπόταξιν τοῦ συνανθρώπου, ἀντί πρός συντήρησιν τῆς ζωῆς καί τῆς ἐλευθερίας αὐτοῦ, ἤ πρός ὑπερβολικήν ἀπόλαυσιν, μετά ἀδιαφορίας διά τάς συνεπείας τῆς ὑπερχρήσεως.
Ἡ χρησιμοποίησις τῶν ἀτομικῶν καί πυρηνικῶν δυνάμεων τῆς φύσεως διά πολεμικούς σκοπούς ἀποτελεῖ ὕβριν, ὅπως καί ἡ καθ᾿ οἱονδήποτε τρόπον ὑπερκατανάλωσις, ἡ ὁποία ἐπιβαρύνει τό φυσικόν περιβάλλον μέ ρύπους, μέ αὔξησιν τῆς θερμοκρασίας καί μέ ἀνατροπήν τῶν φυσικῶν ἰσορροπιῶν καί μέ ὅσα αὐτή συνεπάγεται. Ἡ τεραστία εἰς ἔκτασιν ἐνέργεια ἡ ὁποία καταναλίσκεται διά πολεμικούς σκοπούς καί ἡ ἐπίσης τεραστία ἐνέργεια ἡ ὁποία καταναλίσκεται καθ᾿ ὑπέρβασιν τῶν λογικῶν ἀναγκῶν τῆς σημερινῆς ἀνθρωπότητος, ἀποτελοῦν δύο τομεῖς εἰς τούς ὁποίους συμπλέκονται αἱ εὐθῦναι τῶν ἡγετῶν καί τῶν ἁπλῶν πολιτῶν, εἰς τρόπον ὥστε ἕκαστος ἡμῶν νά ἔχῃ τήν δυνατότητα νά συμβάλλῃ εἰς τήν βελτίωσιν τῆς γενικῆς καταστάσεως. […]».

[Περιοδικό Επίσκεψις, 30.9.2006, τεύχ. 665, σ. 7]

Μήνυμα 1ης Σεπτεμβρίου 2007
«[…] Βεβαίως, κατά τήν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν ὑφίσταται διαφορά μεταξύ κτίσεως καί κόσμου. Ἤδη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν ὁμιλεῖ διά φύσιν, ὅπως πράττουν οἱ φυσιολάτραι, οὔτε διά κόσμον, ἀλλά διά κτίσιν. Ἡ λέξις “κτίσις” ἔχει θεολογικήν σημασίαν, διότι δι᾿ αὐτῆς δηλοῦται ὅτι ὁ ὑλικός κόσμος ἐκτίσθη ὑπό τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἦλθεν εἰς τό εἶναι ἐκ τοῦ μή ὄντος. Ἀντιθέτως, ἡ λέξις “κόσμος” (κόσμημα) ὑπενθυμίζει τήν ἀρχαίαν ἑλληνικήν φιλοσοφίαν περί τῆς φύσεως, ὡς τοῦ ἀντιγράφου τῶν ἀγεννήτων ἰδεῶν καί ὡς διακοσμήσεως τῶν ἤδη ὑπαρχόντων ἀντιγράφων καί ὄχι ὡς δημιουργίας τῶν ὄντων ἐκ τοῦ μή ὄντος. Οὕτως, ἡ λέξις “κτίσις” ἔχει μεγίστην σπουδαιότητα, διότι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἀπόλυτος κύριος τοῦ περιβάλλοντος κόσμου, δεδομένου ὅτι ἐδημιουργήθη ὑπό τοῦ Θεοῦ ἐκ τοῦ μή ὄντος, συντηρεῖται δέ ὑπό τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καί ὄχι διά κτιστῶν μέσων, ἀλλά εἶναι ταπεινός διαχειριστής αὐτοῦ.
Κατά τήν διδασκαλίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἐξ ἄλλου, ὑφίσταται διαφορά μεταξύ τοῦ βασιλείου τοῦ Θεοῦ καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλη ἡ κτίσις εἶναι τό βασίλειον τοῦ Θεοῦ, διότι ἐντός αὐτῆς ὑπάρχει ἡ οὐσιοποιός καί ζωοποιός ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, καί δι᾿ αὐτῆς φανεροῦται ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, κατά τό Ἀποστολικόν λόγιον “τά γάρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀ´ϊδιος αὐτοῦ δύναμις καί θειότης” (Ρωμ. 1, 20), ἀλλ᾿ ὅμως ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου ὑποστατικοῦ Φωτός καί ἡ μέθεξις αὐτοῦ ὑπό τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή ἡ μέθεξις τῆς θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Τοιουτοτρόπως, ὁ ἄνθρωπος μετέχει τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ὁ κόσμος καθίσταται βασίλειον τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν τρόπον αὐτόν ἀποφεύγεται ὁ πανθεϊσμός καί ὁ οὑμανισμός.
Ἡ κτίσις ὅμως δέν ἔχει ἠθικήν βούλησιν καί ἑπομένως δέν ἔπεσεν αὐτοβούλως εἰς τήν φθοράν, ἀλλά συμπαρεσύρθη ὑπό τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος ἀπώλεσε τήν Χάριν τοῦ Θεοῦ καί αὐτό εἶχε συνταρακτικάς συνεπείας εἰς ὅλον τόν κόσμον. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει αὐτήν τήν ὀδύνην τῆς κτίσεως, ἕνεκεν τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου, λέγων: “πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καί συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν”. Συγχρόνως δέ δηλώνει: “καί αὐτή ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ”, καί “ἡ ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως τήν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδέχεται” (Ρωμ. 8, 19-22).
Οὕτως, ἡ ἀντιμετώπισις τῶν λεγομένων οἰκολογικῶν προβλημάτων λαμβάνει θεολογικήν σημασίαν καί ἔννοιαν καί δέν δύνανται νά ἐπιλυθοῦν ταῦτα ἀνεξαρτήτως τοῦ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου. Τοιουτοτρόπως, τό λεγόμενον οἰκολογικόν πρόβλημα εἶναι εἰς τήν βάσιν αὐτοῦ θεολογικόν, καί ὄχι ἀνθρωποκεντρικόν, καί συνεπῶς ἡ ἐπίλυσις αὐτοῦ εἶναι καρπός τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι ἀποτέλεσμα διεργασιῶν λογικῆς καί ἐπεξεργασίας νομοθετικῆς.
Βεβαίως, καί ἡ ἀνθρωπίνη λογική καί οἱ νόμοι πρέπει νά ἐπιστρατευθοῦν διά τήν ἐπίλυσιν τῶν οἰκολογικῶν προβλημάτων, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος παραμένει οἰκειοθελῶς ἀθεράπευτος. Τό ἴδιον, ἄλλωστε, συμβαίνει καί μέ τούς νόμους τῆς Πολιτείας, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀπαραίτητοι διά τήν κοινωνίαν, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι δέν θέλουν νά ἐφαρμόσουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε, οἱ νόμοι δικαιολογοῦνται μέ τόν διφυῆ χαρακτῆρα τῶν δερματίνων χιτώνων, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως, ἀλλά καί ὡς εὐλογία διά τήν καλήν συγκρότησιν τοῦ ἀνθρωπίνου βίου.
Ἑπομένως, ἡ κτίσις εἶναι δυνατόν νά εἶναι ἀφ᾿ ἑνός μέν φανέρωσις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ ἔκφρασις τῶν παθῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ κτίσις δέχεται τήν φωτιστικήν ἐνέργειαν τοῦ Θεοῦ, διά τοῦ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου, ἀλλά δέχεται καί τήν ἐνέργειαν τῶν παθῶν τοῦ ἐμπαθοῦς ἀνθρώπου. Εἰς τήν ζωήν τῶν Ἁγίων βλέπομεν ὅτι ἡ κτίσις ἐξαγιάζεται, λαμπρύνεται, δοξάζεται, ὑπακούει εἰς τόν ἄνθρωπον, τά ἄγρια ζῶα ἡμερεύουν καί ἀναγνωρίζουν εἰς τόν ἀναγεννηθέντα ἄνθρωπον τήν “ὀσμήν τοῦ Ἀδάμ” πρό τῆς παρακοῆς, αἱ φυσικαί παραφοραί θεραπεύονται καί γενικῶς διά τῶν Ἁγίων ἡ κτίσις καθίσταται τό βασίλειον τοῦ Θεοῦ, εἰς τό ὁποῖον ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐν Θεῷ κυριαρχίαν.
Ἀντιθέτως, εἰς τήν ζωήν τῶν ἐμπαθῶν ἀνθρώπων παρατηροῦμεν ὅτι βιάζεται ἡ φύσις καί ἀμαυροῦται, διότι ἡ ὑπερκατανάλωσις τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν ἀπό τόν διακατεχόμενον ἐξ εὐδαιμονίας ἄνθρωπον ὁδηγεῖ τοῦτον εἰς τήν ἀνάγκην τῆς ὑπερπαραγωγῆς, καί διά τήν κάλυψιν αὐτῆς βιάζεται ἡ κτίσις, μέ ἀποτέλεσμα νά τιμωρῆται ἐν τέλει ὁ ἐπαναστάτης ἄνθρωπος. Συνήθως θεωροῦμεν ὅτι τό προπατορικόν ἁμάρτημα συνέβη εἰς τήν ἀρχήν τῆς δημιουργίας, εἰς τόν Παράδεισον, ἀλλά λησμονοῦμεν ὅτι ἡ οὐσία κάθε ἁμαρτήματος πρός τόν Θεόν, τόν ἄνθρωπον καί τήν κτίσιν παραπέμπει εἰς τό προπατορικόν ἁμάρτημα, τό ὁποῖον ἐκφράζεται ὡς ὑπερηφάνεια καί ἐγωϊσμός, ὡς ἀλαζονεία καί φιλαυτία, ὡς ἰδιοτέλεια καί ἐπιθετικότης, ὡς αὐτονομία καί εὐδαιμονία. […]»
[Περιοδικό Επίσκεψις, 30.9.2007, τεύχ. 678, σσ. 2-4]

Ρήσεις κατά το Διεθνές εν πλω Οικολογικό Συμπόσιο στην Αρκτική (Οκτώβριος 2007)
O χρόνος επείγει. Ο παγετώνας της Αρκτικής συρρικνώνεται με τρομακτική ταχύτητα. Αυτό μας λένε οι επιστήμονες, αυτό μας λένε οι γηγενείς της Γροιλανδίας που γνωρίζουν τους πάγους καλύτερα από κάθε άλλον.

Εάν λειώσει όλος ο πάγος της Γροιλανδίας, οι συνέπειες, τόσο για την ίδια την Γροιλανδία, όσο και για ολόκληρο τον κόσμο, θα ήταν ολέθριες: μία βιβλική καταστροφή στην κυριολεξία.

Ορισμένοι επιστήμονες μάς λέγουν ότι έχουμε δέκα χρόνια, ίσως και λιγότερα, για να περιορίσουμε την εκπομπή των ρυπογόνων αερίων που δημιουργούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και, με τον τρόπο αυτό, να αποφύγουμε την υπερθέρμανση του πλανήτη. Η ανθρωπότητα, λοιπόν, δεν έχει την πολυτέλεια να διαπληκτίζεται γύρω από τις οικονομικές, φυλετικές ή θρησκευτικές διαφορές. Η ανθρωπότητα οφείλει να συμπράξει και οφείλει να ενεργήσει τώρα.


Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί χρησιμοποιούμε την λέξη "καιρός", προκειμένου να περιγράψουμε μία στιγμή μέσα στον χρόνο, συχνά μία σύντομη στιγμή, η οποία, όμως, έχει αιώνια σημασία. Όταν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός άρχισε το κήρυγμά του, δήλωσε ότι μία αποφασιστική στιγμή, ένας "καιρός" στις σχέσεις μεταξύ Θεού και ανθρώπων, είχε φθάσει (Μκ 1,14).

Ως πρόσωπα συνειδητοποιούμε συχνά ένα "καιρό", μία στιγμή, κατά την οποία κάνουμε μία επιλογή που θα επηρεάσει όλη μας τη ζωή. Για το ανθρώπινο γένος στο σύνολο του υπάρχει τώρα ένας "καιρός", μία αποφασιστική περίοδος στη σχέση μας με τη Δημιουργία του Θεού. Οφείλουμε να δράσουμε εγκαίρως και να προφυλάξουμε την ζωή του πλανήτη από τις χείριστες συνέπειες του ανθρωπίνου παραλογισμού, διαφορετικά θα αποτύχουμε.

[Από τον ιστότοπο NaturaZante: http://theoperiv.blogspot.com/2007/09/blog-post_19.html ]
Ομιλία κατά την απονομή του Βραβείου «Woodrow Wilson» (Αθήνα, 15 Μαΐου 2008)
« […] Κατά τήν ἡμετέραν ἄποψιν, τό μέγιστον ἐκ τῶν προβλημάτων τῆς συγχρόνου ἐποχῆς, τό ὁποῖον λαμβάνει μορφήν πνευματικῆς διαταραχῆς, εἶναι τό γεγονός ὅτι ἡ τεχνική γνῶσις ἔχει ἀπομακρυνθῆ ἀπό πᾶσαν ἔννοιαν ἠθικῆς, κατά δέ τήν ἔμπρακτον ἐφαρμογήν αὐτῆς παράγει ἰδίαν ἠθικήν, τήν αὐτονομημένην ἠθικήν, τήν πέραν καί μακράν τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον.
[…]
Ὁ Χριστιανισμός μᾶς διδάσκει νά δίδωμεν προσοχήν εἰς τό μικρόν, τό ἐλάχιστον, καί ὑπομιμνήσκει εἰς ἡμᾶς ὅτι ἑκάστη πρᾶξις, ἕκαστον συμβάν, πρέπει νά ἀξιολογῆται ὑπό τό φῶς τῆς αἰωνιότητος. Ἡ σύγχρονος ἐπιστήμη ὁμιλεῖ περί τοῦ συνδέσμου μεταξύ ὅλων τῶν μορφῶν τῆς ὑλικῆς πραγματικότητος, ἰδιαιτέρως δέ μεταξύ τῶν μορφῶν ζωῆς. Κατά τάς ἡμετέρας περιβαλλοντικοῦ χαρακτῆρος ἀποδημίας, διεπιστώσαμεν πλεῖστα ὅσα παραδείγματα τῆς συνδέσεως τῆς ἀνθρωπίνης ὀλιγωρίας εἰς ἕν μέρος τοῦ πλανήτου καί τῶν ὀλεθρίων συνεπειῶν αὐτῆς εἰς ἕτερον τμῆμα αὐτοῦ, χιλιάδας χιλιομέτρων μακράν αὐτοῦ.
Ἐπληροφορήθημεν, ἐπί παραδείγματι, κατά τήν πρόσφατον ἐπίσκεψίν μας εἰς τήν Βραζιλίαν ὅτι ἡ παράνομος ξύλευσις τῶν βροχοφίλων δασῶν εἶναι εἷς ἐκ τῶν παραγόντων τῶν προκαλούντων ξηρασίας, καύσωνας καί ἄλλα ἀκραῖα κλιματικά φαινόμενα, οὐχί μόνον ἐν Βραζιλίᾳ ἀλλά καί εἰς τόν λοιπόν κόσμον. Εἰς τήν Γροιλανδίαν εἴδομεν, ἰδίοις ὄμμασι, τήν τῆξιν τῶν πάγων, ὡς συνέπειαν τῶν κλιματολογικῶν ἀλλαγῶν, ἡ ὁποία ἐπαπειλεῖ πλείστας παρακτίους ἀνά τόν κόσμον περιοχάς. Ἡ ἀσύνετος, λοιπόν, δραστηριότης τοῦ ἀνθρώπου εἰς τάς εὐκράτους περιοχάς μετατρέπει τούς ὅρους τῆς φύσεως εἰς τούς πόλους τοῦ πλανήτου, ἐνῷ αἱ ἐπιπτώσεις τῶν μεταβολῶν τούτων θά καταστοῦν αἰσθηταί καί εἰς τάς τροπικάς καί ἀναπτυσσομένας χώρας, αἱ ὁποῖαι ἤδη ἀγωνίζονται νά ἐπιβιώσουν.
Πῶς ὅμως θά διακοπῇ ὁ φρικτός οὗτος φαῦλος κύκλος; Ἡ συνείδησίς μας ὑπαγορεύει εἰς ἡμᾶς νά μή κατηγορήσωμεν τούς πτωχούς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ὑλοτομοῦν ἐν Ἀφρικῇ ἤ Λατινικῇ Ἀμερικῇ διά νά ἐπιβιώσουν. Οἱ κάτοικοι ὅμως τοῦ ἀνεπτυγμένου κόσμου – κυρίως οἱ ἀπερίσκεπτοι καταναλωταί- οἱ ὁποῖοι ἔχουν τήν δυνατότητα ἐπιλογῆς, ἔχουν αὐστηράν τήν ἠθικήν ὑποχρέωσιν νά περιορίσουν τόν καταναλωτισμόν, ὁ ὁποῖος συνιστᾷ τήν κυρίαν αἰτίαν τῆς προκλήσεως ἀνηκέστου βλάβης εἰς τό περιβάλλον. Δέν πρόκειται περί ἐπιστημονικοῦ ἤ, ἔστω, οἰκονομικοῦ ζητήματος ὑπό τήν στενήν ἔννοιαν, ἀλλά κυρίως περί δεοντολογικοῦ καί ἠθικοῦ αἰτήματος. Οἱ ἐπιστήμονες δύνανται νά παράσχουν εἰς ἡμᾶς πληροφορίας σχετικῶς πρός τάς ἐπιπτώσεις, αἱ ὁποῖαι πιθανῶς νά ἀκολουθήσουν, ἐάν μολύνωμεν τούς ὠκεανούς μέ πλαστικά σκευάσματα καί ἄλλους μή ἀποσυντιθεμένους ρύπους, ἐάν καταστρέψωμεν τάς φωλεάς τῶν ζώων καί τῶν ἰχθύων, ἤ ἐάν γεμίσωμεν τήν ἀτμόσφαιραν μέ ὑπερβολικάς ποσότητας διοξειδίου τοῦ ἄνθρακος. Ἡ στάσις μας ἔναντι τῶν ἀνωτέρω διλημμάτων ὅμως συνιστᾷ ζήτημα ἠθικῆς τάξεως.
Μία ἐκ τῶν βασικῶν διαπιστώσεων τῶν ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διοργανωθέντων οἰκολογικῶν Συμποσίων ἐν Βραζιλίᾳ καί Γροιλανδίᾳ εἶναι ὅτι οἱ αὐτόχθονες τῶν χωρῶν τούτων διαθέτουν βαθυτέραν γνῶσιν ἐπί τῶν σχέσεων μεταξύ Θεοῦ, ἀνθρωπότητος, ἑτέρων μορφῶν ζωῆς καί κτίσεως ὡς συνόλου, ἀπό ἐκείνην πού διαθέτουν οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἀπολαμβάνουν τά τεχνολογικά ὀφέλη τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Διά τούς ὑποτιθεμένους πρωτογόνους αὐτούς ἀνθρώπους εἶναι ἀδιανόητον νά ἀναλάβουν δράσεις, αἱ ὁποῖαι θά ἔχουν καταστροφικάς συνεπείας διά τό σύνολον τῆς ἀνθρωπότητος καί διά τάς μελλοντικάς γενεάς. Εἰς τό σημεῖον τοῦτο, δέον νά ἐξάρωμεν τό γεγονός ὅτι ἡ ἐπιστήμη σήμερον ἐπιδεικνύει πλέον μεγαλύτερον σεβασμόν εἰς τήν παραδοσιακήν γνῶσιν, τήν διαθέτουσαν ἐγγενῆ αἴσθησιν τῆς συνδέσεως μεταξύ πασῶν τῶν μορφῶν ζωῆς.
Ὑπό τό φῶς τῶν ἀνωτέρω προσκαλοῦμεν πάντα ἄνθρωπον νά ἀναπτύξῃ ἠθικόν κριτήριον, οὐχί αὐτονομημένον, ἀλλά ἐστραμμένον πρός τόν Θεόν, τό «μέτρον πάντων τῶν χρημάτων», καί μέ γνώμονα αὐτό τό κριτήριον νά ἀναπτύξῃ μίαν στάσιν ζωῆς ἀποσκοποῦσαν εἰς τήν προστασίαν τοῦ περιβάλλοντος. Μίαν στάσιν ζωῆς διακατεχομένην ἐκ τῆς συναισθήσεως τῆς εὐθύνης ἔναντι τῶν συνανθρώπων καί τῶν ἐπερχομένων γενεῶν. Μίαν στάσιν ζωῆς διακρινομένην ἐξ ἀγάπης, ἀγάπης πρός τόν Δημιουργόν τοῦ παντός, τόν Θεόν, πρός ὅλα τά δημιουργήματά Του, καί τήν εἰκόνα αὐτοῦ, τόν ἐλάχιστον ἀδελφόν, τόν συνάνθρωπόν μας τόν πάσχοντα ἐκ τῶν ἰδικῶν μας παραπτωμάτων. […]».

[Από τον ιστότοπο NaturaZante: http://theoperiv.blogspot.com/2008/05/woodrow-wilson.html ]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts with Thumbnails