ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΝ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΘΡΟΝΟΥ
(Κεντρικὴ εἰσηγητικὴ ὁμιλία κατὰ τὰς ἑορταστικὰς ἐκδηλώσεις
ἐπὶ τῇ 100ετηρίδι τῆς Α.Ε.Α. Βελλᾶς τῇ 6.10.2011)
ὑπὸ Γέροντος Χαλκηδόνος Ἀθανασίου
"Ἂν θέλεις νὰ προγραμματίσεις δι’ ἕνα ἔτος, φύτευσε ὄρυζαν. Ἂν θέλεις γιὰ μιὰ δεκαετηρίδα, φύτευσε δένδρα. Ἂν θέλεις δι’ ἕνα αἰῶνα, μόρφωσε ἀνθρώπους".
(Tschuang-Tse)
"Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει ἄνθρωπος μόνον διὰ τῆς ἀνατροφῆς".
(Kant)
Σεβασμιώτατοι, ἅγ. Σχολάρχα, Ἐξοχώτατοι Ἐκπρόσωποι τῶν Τοπικῶν Ἀρχῶν, κ. Πρύτανι, κ. Συνάδελφοι, φίλοι φοιτηταί, Κυρίες καὶ Κύριοι,
Εὐχαριστῶ τὸν Σχολάρχην καὶ τὸ ΔΣ τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Βελλᾶς, διὰ τὴν εὐγενῆ αὐτῶν πρόσκλησιν νὰ κάμω τὴν εἰσηγητικὴν ὁμιλίαν, κατὰ τοὺς πανηγυρικοὺς ἑορτασμοὺς τῆς 100ετηρίδος τῆς πατρώας Σχολῆς Βελλᾶς πρὸς τὴν ἀγάπην Σας.
Προτοῦ ὅμως εἰσέλθω εἰς τὸ κύριον θέμα, καλὸν θὰ εἶναι νὰ προτάξω τινα περὶ τοῦ σημαντικοτάτου θέματος τῆς παιδείας, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν βάσιν ὅλων τῶν κοινωνικῶν δομῶν.
Παιδεία σημαίνει τὴν μορφοποίηση τοῦ ἀνθρώπου σχετικῶς πρὸς τὸ "ἀνθρώπινον εἶναι" του, τὰς πνευματικάς του ἱκανότητας. Ἡ ἔννοια σχετίζεται τόσον μὲ τὴν διαδικασίαν τῆς "μορφώσεως", ὅσον καὶ τὴν κατάστασιν τοῦ μεμορφωμένου. Ἓν σημεῖον, τὸ ὁποῖον εἶναι σχεδὸν κοινὸν εἰς ὅλας τὰς θεωρίας μορφώσεως, δύναται νὰ περιγραφεῖ ὡς ἀντανακλαστικὴ σχέσις πρὸς ἑαυτούς, τοὺς ἄλλους καὶ τὸν κόσμον.
Ἡ σύγχρονος δυναμικὴ καὶ γενικὴ ἔννοια τῆς μορφώσεως, ἵσταται εἰς τὴν διὰ βίου ἐξελικτικὴν πορείαν τοῦ ἀνθρώπου, εἰς τὴν ὁποίαν διευρύνει τὰς πνευματικάς, πολιτισμικὰς καὶ κοινωνικάς του ἁρμοδιότητας. Δὲν ὑπάρχει ὅμως οὐδεὶς τέλειος ἄνθρωπος, ἀτομικαὶ θέσεις, καθὼς χρονικοί, χωρικοὶ καὶ κοινωνικοὶ ὅροι θέτουν ὅρια διὰ τὴν ὑλοποίησιν ἑνὸς ὅπως ἂν ἦ προσδιορισθέντος μορφωτικοῦ ἰδεώδους.
Ἡ παιδεία εἶναι μία γλωσσικῶς, πολιτισμικῶς καὶ ἱστορικῶς ἐξηρτημένη ἔννοια μὲ μίαν λίαν περίπλοκον σημασίαν. Διὰ τοῦτο εἶναι ὅλως δυσχερὲς νὰ εὕρη τις ἕνα ἀκριβῆ, ἢ καλλίτερον εἰσέτι ἑνιαῖον προσδιορισμὸν αὐτῆς. Αἱ ἀπόψεις ἐπ’ αὐτοῦ, ποικίλουν σημαντικῶς κατὰ τὴν κατεύθυνσιν καὶ τὸ πεδίον ἐνδιαφέροντος.
Ἡ μόρφωσις παραπέμπει εἰς τὴν εἰκόνα καὶ οὕτω εἰς τὸ μέχρι τῆς ἐποχῆς μας ἀναφερόμενον χωρίον τῆς Γενέσεως (1, 26 κ.ἑ.), συμφώνως πρὸς τὸ ὁποῖον, ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν.
Κατὰ τὸν B. Hoffman ἡ παιδεία νοεῖται ὡς ἡ διάπτυξις καὶ ἐξέλιξις τῶν ψυχοπνευματικῶν ἀξιῶν καὶ διαθέσεων ἑνὸς ἀνθρώπου, διὰ τῆς μορφοποιήσεως καὶ τῆς ἀνατροφῆς. Ἡ λέξις παιδεία ἔχει ὑποβαθμισθεῖ πρὸς χαρακτηρισμὸν ἁπλῶς τῆς μορφολογικῆς γνώσεως. Τότε αὕτη δὲν εὑρίσκεται μακρὰν τῆς ἐπάρσεως ἢ δηλοῖ μόνον, ὅτι θεωρεῖται ὡς σημαντικὸν εἰς τὴν κοινωνικὴν ὠφελιμιστικὴν σκέψιν τῶν κρατούντων.
Κατὰ τὸν D. Goeudevert ἡ παιδεία εἶναι "μία ἐνεργητική, πολύπλοκη καὶ οὐδέποτε περατουμένη διαδικασία εἰς τὴν εὐτυχῆ πορείαν τῆς ὁποίας, ἠμπορεῖ νὰ προέλθει μία αὐτοενεργός, προβληματολύουσα καὶ σφύζουσα ζωῆς προσωπικότης. Ἡ παιδεία δὲν δύναται ὡς ἐκ τούτου νὰ συρρικνωθεῖ εἰς τὴν γνῶσιν. Αὕτη δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς παιδείας ἀλλ’ ἓν βοηθητικὸν μέσον. Ἐκτὸς τούτου, ἡ παιδεία προϋποθέτει δυνατότητα κρίσεως, ἀντανάκλασιν καὶ κριτικὴν ἀπόστασιν πρὸ τῆς πληροφορικῆς προσφορᾶς. Ἀπέναντι τούτου ἵσταται ἡ ἡμιμάθεια ἤ, ἐὰν πρόκειται περὶ προσαρμογῆς ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν ἀντανακλαστικὴν ἀπόστασιν, ἡ ἀφομοίωσις.
Ἡ ἔννοια τῆς παιδείας ἐγνώρισε κατὰ τὴν ἐξέλιξίν της πολλάκις, μίαν ἐννοιολογικὴν μεταλλαγήν. Εἰς τὴν ἑλληνικήν, ἡ ἔννοια τῆς παιδείας εἶναι λίαν συγγενῆς πρὸς τὴν τῆς μορφώσεως.
Δὲν εἶναι τὸ καθῆκον τοῦ ἀνθρώπου νὰ μορφώνεται. Ἡ διαδικασία φέρεται εἰς αὐτὸν ἔξωθεν. Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ Homo insipiens στοχεύει τὸν εὐμόρφωτον (εὐήθη) ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος πρωτίστως διὰ τῆς μορφώσεως δύναται νὰ ἀποβεῖ εἷς πραγματικὸς Homo sapiens. Ὁ Ἔρασμος, ὁ ὁποῖος συνέγραψε ἄνω τῶν 100 βιβλίων μορφώσεως, ἔλεγεν: "ὁ ἄνθρωπος δὲν γεννᾶται ἀλλὰ ἐκπαιδεύεται" καὶ ὅτι "τίποτε δὲν εἶναι φυσικότερον ἀπὸ τὴν ἀρετὴν καὶ τὴν μόρφωσιν - ἄνευ αὐτῶν παύει ὁ ἄνθρωπος νὰ εἶναι ἄνθρωπος". Ἡ λέξις Eruditus (μορφωμένος, διαφωτισμένος) ἐτυμολογικῶς σημαίνει "ἀπο-βαναυσοποιημένος".
Ἡ ἱκανότης τοῦ ἀνθρώπου νὰ δύναται νὰ μάθει, εἶναι ἡ βάσις διὰ τὴν ἀνατροφὴν καὶ τὴν μόρφωσιν. Ἐνῶ ὅμως ἡ ἀνατροφὴ ἐξυπονοεῖ μᾶλλον ἐξωτερικὰς κατευθυντηρίους δυνάμεις τῆς ἐξελίξεως τῆς προσωπικότητος, ἡ μόρφωσις ἀναφέρεται κυρίως εἰς διαδικασίας καὶ ἀποτελέσματα τῆς ἀτομικῆς ἐπεξεργασίας καὶ οἰκειοποιήσεως. Ἡ μόρφωσις ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν ἐπιμόρφωσιν καὶ τὴν ἐπαγγελματικὴν τοιαύτην, δὲν συνδέεται ἀμέσως πρὸς οἰκονομικοὺς σκοπούς.
Καὶ τώρα ἐρχόμεθα πρὸς τὴν ἐκπαιδευτικὴν στρατηγικὴν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου.
Χωρὶς δὲ ἀμφιβολία, εἰς τὸ θέμα αὐτὸ τὸν πρῶτον ρόλον διεδραμάτιζον οἱ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχαι. Οὕτω, Γεώργιος Γεννάδιος Πατριάρχης τοῦ Γένους, εἰς στιγμὰς κρισιμωτάτας, θέτει πρώτιστον μέλημα αὐτοῦ τὴν παιδείαν καὶ καθιδρύει τὴν Πατριαρχικὴν Μεγάλην τοῦ Γένους Σχολήν, ἐν μικρῷ τότε καὶ ταπεινῷ οἰκήματι, πρὸ ἐτῶν πεντακοσίων καὶ πεντήκοντα.
Εἰς τὸ μεταρρυθμιστικὸν πρόγραμμα τοῦ κράτους, τὸ ὁποῖον ὑλοποιήθη μετὰ τὸ Hatt-ı Şerif, τὸ φιρμάνιον τοῦ Σουλτάνου Abdülmecit Ι τὸ 1839, ἐδόθη βασικὴ σημασία εἰς τὴν ἀναδιοργάνωσιν τῆς παιδείας, ἡ ὁποία εἶχεν ἀρχίσει ἐκ τῆς ἐποχῆς Mahmut ΙΙ (1808-1939).
Ὁ υἱὸς τοῦ Abdülmecit προσέδωσε ἰδιάζουσαν σημασίαν εἰς τὸν διαφωτισμὸν τῆς παιδείας, προώθησε ἀκόμη περισσότερον τὰ ἐκπαιδευτικὰ θέματα, διέταξε νὰ ἀνοίξουν νέα σχολεῖα εἰς ὅλα τὰ διαμερίσματα τοῦ κράτους καὶ προσέταξε νὰ καταπολεμηθεῖ μὲ κάθε μέσον ἡ ἀμάθεια.
Ὅμως ἐὰν ἐξαιρέσει τις τὴν Ἑστίαν τοῦ διαφωτισμοῦ τοῦ Γένους, τὴν Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή, θλιβερὰ μᾶλλον παρουσιάζεται γενικῶς ἡ ὄψις τῆς ὁμογενειακῆς ἐκπαιδεύσεως, ἀκόμη καὶ ἕως τὰ μέσα τοῦ 19ου αἰῶνος, ἰδιαιτέρως εἰς τὰς ἐπαρχίας τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας: "τὰ σχολεῖα καθυστερημένα, ἀκατάλληλα ὡς κτίρια, ὅταν ὑπάρχουν, πολλὰς φορὰς δὲν ὑπάρχουν μήτε τὰ "ἀκατάλληλα", οἱ δάσκαλοι κακοπληρωμένοι, ἀναρμόδιοι. Δὲν ὑπάρχουν ἀρκετὰ Παρθεναγωγεῖα…".
Τοῦτο ἐνθυμίζει τὸ "Χαρώνδας ἐνομοθέτησεν πρῶτος τοὺς υἱεῖς ἅπαντας τῶν πολιτῶν μανθάνειν γράμματα τῆς πόλεως χορηγούσης τοὺς μισθοὺς τοῖς διδασκάλοις".3
Ἡ φιλελευθέρα ἀτμόσφαιρα ἡ ὁποία ἐδημιουργήθη μὲ τὴν ἐξαγγελίαν τῶν ἀρχῶν τοῦ Tanzimat4, εὐαισθητοποίησεν ἀκόμη περισσότερον τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον εἰς τὴν κατεύθυνσιν τῆς ἀναβαθμίσεως τοῦ Ἔθνους διὰ τῆς Παιδείας.
Κλῆρος καὶ λαὸς ἐδραστηριοποιήθησαν μετὰ μιᾶς ἀπιθάνου προθυμίας, διὰ νὰ ἀναδιοργανώσουσιν τὴν παιδείαν, εἰς τὴν ὁποίαν ἐστήριζον πάντοτε τὰς ἐλπίδας των, διὰ τὴν πνευματικὴν χειραφέτησιν τοῦ Ἔθνους.
Βεβαίως ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἰς ὅλην τὴν μακραίωνα ἱστορίαν της κατηύθηνε σοφῶς καὶ συνετῶς τὰ πεπρωμένα τοῦ Γένους, ἀντιμετώπισε, ὡς συνήθως, μετ’ ἐπιφυλάξεως τὴν φιλελευθέραν ἀτμόσφαιραν ἡ ὁποία ἐδημιουργήθη, ὅμως ἐκράτησεν θετικὴν στάσιν, ὁ δὲ Πατριάρχης ἐστάθη ὅπως πάντοτε, χειραγωγὸς καὶ ἐμπνευστὴς τοῦ ποιμνίου του.
Τὸ θερμὸν ἐνδιαφέρον τοῦ σεπτοῦ Κέντρου τῆς Ὀρθοδοξίας, διὰ τὴν ὀργάνωσιν τῆς Ἐκπαιδεύσεως τῶν Ἑλληνοπαίδων τῆς Ἐπικρατείας, ἐκδηλώνεται ἀμέσως μὲ τὸν "Κανονισμὸν τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλληνικῶν Σχολείων" τὸν ὁποῖον συνέταξε ἡ Πατριαρχικὴ Κεντρικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἐπιτροπὴ (1.9.1856).
Τριπλοῦς δὲ ἦτο ὁ σκοπὸς αὐτοῦ: α- Νὰ μὴν εἰσάγονται εἰς τὰ σχολεῖα ἀπροσέκτως οἱ τυχόντες ἐκπαιδευτικοὶ καὶ ἀνάξιοι τῆς διδασκαλικῆς ἕδρας καὶ διεφθαρμένοι διδάσκαλοι, β- ἵνα εὐμεγέθως καὶ μετὰ καρποφόρου καλλιεργείας διδάσκεται ἡ Ἑλληνική, γ- ἵνα ὁμοιομόρφως προβαίνει ἡ ἐκπαίδευσις τῆς ὁμογενοῦς νεολαίας ἐν ἅπασι τοῖς σχολείοις καὶ μὴ ποικιλομόρφως, ἀτάκτως.
Καρπὸς τοῦ ἀπαραμίλλου αὐτοῦ ἐνθουσιασμοῦ, εἶναι τὰ καλλιμάρμαρα κοινωφελῆ ἱδρύματα ποὺ κτίζονται εἰς τὴν βασιλεύουσαν καὶ τὴν ἐπαρχίαν, ὅπως ἡ Ἱ. Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, ἡ Ἐμπορικὴ Σχολή, ἡ Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή, τὸ Ζάππειον, τὸ Κεντρικόν, τὸ Ζωγράφειον, ὁ Ἑλληνικὸς Φιλολογικὸς Σύλλογος (1861) καὶ ἄλλα πολλά.
Κατὰ τὴν ἴδια δεκαετίαν τοῦ 1860, τὸ Πατριαρχεῖον προτιθέμενον νὰ ἐνισχύσει τὴν οἰκονομικὴν κατάστασιν τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς, ἐνεθάρρυνε τὴν σύστασιν ἀπὸ φιλογενεῖς τῆς "Κεντρικῆς Φιλεκπαιδευτικῆς Ἀδελφότητος" (1866) μέχρι καταρτίσεως αὐτῆς εἰς Πανεπιστήμιον, ὑπὸ τὴν ἀνωτάτην ἀρχηγίαν τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας διὰ σιγιλλιώδους Πατριαρχικοῦ καὶ Συνοδικοῦ γράμματος (11.12.1867).
Ἡ πρόνοια τῆς Ἐκκλησίας διὰ τὴν χριστιανοπρεπῆ καὶ ἠθικὴν καλλιέργειαν τοῦ χαρακτῆρος καὶ ἡ διανοητικὴ ἀνάπτυξις τοῦ πνεύματος τῆς ὁμογενοῦς νεολαίας, ἐκδηλώνεται εἰς κάθε εὐκαιρίαν, ὅπως μὲ τὴν σύστασιν σχολείων, ἐξασφάλισιν πόρων, διδασκάλων ἐξ ἐπαγγέλματος δεδοκιμασμένων ἐπὶ χρηστοῖς ἢθεσιν.5
Ἡ Ἐκκλησία θέλοντας νὰ συνεχίσει τὰς ἐνεργείας τῆς Πατριαρχικῆς Κεντρικῆς Ἐκπαιδευτικῆς Ἐπιτροπῆς καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου, ἀποφάσισεν δύο ἐκ τῶν τριῶν μελῶν τῆς Ἐκπαιδευτικῆς Ἐπιτροπῆς νὰ εἶναι ἐκ τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Συλλόγου.
Μετὰ δὲ τὴν σύνταξιν καὶ ἔγκρισιν τοῦ Κανονισμοῦ, ἀπέστειλε αὐτὸν πρὸς ὅλους τοὺς Μητροπολίτας τοῦ Θρόνου διὰ τὰ περαιτέρῳ.
Ἡ Πατριαρχικὴ Κεντρικὴ Ἐκπαιδευτικὴ Ἐπιτροπὴ ἦτο ἡ ἀνωτάτη ἀρχή, ἡ ἀντιπροσωπεύουσα τὴν Α.Θ.Π. εἰς πάντα τὰ ἀφορῶντα τὴν παιδείαν, πρὸς ἣν ἔχουσι τὴν ἀναφορὰν πᾶσαι ἐν τῇ περιφερείᾳ τοῦ Θρόνου Ὀρθόδοξαι Σχολαί, Ἐφορεῖαι καὶ αἱ περὶ τῶν Σχολῶν Ἀδελφότητες. Ἕν δηλαδὴ Ὑπουργεῖον τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παιδείας εἰς τὸν χῶρον ἐπιρροῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Ἀψευδεῖς μάρτυρες τοῦ συχνοῦ ἐνδιαφέροντος τῆς Ἐκκλησίας διὰ τὴν παιδείαν τοῦ Γένους, εἶναι καὶ αἱ συστάσεις της εἰς κάθε εὐκαιρίαν πρὸς τοὺς Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου, μὲ Πατριαρχικὰς καὶ Συνοδικὰς Ἐγκυκλίους, διὰ τὴν λυσιτελεστέραν λειτουργίαν τῶν Σχολείων, ὡς τοῦ Πατριάρχου Ἰωακεὶμ (23.12.1878).
Τὸ φιλελεύθερον κλίμα τοῦ Tanzimat ἐκράτησε σχεδὸν ἕως τὸ Σύνταγμα τοῦ 1908. Κατὰ τὴν περίοδον αὐτήν, τὸ Πατριαρχεῖον διὰ τῆς Πατριαρχικῆς Κεντρικῆς Ἐκπαιδευτικῆς Ἐπιτροπῆς, ὀργάνωσε τὴν παιδείαν κατὰ τρόπον ἄρτιον καὶ ὑποδειγματικόν.
Μετὰ τὸ 1908, παρὰ τὰς ἐλπιδοφόρους διακηρύξεις του, ἄρχισαν νὰ διαφαίνονται εἰς τὸν ὁρίζοντα κάποια δυσοίωνα νέφη καὶ εἰς τὴν συνέχειαν δὲν ἤργησαν νὰ ἐκδηλωθοῦν αἱ πραγματικαὶ προθέσεις τῶν ἡγετῶν του, εἰς βάρος τῶν χριστιανικῶν ἐθνοτήτων6. Παραταῦτα τὸ Πατριαρχεῖον ἀντλοῦν θάρρος ἐκ τῶν προνομίων του, ἐσυνέχισε μὲ ἀποφασιστικότητα τὸν ἡγετικόν του ρόλον εἰς τὴν ἐκπαίδευσιν ἕως τὸ 1923, ὅτε, μὲ τὴν νέαν πολιτικὴν κατάστασιν, ἠναγκάσθη νὰ περιορισθεῖ εἰς τὰ αὐστηρῶς θρησκευτικά του καθήκοντα.
Ὅμως δὲν ἐλάττωσε τὸ ζωηρὸν ἐνδιαφέρον του διὰ τὴν νεολαίαν τῆς ὁμογενείας, ἡ πρόοδος τῆς ὁποίας ἐσυνέχισε νὰ ἀποτελεῖ ἕνα ἀναπόσπαστο μέλημά του. Πρᾶγμα ποὺ βλέπουμε εἰς τὴν θερμὴν ἀγάπην τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου πρὸς τὰ πνευματικά του τέκνα, τὸ ὁποῖον ἐκδηλώνεται μὲ τακτικὰς καὶ ἐκτάκτους ὀργανωμένας συναντήσεις του μὲ αὐτά, διὰ τὴν διεύρυνσιν τοῦ πνευματικοῦ των ὁρίζοντα, τὴν ψυχαγωγίαν των καὶ τὴν ἐνίσχυσιν διὰ τὴν συνέχισιν τῶν σπουδῶν των.7
Πάντως ἡ ὁμογενειακὴ παιδεία, λειτουργεῖ ἀπὸ τὸ 1923 ἐντὸς τῶν πλαισίων τῶν νόμων τῆς Τουρκίας καὶ ἀντλεῖ τὸ δικαίωμα τῆς ἰδιαιτερότητός της, ἀπὸ τὰ ἄρθρα 40 καὶ 41 τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάννης.
Βεβαίως, τὸ θέμα τῆς παιδείας τῆς συγχρόνου νεολαίας ἐν Ἑλλάδι καὶ τῷ ἐξωτερικῷ, εὐρύτερον ἐξεταζόμενον, παρουσιάζει ὄχι εὐχάριστον εἰκόνα.
Οὕτω ὁ Σ. Καργᾶκος γράφει: "Δὲν ὑπάρχει κρίση στὴν παιδεία, ὑπάρχει ἐπιθανάτιος ρόγχος. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀναγκαία ἡ παρέμβαση τῆς Ἐκκλησίας: νὰ τὴν ἐξομολογήσει, νὰ τῆς δώσει ἄφεση ἁμαρτιῶν, νὰ τὴν κοινωνήσει καὶ ἀκολούθως νὰ ψάλλει τὸ ‘’Ἄμωμοι ἐν ὁδῷ ἀλληλούϊα’’. Ἡ παιδεία μας ἀπὸ παλαιῶν ἐτῶν θυμίζει τὸ ὑπέροχον πτῶμα τῶν Ντανταϊστῶν. Τὸ πνευματικὸ σκοτάδι ἔγινε χρόνια τώρα περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα στὸν τόπο μας (καὶ ὄχι μόνον). Ἀμετάτρεπτο πεπραγμένο ποὺ τώρα εἶναι πεπρωμένο. Ἡ εὐφημισμένη λεγομένη παιδεία μας δὲν θερμαίνει, δὲν φλογίζει, δὲν φωτίζει, σκοτίζει (παρὰ τὰ περὶ τῆς Παιδείας, Θρησκευμάτων καὶ ‘’Διὰ Βίου Μάθησης’’ διαθρυλούμενα). Τὸν τόνο στὰ σχολεῖα μας δὲν τὸν δίνει ἡ κατάρτιση, ἀλλὰ ὁ ἐξυπνακισμός…. Τί ἦταν μέχρι σήμερα ἡ ἐκπαιδευτική μας πολιτική; Ὁδήγηση μὲ ἁμάξι χωρὶς φρένα καὶ μὲ ὁδηγὸ ἀτζαμῆ. Ὅσο γιὰ τὰ θρησκευτικά, αὐτὰ θὰ γίνουν παραθρησκευτικά…".8
Ἂς ἀναφερθοῦν ἐδῶ μερικὰ μόνον παραδείγματα, δῶρα τῆς "σοφῆς Δύσεως", τὰ ὁποῖα πιθηκικῶς ἀπομιμοῦνται: Ἡ ἀπομάκρυνσις τῶν χριστιανικῶν συμβόλων ἐκ τῶν σχολείων, τὰ προβλήματα ἐπὶ τῶν θρησκευτικῶν μαθημάτων, ἡ διαγραφὴ τῶν χριστιανικῶν ἑορτῶν ἐκ τοῦ ἑορτολογίου κ.ἄ. Ὅλα δὲ αὐτὰ ἐν ὀνόματι τῆς πολυφιλήτου δημοκρατίας, τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, τῆς ἰσότητος τῶν φύλων, ἀνεξαρτήτως φυλῆς καὶ θρησκεύματος, τῆς ἀνοχῆς, τῆς ἄρσεως τῶν συνόρων, τὰ ὁποῖα ἐπέφερον τὸ χάος τῆς παγκοσμιοποιήσεως μὲ ἀπροβλέπτους ἐθνικάς, πολιτικάς, κοινωνικάς, οἰκονομικάς, πολιτισμικὰς καὶ ἄλλας ἀναστατώσεις.
Ἀντ’ αὐτῶν δὲ ἤρχισαν νὰ κυριαρχοῦν τὰ φολκλόρ, τὰ πολιτιστικά, αἱ ὀρχήσεις καὶ αἱ διασκεδάσεις. Καὶ πάντα ταῦτα ἐν ὀνόματι τῆς παιδείας, συνδεόμενα οὐχὶ σπανίως καὶ μὲ Business ἐνίοτε ἴσως "ἀναγκαστικάς", καὶ τὴν προβολὴν (Show). Βεβαίως ὅλά αὐτὰ καλὰ καὶ ἅγια, καὶ ἀναγκαῖα, ὅμως ἐν τῷ μέτρῳ.
Καὶ ποῖαι αἱ συνέπειαι; Ἀ-παιδεία, ἀναλφαβητισμός, ἀντιληπτικὴ καὶ γλωσσικὴ δυσχέρεια καὶ ἀδυναμία καὶ ἄλλα πολλά.
Ἂς εὐχηθῶμεν, ὅτι πάντα ταῦτα θὰ βελτιωθῶσιν διὰ τὸ καλὸν τοῦ Γένους καὶ τῆς ἀνθρωπότητος.
Σᾶς εὐχαριστῶ
Ὑποσημειώσεις:
1- Α. Παπᾶ, Ἡλιουπόλεως καὶ Θείρων, Σκέψεις ἐπὶ τῆς ἐννοίας, τοῦ σκοποῦ καὶ τοῦ χαρακτῆρος τῆς παιδείας. Λόγος ἐκφωνηθεὶς τῇ 30ῇ Ἰανουαρίου 1974 ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἐν τῷ Πανσέπτῳ Πατριαρχικῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, Τοῦ Αὐτοῦ, Ρινήματα θεολογικά, τεχνοκριτικά, ἱστορικὰ καὶ ἄλλα τινα ἀπὸ τὸ Βόσπορο Β΄, Θεσσαλονίκη 2006, 17-25. Τοῦ Αὐτοῦ, Σκέψεις ἐπὶ τοῦ μεταδότου καὶ παραλήπτου τῆς παιδείας. Λόγος ἐκφωνηθεὶς τῇ 30ῇ Ἰανουαρίου 1979 ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἐν τῷ Πανσέπτῳ Πατριαρχικῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, Ἔνθ. ἀνωτ. 41-49. Τοῦ Αὐτοῦ, Σκέψεις ἐπὶ τῶν ἐννοιῶν μαθήσεως, ἀναγνώσεως καὶ γνώσεως. Λόγος ἐκφωνηθεὶς τῇ 30ῇ Ἰανουαρίου 1982, ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἐν τῷ Πανσέπτῳ Πατριαρχικῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, Ἔνθ. ἀνωτ. 53-61. Τοῦ Αὐτοῦ, Ἡ παιδεία ἐν ἀναφορᾷ πρὸς νεώτερα "φαινόμενα" τῆς Νεολαίας. Ὁμιλία λεχθεῖσα κατὰ τὴν τετάρτη ἐτήσια ἐκδήλωση πνευματικοῦ χαρακτήρα, τῶν πέντε Κωνσταντινουπολίτικων Σχολικῶν Συνδέσμων (Ζαππίδων, Ζωγραφειωτῶν, Ἰωακειμιάδων, Κεντρικιάδων καὶ Μεγαλοσχολιτῶν) στὸ Ἵδρυμα Εὐγενίδη στὴν Ἀθήνα τῇ 8.02.1998, Ἔνθ. ἀνωτ. 209-222. Α. Παπᾶ, Χαλκηδόνος, Χαίρετε λαοί…. καὶ ἀγαλλιάσθε… "Δράξασθε παιδείας μήπω ὀργισθεῖ ὁ Κύριος", Ἀπογευματινὴ 4.5.86 (2011) 4. Π. Κ. Βλάχου, Παιδεία Ἑλληνική. Αἴτια ὑποβαθμίσεως-προτάσεις δι’ ἀνόρθωσιν, Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. 1877, 6.5.51 (2011) 4.
2- Β. Βετσοπούλου - Π. Μίχα - Ι. Μιχαηλίδη - Σ. Ροΐδη, Περὶ τῆς πνευματικῆς, ἐκπαιδευτικῆς καὶ συγγραφικῆς δραστηριότητος τῶν διδαξάντων εἰς τὸ "Ζωγράφειον" καὶ ἀλλαχοῦ Γυμνασιαρχῶν, Καθηγητῶν καὶ Διδασκάλων, Δελτίον Κέντρου Κωνσταντινουπολιτῶν (1973) 84-108, 84-97, 93, 97, 98-103, 104-108. Δ. Φραγκόπουλου, Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἡ ὀργάνωση τῆς ὁμογενειακῆς Παιδείας κατὰ τὴν μεταρρυθμιστικὴ περίοδο τοῦ Τανζιμάτ, Orthodoxe Globe τεῦχ. 1 (1996) 55-66. Κ. Μάρκου, Ἡ ἐκπαιδευτικὴ τῶν Ρωμιῶν τῆς Πόλης στὸ πλαίσιο τοῦ μειονοτικοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος, Σύλλογος Κωνσταντινουπολιτῶν, Πόλη καὶ Παιδεία "οὐκ ἔτι ἑάλω καὶ ἐὰν ἑάλω ἡ Πόλις", Ἀθήνα 1997, 25-41. Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου, ἐπιμ., Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἡ Ὀθωμανικὴ Διοίκηση καὶ ἡ Ἐκπαίδευση τοῦ Γένους. Κείμενα-Πηγές: 1830-1914, Ν. Π. Τερζῆ - Σ. Ζιώγου – Καραστεργίου, Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο Νεοελληνικῆς Ἐκπαίδευσης, Θεσσαλονίκη 1998, 267-278, Κ. Τσεβίκ, Κοινωνία καὶ ἐκπαίδευση στὴν Πόλη στὸ β΄ μισὸ τοῦ 19ου αἰώνα καὶ ἡ Πατριαρχικὴ Ἀστικὴ Σχολὴ Μαρασλῆ, Ἠχὼ ἀρ. 6472 15.6. (2005) 1, 3, 4. Δ. Φραγκόπουλου, Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ἡ Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολὴ καὶ ἡ ἐπιβίωση τῆς πολίτικης Ρωμιοσύνης. Ἐπίκαιροι στοχασμοὶ ὡς ἐπιστέγασμα τῶν πολλαπλῶν πανηγυρικῶν ἐκδηλώσεων στὰ πλαίσια τοῦ ἑορτασμοῦ 550 ἐτῶν προσφορᾶς τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς στὴν Παιδεία τοῦ Γένους. Ὁμιλία στὸ Προξενικὸ Σισμανόγλειο Μέγαρο 28 Ἰανουαρίου 2005. Ἀπογευματινὴ 7-11.2.79 (2005) 1, 3. Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς Νεότητος. Γ. Δώριζα, ἐπιμ., Ἐρευνητικὸ Ἵδρυμα Πολιτισμοῦ καὶ Ἐκπαιδεύσεως. 10 Διεθνὲς Ἐκπαιδευτικὸ Συνέδριο "Λαϊκὸς Πολιτισμὸς Ἐκπαίδευσις" 2007. Α. Ἀντωνόπουλου, Οἱ Ἕλληνες τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καὶ τὸ Ἀνατολικὸ Ζήτημα 1866-1881. Ἡ μαρτυρία τοῦ Νεολόγου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, Ἀθήνα 2007 (Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτῶν) 40-51, 109-143. Ι. Χ. Ἰακωβίδη, Ἡ ἔνταξη στὴν Ἑλλαδικὴ Κοινωνία τῶν Ἑλλήνων τῆς Κωνσταντινουπόλεως 1955-2000. Σύγκριση μὲ τοὺς Αἰγυπτίους, Μικρασιᾶτες, Ποντίους καὶ τὴν ἀντίστοιχη διαδικασία ἐνσωμάτωσής τους, Ἀθήνα 2007 (Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτῶν) (Διδακτ. Διατρ.). Σύνδεσμος Ἀποφοίτων Ζωγραφείου. Συναντήσεις στὴν Πόλη. Τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον. Κείμενα γιὰ τὴν ρωμαίηκη κοινότητα τῆς Κωνσταντινούπολης, Ἀθήνα 2009. Μ. Ἀναστασιάδου - Π. Ντυμόν, Οἱ Ρωμηοὶ τῆς Πόλης. Τραύματα καὶ προσδοκίες, Ἀθήνα 2007, 91-95, 121, 244-253. M. Anastassiadou - P. Dumont, Les Grecs d’ Istanbul et le patriarcat oecuménique au seuil du XXIe siècle. Une communauté en quête d’ avenir, Παρίσι 2011. Ε. Σαρίογλου, ἡ ἐπιρροὴ τῆς Τουρκικῆς Πολιτικῆς στὴν Ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση τῆς Πόλης 1923-1997, Ἀθήνα 2011, 119-157.
3- Διοδώρου Σικελιώτου, Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη, Βιβλίο 12, Κεφ. 12.
4- Α. Ἀντωνόπουλου, Ἔργ. μνημ. 109-143.
5- Δὲς τὴν Πατριαρχικὴν καὶ Συνοδικὴν Ἐγκύκλιον περὶ τῆς παιδείας πρὸς τοὺς Μητροπολίτας τοῦ Θρόνου (18.10.1871). Πρβλ. καὶ Μ. Ι. Γεδεών, Παιδεία καὶ πτωχεία παρ’ ἡμῖν κατὰ τοὺς τελευταίους αἰῶνας, Κωνσταντινούπολις 1893, 29, 30, 32.
6- Ε. Σαρίογλου, Ἔργ. μνημ. 119-157.
7- Δ. Φραγκόπουλου, Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, 1,3. Τοῦ Αὐτοῦ, Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, 55-66.
8- Σ. Καργάκου, Κρίσις ἢ ἐπιθανάτιος ρόγχος, 7.2.2011. Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. 1864, 51 (2011) 2.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου