Του Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Τσέτση
Είχε καιρό να ασχοληθεί με την αφεντιά μου ο υπερπόντιος και εις το όνομα Παναγιώτης Τελεβάντος ακούων αυτοπροσδιόριστος «κριτής της οικουμένης»! Με αφορμή μια φωτογραφία που ελήφθη κατά την πρόσφατη επίσκεψη της Α.Θ.Π., του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, και στην οποία εμφανίζομαι με κοσμική περιβολή, ερωτά γιατί δεν φορώ ράσο. «Για να κυκλοφορείτε, παρατηρεί, αράσωτοι στην Τουρκία, προφασίζεστε την απαγόρευση του Τουρκικού Κράτους. Ποιός σας απειλεί στην Ελβετία και κυκλοφορείτε αράσωτοι; Προφανώς κανείς δεν σας απειλεί». Και περαίνει τον λόγο του με την εξής αποστροφή: «Μόνον το οικουμενιστικό και νεωτεριστικό σας φρόνημα και ο λίβας της εκκοσμίκευσης που κατέκαψε την ικμάδα της ψυχής σας, σας οδηγεί να κυκλοφορείτε αράσωτοι».
Θέλω, λοιπόν, να καθησυχάσω τον εν λόγω «ιεροεξεταστή», και μαζί μ’αυτόν όσους θέτουν το ίδιο ερώτημα. Ουδείς μας απειλεί στην Ελβετία. Ούτε στην Τουρκία εξάλλου. Αν κυκλοφορούμε στην Γενεύη με κοσμική αμφίεση, είναι από νομιμοφροσύνη προς τα κρατούντα στη Δημοκρατία και το Καντόνιο της Γενεύης το οποίο, με νόμο που ψηφίσθηκε από το Κοινοβούλιό του το 1875, απαγόρευσε την εκτός χώρων λατρείας ρασοφορία. Τούτο ισχύει και για τους χριστιανούς κληρικούς και για τους ιμάμηδες και για τους Ραββίνους. Η ρασοφορία, επιτρέπεται μόνο στους επικεφαλής των διαφόρων θρησκευμάτων και στους διερχόμενους επισκέπτες. Όπως συμβαίνει και στην Τουρκία.
Χάριν εκείνων που αγνοούν ενδεχομένως την ιστορία του απαγορευτικού αυτού μέτρου, πληροφορώ ότι τούτο έχει σχέση με το Kulturkampf, τουτέστι την διαμάχη που είχαν τον 19ο αιώνα τα ευρωπαϊκά κράτη με τον Πάπα έπειτα από το «αλάθητο» που του είχε αναγνωρίσει η Α΄ Βατικανή Σύνοδος (1869-1870). Ο οποίος Πάπας Πίος θ΄, με βάση το Συνοδικό αυτό θέσπισμα, ήγειρε την αξίωση όπως στο εξής οι Ρωμαιοκαθολικοί πιστοί είναι υποτεταγμένοι σ΄αυτόν και όχι στις Κυβερνητικές Αρχές των χωρών όπου διαβιούσαν. Πράγμα το οποίο ήταν αδιανόητο στην Γενεύη, την «πόλη του Καλβίνου»! Σημειωτέον ότι μαζί με την απαγόρευση της ρασοφορίας, στη Γενεύη είχαν διαλυθεί τα Ρωμαιοκαθολικά Μοναστικά Τάγματα, με πρώτο εκείνο των Ιησουϊτών, και με απόφαση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης είχε απελαθεί από την Ελβετία ο Βοηθός Επίσκοπος Γενεύης (μετέπειτα δε Καρδινάλιος) Gaspard Mermillod.
Έπειτα από την διευκρίνηση αυτή, ας μου επιτραπεί να θέσω ένα απλό ερώτημα σε όσους τείνουν να αναγάγουν το ζήτημα της ρασοφορίας σε «θέμα πίστεως» και φρονούν ότι άξιοι του ιερατεύειν είναι μόνο οι «παραδοσιακοί» κληρικοί, ήτοι οι ρασοφορούντες και, μάλλον, οι έχοντες «αλογοουρά» και γενειάδα μέχρι τον ομφαλό!
Λοιπόν, αδελφοί, από πότε το ράσο, η κατ΄εξοχήν καλογηρική αυτή ενδυμασία, επεβλήθη στον εν τω κόσμω ζώντα και διακονούντα εφημεριακό κλήρο; Αγνοείτε ότι στην πρωτογενή Εκκλησία, μέχρι τον δ΄ αιώνα οι κληρικοί δεν φορούσαν ράσα, παρά μόνο απλά ενδύματα όπως ο λοιπός κόσμος; Ή δεν γνωρίζετε ότι το Ευχολόγιο του Goar σημειώνει πως οι εφημεριακοί κληρικοί μετά την τέλεση της Θείας Λειτουργίας απεκδύονταν τα άμφιά τους και φορούσαν κοινά ενδύματα. Ουδέποτε ακούσατε η αναγνώσατε ότι επί τουρκοκρατίας ο εφημεριακός κλήρος της Ελλάδος, κυρίως στη ύπαιθρο, φορούσε φουστανέλλες, βράκες και φέσια, και ότι η απόπειρα του Νεοφύτου Δούκα να επιβάλει το ράσο στους έλληνες κληρικούς, είχε χαρακτηρισθεί από τον Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο ως «μεταρρύθμιση»;
Στην Ελλάδα το καλογηρικό ράσο για τούς εκτός Μονών διαβιούντας και εφημερεύοντας κληρικούς επεβλήθη το 1855 με Συνοδική Εγκύκλιο. Έχει δηλ. ιστορία μόλις 162 ετών! Διά τούτο παύσατε, αγαπητοί, να ομιλείτε λαϊκιστικώ τω τρόπω περί «παραδόσεως» και «παραδοσιακών» κληρικών. Εξάλλου «τα ράσα δεν κάμουν τον παπά», καθώς λέγει το γνωστό λόγιο, αλλά ο τρόπος με τον οποίο ποιμαίνει αυτός τους πιστούς που του ενεπιστεύθη η Εκκλησία.
Ὁσο για την αποστροφή του προαναφερθέντος επιτιμητού, ότι δηλ. εκείνο που με οδηγεί στο να κυκλοφορώ αράσωτος είναι «το οικουμενιστικό και νεωτεριστικό μου φρόνημα και ο λίβας της εκκοσμίκευσης που κατέκαψε την Ορθόδοξη ικμάδα της ψυχής μου», απλώς λέγω ότι τούτο θα το κρίνει ο «ετάζων καρδίας και νεφρούς» Θεός, και όχι οι παντός είδους «Τελεβάντοι», ούτε οι πάσης φύσεως, αποτειχισμένοι ή μη, «ορθοδοξισταί».
Δύο Ρουμελιώτες ιερείς, συναγωνιστές στον ΕΛΑΣ, ο παπά-Χολέβας και ο παπά-Ανυπόμονος.
Ο ένας με ράσα, ο άλλος χωρίς. Φωτ. Σπύρος Μελετζής
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου