Ὁμιλία
τῆς Α.Θ.Παναγιότητος
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου
κ.κ. Βαρθολομαίου
ἐν τῷ Ἱ. Ναῷ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου
Ἁγίων Θεοδώρων Ἴμβρου
(23 Αὐγούστου 2014)
Φίλτατε ποιμενάρχα ἡμῶν τῶν Ἰμβρίων καί λοιποί Ἱερώτατοι καί προσφιλέστατοι ἀδελφοί Ἱεράρχαι,
Ἐξοχώτατε κ. Ὑπουργέ Μακεδονίας- Θρᾴκης,
Τίμιον πρεσβυτέριον,
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, συμπατριῶται, συνέκδημοι, φίλοι, προσκυνηταί ὅλοι μας τῆς Μεγαλόχαρης,
Ἰδού καί πάλιν ὅλοι ἐμεῖς στήν Ἴμβρο, στό νησί τῆς καρδιᾶς μας, τῶν καϋμῶν μας, τῶν πατέρων μας, τῆς ἀτέλειωτης νοσταλγίας μας. Ἐμένα προσωπικά μέ ἐκφράζουν ὡς ἄριστα τά λόγια τοῦ μεγάλου συμπατριώτου μας ἀπό τό Γλυκύ πού ἔχω τήν τιμή νά φέρω τό ὄνομά του ἐδῶ καί 53 χρόνια ἔγραφε λοιπόν ὁ Βαρθολομαῖος ὁ Κουτλουμουσιανός τό 1830 στόν τότε Μητροπολίτη Ἴμβρου: «οὔτ᾿ ἔπαυσα, οὔτε θέλω παύσει, ἐν ὅσῳ ζῶ, ἐνθυμούμενος αὐτήν - τήν Ἴμβρον - μέ τόν ἔνθερμον πόθον εἰς τήν καρδίαν τοῦ νά πατήσω καί αὖθις τό ἱερόν της ἔδαφος».
Χαίρομαι πού τή λατρεία μου γιά τό νησί μας τήν γνωρίζουν καί τήν ἀναγνωρίζουν καί οἱ νέοι τῆς Ἴμβρου, πρός τούς ὁποίους εἶχα τή χαρά νά ἀπευθυνθῶ πρίν ἀπό τρία χρόνια στόν σύλλογό μας στήν Ἀθήνα καί νά τούς προτρέψω νά ἀγαποῦν, νά σκέπτωνται καί νά ἐπισκέπτωνται τόν τόπο τῆς καταγωγῆς των. Εὔχομαι νά τούς ἔπεισα! Ἕνας ἀπό αὐτούς ἔγραφε γιά τόν Ἴμβριο Πατριάρχη ὅτι «εἶναι γνωστός παντοῦ γιά τήν ἀγάπη πού ξεχειλίζει ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς του γιά χώματα ἁγιασμένα, γιά λόγγους καί βουνά, γιά θάλασσες κι᾿ ἀκρογυαλιές, γιά ἐξωκκλήσια ἀμέτρητα ἐρημικά πού ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ φωλιάζει μέσα τους, ἐνῷ Ἅγιοι καί Ἄγγελοι ταξιδεύουν γύρω τους καί φωτίζουν τήν ἀληθινή πορεία πού πρέπει νά ἔχῃ ὁ καθένας μας». Τόν εὐχαριστῶ αὐτόν τόν νέο συμπατριώτη μας, χαίρω διότι συμπίπτουμε καί συμπορευόμεθα καί τόν συγχαίρω πού αἰσθάνεται καί γράφει τόσο ὡραῖα.
Καί γιά νά συνεχίσω μέ τήν ἀγάπη πρός τήν πατρίδα τοῦ καθενός μας γενικά, ἀκοῦστε τί ἔγραψε κάποιος ξένος (Στίβεν Πρέσφλιντ): «Ποιά εἶναι αὐτή ἡ δύναμη πού ἀσκεῖ ἐπάνω μας ἡ γενέτειρα γῆ καί μᾶς ἔχει αἰχμαλώτους; Νομίζουμε ὅτι τήν κρατᾶμε ἐμεῖς, ἀλλά μᾶς κρατᾶ ἐκείνη. Δέν ἀνήκει σέ μᾶς, ἀλλά ἐμεῖς ἀνήκουμε σέ ἐκείνη».
Κι᾿ ἐπειδή κι᾿ ἐμεῖς ἀνήκουμε ὁλοκληρωτικά, ψυχῇ τε καί σώματι, σ᾿ αὐτήν τήν γενέτειρα γῆ, γυρίζουμε σ᾿ αὐτήν, τώρα περισσότεροι καί συχνότερα, ἀραιότερα καί λιγώτεροι εἰς τό παρελθόν, ὅταν τραγικά ὀρφανέψαμε ἀπό πατρίδα, γέμισαν οἱ ψυχές μας ἀπό πληγές, φύγαμε «μέ σχισμένα τά πανιά τῆς ἐλπίδας καί τσακισμένα τά ξάρτια τῶν ὀνείρων» μας, ἤπιαμε τά πικρά ὕδατα τῆς Μερᾶς (Ἔξοδ. 15, 25). Καί ἡ Ἴμβρος ἔγινε ἡ «γῆ τῶν ἀπουσιῶν», ὅπως θά ἔλεγε ἡ Κική Δημουλᾶ. Ὅπου κι᾿ ἄν ταξιδέψαμε ὅλες αὐτές τίς πονεμένες δεκαετίες, ἡ Ἴμβρος ἐξακολούθησε νά μᾶς πληγώνῃ, γιά νά παραφράσουμε τόν μικρασιάτη νομπελίστα ποιητή μας.
Καί ἔρχονται τώρα, μέ τή χάρι τῆς Παναγίας, μετά τίς καταιγίδες καί τίς ἀντάρες, καλύτεροι χρόνοι καί καιροί, καί γυρίζουμε στήν πατρίδα πιό γελαστοί καί πιό αἰσιόδοξοι γιά ἕνα καλύτερο καί δικαιότερο αὔριο. Ὄχι βέβαια ὅτι βρίσκουμε τώρα «τίς δώδεκα πηγές τῶν ὑδάτων εἰς Αἰλείμ» (Ἔξοδ. 15, 27, ἀριθμ. 33,9), οὔτε τήν «πηγήν τοῦ ἀενάου ποταμοῦ» (Σ. Σολομ. 11, 6), ὅπως λέγει ἡ Παλαιά Διαθήκη˙ ἀντιθέτως˙ ὕστερα ἀπό τά παιδικά μας χρόνια, ὅταν τό νησί μας ἔσφυζε ἀπό ζωή, τώρα ἐπιστρέφουμε «μέσα σέ τοῦτα τά χωριά τ᾿ ἀποδεκατισμένα», γιά νά θυμηθοῦμε καί πάλι τόν Σεφέρη. Βρίσκουμε ὅμως καί ἕνα σχολεῖο ὅπου διδάσκεται ἐπί τέλους ἡ γλῶσσα τῶν πατέρων μας καί ἀνοίγει τώρα τό μεγαλύτερο σχολεῖο μας πού κάνει καί τίς ἐλπίδες μας μεγαλύτερες καί τίς εὐχαριστίες μας θερμότερες πρός ὅλους ἐκείνους, Ἰμβρίους καί μή, ὁμογενεῖς καί ἀλλογενεῖς, πρόσωπα καί θεσμούς, πού κάνουν τά ὄνειρά μας πραγματικότητα.
Περιμένουμε οἱ Ἴμβριοι καί τήν ἀπόδοσι τοῦ αὐτονοήτου δικαιώματος νά κληρονομοῦμε τίς περιουσίες τῶν πατέρων μας, ἀνεξαρτήτως ὑπηκοότητος. Ἄλλωστε, ὅσοι ἐξ ἡμῶν ἔχασαν τήν ὑπηκοότητα, δέν τήν ἔχασαν ἐξ ὑπαιτιότητός των, ἀλλά σάν ἀποτέλεσμα τοῦ ξεκληρίσματός μας, πρίν ἀπό 50 χρόνια ἀκριβῶς, μετά τό περίφημο κατάπτυστο πρόγραμμα διαλύσεως, τό ὁποῖο σήμερα φαίνεται ὅτι θά παραπεμφθῇ στό ἑδώλιο τοῦ κατηγορουμένου – αὐτό καί οἱ ἐμπνευσταί του καί οἱ ἐκτελεσταί του. Καί νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἄδικο καί παράλογο νά θεωρῆσαι ξένος καί πολίτης δευτέρας κατηγορίας στόν τόπο σου, εἴτε αὐτός εἶναι ἐνόριος εἴτε παραμεθόριος.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,
παρατήρησε κάποιος ὅτι «τό Αἰγαῖο συμβολίζει διαφορετικές πτυχές γιά τούς δύο Ἕλληνες νομπελίστες, αὐτή τοῦ φωτός καί τοῦ γαλάζιου γιά τόν Ὀδυσσέα Ἐλύτη καί αὐτή τῆς προσφυγιᾶς, γιά τόν Γιῶργο Σεφέρη». Ἔ, λοιπόν, ἐμεῖς οἱ Ἴμβριοι σάν γνήσιοι Αἰγαιῶτες, ἔχουμε μαζί μέ τόν Σεφέρη, νωπές τίς ἐμπειρίες τῆς προσφυγιᾶς καί ἀνοιχτές τίς οὐλές τῶν πληγῶν τοῦ προσφάτου παρελθόντος μας, ἀλλά λουζόμαστε καί μέ τόν Ἐλύτη μέσα στό φῶς καί μέσα στό γαλάζιο τοῦ Αἰγαίου καί τό χαιρόμαστε καί ἐλπίζουμε καί ἀνασυγκροτούμεθα καί αἰσιοδοξοῦμε. Ἔλεγε ὁ Σεφέρης πάλι στίς «Δοκιμές» του: «Δέ γυρεύω μήτε τό σταμάτημα, μήτε τό γύρισμα πρός τά πίσω˙ γυρεύω τό νοῦ, τήν εὐαισθησία καί τό κουράγιο τῶν ἀνθρώπων πού προχωροῦν ἐμπρός». Ἄς ἀποδείξουμε ἑνωμένοι καί συνεργαζόμενοι καί αἰρόμενοι ὑπεράνω μικροτήτων ὅτι διαθέτουμε καί νοῦ καί εὐαισθησία καί κουράγιο. Καί, ὑπεράνω ὅλων, ἀγάπη καί πάθος γιά τήν πολύπαθη καί πολυπόθητη πατρίδα, γιά τήν ὁποία μποροῦμε ἀβίαστα νά λέμε: «τήν ἡμέρα σέ ἀναπολῶ καί τή νύχτα σέ ὀνειρεύομαι».
Μαζί μέ τά ἄλλα εὐχάριστα πού συμβαίνουν γύρω μας τόν τελευταῖο καιρό, νά ἀναφέρουμε καί τήν ἐνεργό συμμετοχή τοῦ στοιχείου μας στίς πρόσφατες δημοτικές ἐκλογές πού ἐξησφάλισε τήν ἐκλογή ὁμογενῶν προέδρων καί συμβούλων σέ ἀρκετά χωριά, καθώς ἐπίσης καί νά χαιρετίσουμε τήν ἵδρυση τοῦ Συνδέσμου τοῦ Σχοινουδίου πού θά βοηθήσῃ τήν ἀνάπτυξι τοῦ πιό μεγάλου ἀλλά καί τοῦ πιό ἄτυχου χωριοῦ τοῦ νησιοῦ μας, ὡς καί τήν σύστασι τοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ καί Μορφωτικοῦ Συνδέσμου πού θά ἀσχοληθῇ εἰδικῶς μέ τά θέματα τῶν σχολείων μας καί τῆς Παιδείας. Ἐλπιδοφόρες καί εὐοίωνες ἐξελίξεις πού μᾶς κάνουν νά αἰσθανώμεθα εὐγνωμοσύνη καί νά ἐκφράζουμε τίς εὐχαριστίες μας σέ ὅσους συνέβαλαν σ᾽αὐτές.
Φυσικά καί δέν λησμονοῦμε καί τήν συνέχισι τῆς πολύτιμης προσφορᾶς σέ ὅλα τά θέματα πού μᾶς ἀπασχολοῦν τῶν ἐν Ἀθήναις καί ἐν Θεσσαλονίκῃ σωματείων μας, πρός τούς ἐκπροσώπους τῶν ὁποίων ἐκφράζουμε τήν Πατριαρχική εὐαρέσκειά μας αὐτή τήν ἐπίσημη στιγμή.
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία μας πού δέν μᾶς ἐγκαταλείπει, ἀλλά μᾶς σκέπει καί μᾶς νοιάζεται καί μᾶς φροντίζει σάν μητέρα στοργική. Εἶναι ἡ πιό μεγάλη Μάνα τοῦ κόσμου, διότι ἐγέννησε τόν πιό μεγάλο Υἱό, τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρα τοῦ κόσμου.
Σήμερα, στή γιορτή της, χαιρετίζουμε καί εὐλογοῦμε ὅλες τίς Ἰμβριώτισσες μητέρες, τίς ἐδῶ καί τίς ἐν ἀποδημίᾳ, καί προσευχόμεθα γιά τήν ἀνάπαυσι τῶν ψυχῶν ἐκείνων πού ἔφυγαν, ἀφοῦ μᾶς ἐδίδαξαν τήν πίστι στό Θεό καί τήν ἀγάπη πρός τήν πατρίδα. Ἐάν ἔχουμε σήμερα μέσα μας αὐτό τό πάθος γιά τήν Ἴμβρο, τό ὀφείλουμε σ᾽αὐτές καί στούς πατέρες μας πού μᾶς ἐγαλούχησαν καί μᾶς ἐξέθρεψαν ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου.
Αἰωνία τους ἡ μνήμη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου