Γέροντος Χαλκηδόνος Ἀθανασίου
Ὡς γνωστόν, οἱ διαθέτοντες "διεισδυτικὰ" ὄργανα καὶ χαρίσματα διακρίνουν τοὺς ἀνθρώπους, ἔστω καὶ μετὰ διαβαθμίσεων, εἰς "τίποτα" καὶ εἰς πηγὰς θετικῶς γραφικὰς καὶ πλουσίας ἐμπνεύσεως. Εἷς τοιοῦτος ἦτο καὶ ὁ Ἀρχιμ. Ἰάκωβος Ἰωσηφίδης, ὁ Παπαϊάκωβος τῆς Χάλκης. Ἐγεννήθη τὸ 1880 πιθανῶς εἰς τὸ Ζιντσίδερε τῆς μαρτυρικῆς Καππαδοκίας, ὅπου ἡ περίπυστος Ἱερατικὴ Σχολὴ Ἱ. Μονῆς Τιμίου Προδρόμου. Μορφωθεὶς καὶ ἱερωθείς, ὑπηρέτησεν ἀπὸ διαφόρων θέσεων τὴν Μεγάλην Ἐκκλησίαν καὶ ὡς ἱερατικὸς προϊστάμενος τῆς Κοινότητος Χάλκης μέχρι τοῦ ἔτους 1951, ἐκμετρήσας τὸ ζεῖν τὸ 1959. Εἰς τὴν ἐξόδιόν του ἀκολουθίαν ἐξαίρετον λόγον ἐξεφώνησεν ὁ σοφὸς καὶ εὐαίσθητος ποιητὴς Πριγκηποννήσων Δωρόθεος, παρίσταντο δὲ Ἱεράρχαι, οἱ καθηγηταὶ τῆς ἐρατεινῆς Ἱ. Θεολογικῆς Σχολῆς καὶ ἄλλοι πολλοί, τιμῶντες τὴν ἀγαθὴν μνήμην τοῦ ἐκλιπόντος.
Ὁ Παπαϊάκωβος ἦτο εἷς ρέκτης Λευΐτης, μεμορφωμένος, φιλάνθρωπος ἀλλὰ ἀθυρόστομος –διὸ καὶ δὲν ἦτο ἀρεστὸς εἴς τινας– καὶ ναλέτης. Εὑρισκόμενος εἰς Θεσσαλονίκην, πεσὼν ἐκ τοῦ ὑποζυγίου ἐχωλώθη. Καὶ ἐκ τοῦ βαδίσματός του, τὸ ὁποῖον ἐσχημάτιζέ πως μίαν "linea serpentinata" καθὼς αἱ ὑστερογοτθικαὶ Μαντόναι, ἢ ὁ Ἀναστὰς Κύριος εἰς παραστάσεις τῆς "εἰς Ἅδου Καθόδου", διαρκῶς κατερχόμενος καὶ ἀνερχόμενος εἰς τὸν ἐπίγειον "Ἅδην" του, προσέδιδε εἰς αὐτὸν ἰδιαιτέραν "βασανο-γοητείαν".
Ἦτο καλλίφωνος καὶ δωρικός, ὡς καὶ ὁ τάφος του ἐν Χάλκῃ. Μετὰ τὸ Ἑωθινὸν Εὐαγγέλιον ἀνεγίνωσκε καὶ τὸ τῆς ἑορτῆς. Εἰς τὸ "Ὅπως ὑπὸ τοῦ κράτους Σου" ἐτράνταζεν ἡ ἐκκλησία. Τὴν Μ. Πέμπτην τὸ ἑσπέρας εἰς τὴν περιφοράν, ὅταν ἐξεφώνει τὸ "Σήμερον κρεμᾶται" ἔκλαιγεν γοερῶς. Ἠνοχλεῖτο δὲ λίαν καὶ δικαίως, ἐκ τοῦ θορύβου τῶν μειρακίων ἐν τῷ Ἱερῷ, ἀγριοθεωρῶν ταῦτα καὶ ἐπιπλήττων, ἐνῶ εἰς τὰς ρύμας καὶ ἀγυιὰς διένειμεν πρὸς αὐτὰ τὴν εὐχήν του, μετὰ φοντὰν καὶ κουφέτων!
Προσπαθῶν ἴσως "νὰ συνδυάσει" τὸν Ἑλληνισμὸν μετὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἔθυεν ἐνθέρμως εἰς τὸν Βάκχον καὶ εἰς μίαν βάπτισιν μετεωρισθείς, κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ νεογνὸν ὀδύρετο ὡς συνήθως, ἐκμανεὶς ἀνέκραξεν: "Στάσου ρὲ νὰ σὲ κάνω Χριστιανό". Καὶ τοῦτο μόνον εὐτυχῶς. Ἦτο κατὰ τῶν ἐπικηδείων, καθ’ ὅτι οὗτοι τότε συχνάκις "παρηγγέλλοντο"! Ἐνῶ σήμερον οὐχὶ σπανίως τυγχάνουν οὐχὶ μόνον ἐξωπραγματικοὶ ἀλλὰ καὶ γλοιώδεις. Θανούσης δὲ ἐν Χάλκῃ κυρίας τινὸς τοῦ ὁριζοντίου métier καὶ τοῦ συντελοῦντος τὴν ἀκολουθίαν ἐκφωνοῦντος λόγον "ἁγιοποιητικόν", παρενέβη βιαίως, διακόψας αὐτὸν εὐθαρσῶς.
Ἐγνώριζε καλῶς τὸ Κοράνιον –λυπηρὸν δέ, τὸ ὅτι δὲν ὑφίστατο τότε Ἐπιτροπὴ τοῦ Διαλόγου μετὰ τοῦ Ἰσλάμ, διὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἦτο χρήσιμος–, καὶ ἡμέραν τινὰ εἰς τὸ καφενεῖον, ἐκάθισεν παρ’ αὐτῷ ὁ ἰμάμης Ἀχμὲτ καὶ ὁ π. Ἰάκωβος τὸν ἠρώτησέ τι προσθέσας: "Ὁπόταν θέλεις ἀπάντησέ μου". Οὗτος δὲ παρὰ τὰς διεξοδικὰς ἐρεύνας του οὐδὲν εὗρεν, ὁπότε ὁ Παπαϊάκωβος τοῦ τὸ ἐξήγησεν. Πολλά εἰσι τὰ εὐτράπελα, τὰ ὁποῖα παλαιότεροι διηγοῦνται περὶ αὐτοῦ. Ἰδοὺ μερικά: Συνεδέετο μετὰ τοῦ ἀοιδίμου Μαξίμου τοῦ Ε’ ὡς καὶ ὁ Ἀρχιμ. Φ. Βιτάλης, καὶ τοῦ Περγάμου Ἀδαμαντίου. Ἐλειτούργει μετ’ αὐτοῦ, ἔπαιζε δὲ καὶ τάβλιον, κατὰ τὸ ὁποῖον ἐνίοτε δὲν ἠδύνατο νὰ ἀπαλλαγεῖ ἐκ τοῦ πάθους τῆς ὑποκλοπῆς. Διὸ καὶ "λαζικῶς" ἐτιμωρήθη διὰ κεφαλικῆς "ταβλιοχειροτονίας". Ἀνακύψαντός δέ ποτε σπουδαίου θέματος, μετέβη νύκτωρ ἐκ Χάλκης λεμβικῶς πρὸς τὸν ἐν Ἰερείᾳ σχολάζοντα Παναγιώτατον.
Μίαν φορὰν ἐπρόκειτο νὰ ἔλθει εἰς Χάλκην Ἀθηναγόρας ὁ πάνυ, καὶ ὁ κόσμος ἤρχισε νὰ συναθροίζεται περὶ τὸν ναόν, ὁ ὁποῖος ἦτο κλειστός. Ἤρχισαν τότε νὰ τὸν ἀναζητοῦν καὶ τὸν εὗρον καθήμενον, οὐχὶ ἐν τῷ ἱερῷ, ἀλλὰ ἐν τῷ οἴκῳ του. Εἰρωνεύετο τὴν ἐλέῳ Θεοῦ παραδοσιακὴν οἰκονομικὴν γλισχρότητα τῶν ἀρχιερέων, καὶ οὐχὶ μόνον, μὲ τὴν χρῆσιν γαλοτσίων κατὰ τὴν ἄνοδόν των εἰς τὸν Λόφον τῆς Ἐλπίδος, ἐν μέσῳ χειμῶνι. Προπορευόμενός ποτε μικρᾶς "πομπῆς", προσῆλθον πρὸς αὐτὸν οἱ πιστοὶ πρὸς ὑποβολὴν σεβασμάτων, ὁπότε οὗτος ἀνέκραξεν: "ὀπίσω μου ὁ ἐρχόμενος" (Ματθ. 3,11).
Ἡμέραν τινά, ἔφερεν ἁρμενόμορφον καλπάκιον ἐν τῷ Ἱερῷ, ἀνωτέρου δὲ κληρικοῦ παρισταμένου καὶ τοῦτο μεμψαμένου, οὗτος ἤρχισεν τὸν "χορὸν τοῦ Ἡσαΐου" προσεπιδηλώσας: "Καὶ διατί Ὑμεῖς φέρετε κολλάρον;". Ἐφοροεπίτροπος ναοῦ, διαρκῶς κατεπολέμει αὐτὸν –πρᾶγμα διόλου ἀσύνηθες- τούτου χριστομιμητικῶς σιωπῶντος. Τοῦ "Πιλάτου" δὲ εἰς τὰς αἰωνίους μονὰς μεταστάντος, ὁ τελέσας τὴν ταφὴν π. Ἰάκωβος κατέληξεν: "Καὶ τώρα σὲ παραδίδω εἰς τὴν δικαιοκρισίαν τοῦ Θεοῦ".
Εἶχεν δύο οἰκονόμους, ἐξ ὧν ἡ μία ἡ Εὐλαλία. Συκοφαντηθέντος δὲ αὐτοῦ -ὡς συνήθως- ὅτι συνῆψε σχέσεις μετὰ μίας ἐξ αὐτῶν, ἐστάλη ἐπιστολὴ ἐκ Φαναρίου διὰ δύο διακόνων, καὶ τούτων ποιησάντων τὴν νενομισμένην πρὸ αὐτοῦ μετάνοιαν, οὗτος ἀπήντησεν: "Εἴπατε εἰς τοὺς ’’καταδότας’’, ὅτι ἐγὼ βαπτίζω τὰ τέκνα των". Ἐπ’ αὐτοῦ δέ, μαθὼν ὅτι συνέζει τις ἀνύμφευτος καὶ μὴ συναινῶν πρὸς τοῦτο, ἐτέλεσε τὸν γάμον αὐτοῦ ληστρικῶς.
Εἰς φίλον του ἠλεκτρολόγον, ὅτε κατέπεσεν τὸ ἀεροσκάφος τοῦ πρωθυπουργοῦ A. Menderes, εἶπεν: "Μὴν τὸ χαίρεσθε ποὺ γλύτωσε. Αὐτὸς θὰ τραβήξει πολύ". Καὶ ὄντως ἐτράβηξεν. Εἰς τὴν νῆσον Νέανδρον τὰ δίκτυα τῶν ἀλιευόντων ἐσχίζοντο διαρκῶς, ὁπότε ἐκλήθη ὁ π. Ἰάκωβος δι’ "Ἁγιασμὸν τῶν ὑδάτων". Τούτου δὲ γενομένου "οὐκ ἐσχίσθη τὸ δίκτυον" (Ἰωάν. 21,11). Διδαχὴ διὰ τοὺς κρατοῦντας. Ἡ Ἐφοροεπιτροπή, κατὰ τὸ παραδοσιακὸν ἔθος, ἐπεθύμει νὰ ἀπομακρύνει αὐτὸν ὡς "ὑβριστήν", καθ’ ὅτι οἱ πιστοὶ "ἤλασσον τοὺς πόδας" –κατὰ τοὺς Ἑλληνοαμερικανούς–, τ.ἔ. δὲν μετέβαινον εἰς τὴν ἐκκλησίαν. Ὅμως ἐκεῖνος "ἐβόα λέγων" (Μᾶρκ 15,34): "Ὁ κόσμος νὰ χαλάσει, ἐγὼ δὲν φεύγω ἀπὸ ἐδῶ. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μὲ κουνήσει ἀπὸ ἐδῶ". Ἀποβιώσαντός δέ τινος Ἐφοροεπιτρόπου, οἱ λοιποὶ σφόδρα φοβηθέντες, "δι’ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν" (Ματθ. 2,12).
Τοιοῦτος τοίνυν πως, ἦτο ὁ Παπαϊάκωβος. Ἕνας ἀτόφιος Λευΐτης τῆς Βασιλευούσης καὶ τοῦ Πανιέρου Θρόνου. Ἀκουσάτωσαν λαοί, φυλαὶ καὶ γλῶσσαι. Αἰωνία αὐτοῦ ἡ μνήμη!
Θερμὰς εὐχαριστίας εἰς τοὺς ἁγίους Δέρκων, Λύστρων, Λαμψάκου, π. Γ. Τσέτσην καὶ π. Σμάραγδον, καθηγ. Β. Σταυρίδην, Α. Πρόκου-Τουρκὲρ καὶ ὅλως ἰδιαιτέρως εἰς τὸν Ἄρχοντα Ν. Ἀλγιανάκ, διὰ τὰ στοιχεῖα ποὺ ἔδωσαν καὶ τὴν βοήθειάν των.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου