Μακαριώτατε,
Εν δοξολογία του Δομήτορος και Κυβερνήτου της Εκκλησίας Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, χαιρετίζομεν την εκλογήν της Υμετέρας Μακαριότητος ως διαδόχου του αλήστου μνήμης Πατριάρχου Μαξίμου και, επικαλούμενοι προσευχητικώς το άγιον Όνομα του δικαίου Κριτού και Κυρίου της δόξης, ευχαριστούμεν Αυτώ δια "το ουράνιον δώρον και σωτήριον... Τι γαρ αν γένοιτο χαριέστερον η τούς τοσούτω τω πλήθει των τόπων διηρημένους τη δια της αγάπης ενώσει καθοράν εις μίαν μελών αρμονίαν εν σώματι Χριστού δεδέσθαι;" (Μεγάλου Βασιλείου, Επιστολή 70, Ανεπίγραφος περί Συνόδου, P.G. 32,433B-C).
Επέστη η εύσημος ημέρα της κατόπιν της εκλογής της Υμετέρας λίαν ημίν αγαπητής και περισπουδάστου Μακαριότητος, προνοία και ελέω Θεού, του ετάζοντος καρδίας και νεφρούς, και ψήφοις κανονικαίς της Ιεραρχίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Βουλγαρίας, ενθρονίσεως Αυτής εις τον Πατριαρχικόν Θρόνον του Μητροπολίτου Σόφιας και Πατριάρχου πάσης Βουλγαρίας. Η ευφρόσυνος αύτη ημέρα, καθ' ήν η Υμετέρα Μακαριότης, αναλαμβάνει ιστορικήν ευθύνην και παρατίθησι ταις χερσί του Κυρίου την ψυχήν Αυτής προς διακονίαν του λαού, παρέχει τη Μητρί Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, τω Οικουμενικώ Πατριαρχείω, και τη ημετέρα Μετριότητι προσωπικώς την ευκαιρίαν εκφράσεως των θερμών συγχαρητηρίων και φιλαδέλφων ευχετικών ημών προσρήσεων.
Μετά την κοίμησιν του μακαριστού προκατόχου της Υμετέρας Μακαριότητος, αειμνήστου Πατριάρχου Μαξίμου, η Ιερά Σύνοδος της κατά Βουλγαρίαν Αγιωτάτης Εκκλησίας επιβλέψασα εις την εκδαπάνησιν εν τω εκκλησιαστικώ αγρώ επί σειράν ετών της Υμετέρας Αγάπης, εξελέξατο Αυτήν ως άξιον οιακοστρόφον επί το πηδάλιον αυτής, ίνα, ως της Εκκλησίας προστάτης, καταρδεύση δαψιλώς της Χάριτος τοις νάμασι πιστών τα συστήματα και της Εκκλησίας την ευπρέπειαν κοσμήση.
Όθεν, Μακαριώτατε Αδελφέ, εχόμεθα δι' αγαθών ελπίδων και προσδοκιών, ότι η ήδη εκκινήσασα επί των ημερών του προκατόχου Υμών πορεία πνευματικής αναγεννήσεως και ανασυγκροτήσεως της καθ' Υμάς Αγιωτάτης Εκκλησίας της Βουλγαρίας θέλει συνεχισθή επαξίως κατά την επ' αισίοις τοις οιωνοίς αρχομένην Πατριαρχικήν διακονίαν Υμών, ήτις ευχόμεθα διαπύρως όπως αποδώση καρπούς πνευματικούς, αληθούς Ορθοδόξου ήθους και χρηστής πολιτείας, εντός των ορίων της ευαγγελικής αγάπης και ειρήνης, ώστε το ταλαιπωρηθέν κατά το παρελθόν σκάφος της Ορθοδοξίας εν τη Χώρα της Βουλγαρίας να εύρη την ήν αξίζει ποθητήν γαλήνην και εν ενότητι φρονήματος κλήρος και λαός χωρήσητε περαιτέρω εις έργα θεοφιλή και ψυχοσωτήρια, κατά το Θέλημα του Αρχηγού της πίστεως ημών και κατά το παράδειγμα της θυσιαστικής αγάπης των Αγίων αυτής, του θεοφιλούς βασιλέως Βόριδος, του Αγίου Πατριάρχου Ευθυμίου του Τυρνόβου, των Οσίων Ιωάννου της Ρίλας, Ρωμύλου και Θεοδοσίου του Τυρνόβου, της πληθύος των Βουλγάρων νεομαρτύρων, γνωστών και αγνώστων, πάντων και πασών εν πρεσβείαις και μεσιτείαις προς τον "θαυμαστόν εν Αγίοις και μόνον Κύριον όντα" ικετευόντων Αυτόν όπως εκχέη πλουσίαν την Χάριν και το Έλεος Αυτού επί το γεώργιον Αυτού τούτο.
Εκφράζομεν την βεβαιότητα ότι ως Προκαθήμενος της φίλης Εκκλησίας της Βουλγαρίας, πρωτοτόκου θυγατρός του Αγιωτάτου Αποστολικού και Πατριαρχικού Οικουμενικού Θρόνου, θα ποιμάνητε αυτήν και τον προσφιλή Ορθόδοξον Βουλγαρικόν Λαόν εν ευγενεία ψυχής και φαιδρότητι και πανάγνω γνώμη και σταθηρά θεοσεβεία, εν πιστότητι και αφοσιώσει, συνεχίζοντες την μακράν παράδοσιν συνεργασίας και ενότητος μετά της ποδηγετησάσης εις Χριστόν, ανακηρυξάσης το αυτοκέφαλον και ανυψωσάσης τον προκαθήμενον αυτής εις την τιμήν της Πατριαρχικής αξίας Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, ιδία κατά τούς συγχρόνους καιρούς, ότε τα προβλήματα και αι θλίψεις των απανταχού της οικουμένης Ορθοδόξων καθιστούν αναγκαίαν, είπερ ποτέ και άλλοτε, την ενότητα και συμπόρευσιν αυτών και την υπέρβασιν των εθνικών, φυλετικών και ιστορικών διαφορών και προσκομμάτων προς την κατεύθυνσιν ταύτην.
Φιλαδέλφως δεόμεθα του εν Τριάδι προσκυνουμένου ενός Θεού ημών, του Παντεπόπτου Πατρός, του Υιού και Λόγου του Θεού και του Παναγίου και τελεταρχικού και τελειούντος τα χαρίσματα Αγίου Πνεύματος, όπως χαρίζηται τη Υμετέρα Μακαριότητι πλουσίαν την ευλογίαν και την ενίσχυσιν Αυτού εις την αρχομένην Πατριαρχικήν Αυτής μαρτυρίαν, ότι η φροντίς και η μέριμνα Αυτής ουκ ολίγη, ο Υμέτερος αγών και ο φόβος ουχ ο τυχών, καθ' ότι καλείσθε να κηρύξητε τον της Χάριτος λόγον και των ψυχών τας πλάκας λαξεύσητε τη γλώττη Υμών, χαράσσοντες εν αυταίς τα θεία διδάγματα, "αληθείας και σωφροσύνης ρήματα αποφθεγγόμενος" (πρβλ. Πραξ. κς ,26), ίνα το ποίμνιον του Κυρίου, τον εκλεκτόν Αυτού λαόν, παραστήσητε τω Θεώ άμωμον και άμεμπτον εν τελειότητι της κατ' αρετήν πολιτείας, βιούντα κατά μίμησιν των Αγίων και νυμφαγωγούμενον παρ' Υμών εις Χριστόν, ο Οποίος προ χιλίων και πλέον ετών, δια των απεσταλμένων υπό της Μητρός Εκκλησίας ιεραποστόλων Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, Φωτιστών των Σλαύων, εκάλεσεν αυτό εκ του σκότους της αγνοίας εις το φως της θαυμαστής γνώσεως Αυτού.
Διότι δια των ζωντανών υποδειγμάτων των ποιμένων αυτού διασώζεται και το ποίμνιον και καταρτιζόμενον υπ' αυτών ομονοεί και ομοφρονεί τα προς σύνεσιν και ευστάθειαν εν Κυρίω και πορεύεται ειρηνικώς και θεοπρεπώς προς την ασάλευτον βασιλείαν των ουρανών ίνα εν τω μέλλοντι αιώνι απολαύη τας αιωνίους αναπαύσεις εν Χριστώ Ιησού.
Κατασπαζόμενοι, προς τούτοις, φιλαδέλφως και συγχαρητηρίως την Υμετέραν προσφιλή Μακαριότητα νοερώς εν κοινωνία προσευχής και αισθητώς δια των εκπροσώπων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ημών Ιερωτάτων αδελφών Μητροπολιτών Εδέσσης και Πέλλης κυρίου Ιωήλ και Καλλιουπόλεως και Μαδύτου κυρίου Στεφάνου, και δι' Υμών άπασαν την Ιεραρχίαν της Αγιωτάτης Ορθοδόξου Εκκλησίας εν Βουλγαρία και απονέμοντες πάσι τοις λίαν αγαπητοίς και θεοφιλέσιν αδελφοίς Βουλγάροις, τω κλήρω και τω λαώ, τας ενθέρμους Πατριαρχικάς ημών ευχάς και ευλογίας, διατελούμεν μετά βαθείας αγάπης εν Κυρίω, ιδιαιτέρας τιμής και συγχαρητηρίων και αύθις αδελφικών ευχών.