Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου
Σε κείμενό του στο διαδίκτυο, το οποίο δημοσιεύθηκε και στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ (17-2-2021), ο δημοσιογράφος Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος, από την …αλήστου μνήμης εποχή Χριστοδούλου, αναφέρθηκε σε δικό μου κείμενο χωρίς να με κατονομάσει.
Ελπίζω πως δεν με φοβάται, γιατί και άλλη φορά με τίμησε με επιτιμητικές αναφορές του, πάλι χωρίς να …ψελλίσει το όνομά μου.
Αυτή τη φορά τον ευχαριστώ θερμά για να ξεκαθαρίσουμε, κάπως, τα πράγματα, γύρω από ένα πολύ σημαντικό θέμα.
Έχοντας υπ’ όψιν του, λοιπόν, ο κ. Παπαθανασόπουλος το κείμενό μου «Ο ένοπλος αγώνας των κληρικών δεν μπορεί να είναι η σημαία της Εκκλησίας», απάντησε, θα λέγαμε, με το δικό του «Μνήμη κληρικών ηρώων του 1821».
Το δικό μου κείμενο είχε ως αφορμή εισήγηση σε συνέδριο, με θέμα: «Η συμβολή της Εκκλησίας στον ένοπλο αγώνα του ΄21», που πραγματοποίησε ο μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος.
Λόγω μεγάλης …επιτυχίας, η εν λόγω εισήγηση έγινε και «ψηφιακό Αρχονταρίκι» σε γνωστό site της Μονής Βατοπαιδίου, το οποίο αποφάνθηκε ότι
«αφύπνισε χιλιάδες Έλληνες με τον λόγο του ο Μητροπολίτης Πατρών».
Φυσικά ακούστηκαν τα γνωστά …σκλήφεια γλυκανάλατα λογάκια και η διαπραγμάτευση του θέματος ήταν ολότελα ρηχή, αφού ο μητροπολίτης Πατρών είναι εμφανές ότι δεν έχει καμία γνώση των σχετικών πηγών. Προφανώς αγνοεί τον όγκο των εγγράφων στην ΕΒΕ γύρω από το θέμα, πολλά από τα οποία έχουν εκδοθεί.
Ο κ. Παπαθανασόπουλος, τώρα, φωτογραφίζοντάς με έγραψε, μεταξύ άλλων:
«Κάποιοι Συνέλληνες, λόγω ιδεοληπτικών εμμονών, αδυνατούν να δεχθούν την ιστορική αυτή πραγματικότητα (εννοεί την προσφορά του Κλήρου στο 1821). Υπάρχουν και κάποιοι που υποστηρίζουν ότι κακώς κληρικοί συμμετέσχον στον ένοπλο αγώνα του 1821 και πως οι σημερινοί κληρικοί δεν πρέπει να τους επαινούν!
Ως τεκμήριο επικαλούνται το πονημάτιο του πρωτοπρεσβυτέρου Κων. Καλλινίκου «Χριστιανισμός και Πόλεμος».
Και παραθέτει το σχετικό απόσπασμα που είχα επιλέξει, παραλείποντας, όμως, το καίριο:
«Οἱ προμνημονευθέντες εὐεργετικώτατοι ὄντως ἄνδρες (δηλ. αγωνιστές κληρικοί), οἱ ἐξ ἀνάγκης μαχαιροφορέσαντες καὶ τουρκικὸν ἐκχύσαντες αἷμα, δὲν ἠμποροῦν νὰ ἀνυψωθοῦν εἰς τὴν τάξιν τῶν ἁγίων, οἱ ἀείμνηστοι τοῦ Εἰκοσιένα μας κληρικοί, οἱ καταφυγόντες εἰς τὰ ὅρη καὶ τὰς ὀπᾶς τῆς γῆς, ἀφοῦ ἄλλος τρόπος ζωῆς δὲν τοῖς ὑπελήφθη, δὲν ἐκπροσωποῦν τὴν λευκὴν καὶ χιονώδη Χριστιανικὴν τελειότητα...».
Περί αυτής ο λόγος, κ. Παπαθανασόπουλε. Περί της «λευκής και χιονώδους Χριστιανικής τελειότητος», και δη όταν αναφερόμαστε σε ιερείς του Θεού του Υψίστου.
Ο Τούρκος και ο κάθε τυραννικός κατακτητής δεν παύει να είναι κατ’ εικόνα Θεού, κατά την Παύλεια ρήση: Ο Θεός «ἐποίησέ τε ἐξ ἑνὸς αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς». Και η φόνευσή του – και μάλιστα από κληρικούς - δεν μπορεί να συνιστά για την Εκκλησία αρετή και λόγον εγκωμίου.
Αντιθέτως, η θυσία του χριστιανού είναι αυτή που τον εξαγνίζει και τον εξαγιάζει.
Μας λέει ο κ. Παπαθανασόπουλος ότι «η Ορθόδοξη Εκκλησία, στα 2000 χρόνια ιστορίας Της, αναγνώρισε ως Αγίους πολεμιστές στρατιωτικούς και πολέμαρχους αυτοκράτορες, μεταξύ των οποίων τους Μέγα Θεοδόσιο (17/1), Ιουστινιανό (2/8), Βασίλειο τον Μακεδόνα (29/8), Ιωάννη Βατάτζη (4/11) και Νικηφόρο Φωκά (11/12)».
Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς αναγνώρισε την αγιότητα αυτών των πολεμάρχων αυτοκρατόρων η Εκκλησία, ποια, δηλαδή, ήσαν τα κριτήρια της αγιότητάς τους. Ξέρουμε, πάντως, πως η τιμή τους δεν πέρασε συνειδητά στο πλήρωμα. Σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται για πολεμάρχους ιερείς, που τελεσιουργούν τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Τέτοιο παράδειγμα υπάρχει; Δε νομίζω.
Ακόμα και ο ίδιος ο κ. Παπαθανασόπουλος προσχωρεί στην άποψή μας, στο τέλος του άρθρου του, όταν γράφει: «Είναι αλήθεια πως η Εκκλησία άνθισε δια του αίματος των Μαρτύρων και όχι με πολέμους και κατακτήσεις. Όμως, όπως ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων είπε στον επιτάφιο λόγο του στον Επίσκοπο Σελασσίας (Βρεσθένης) Θεοδώρητο, «στην κατά πάντα παράδοξη ανάσταση της Ελλάδος έγινε και τούτο το παράδοξο. Συμμετέσχον του αγώνος και κληρικοί, οι υιοί της ειρήνης, και οι «πράοι έγιναν μαχητές», προσφέροντες θυσίαν τις ψυχές τους για τη σωτηρία των αδελφών, δια την οποίαν και άκοντες παρέβησαν τη νόμιμη και κανονική τους κλήση».
Όμως, ο κ. Παπαθανασόπουλος καλό θα ήταν να μελετήσει ενδελεχώς ολόκληρο τον επιτάφιο λόγο του Κωνσταντίνου Οικονόμου στον Σελλασίας Θεοδώρητο, τον οποίο εκφώνησε στον Ι. Ναό της Αγίας Ειρήνης στην Αθήνα, στις 27 Απριλίου 1843.
Παραθέτω ένα ενδεικτικό απόσπασμα για να κατανοηθεί η σχετική προβληματική. Το θέμα είναι μείζον και ίσως επανέλθουμε μέσα στην επετειακή αυτή χρονιά.
«Ο αυτός υπέρ του αγαθού, υπέρ της πίστεως και της των
αδελφών σωτηρίας, ακάματος ζήλος εξώρμησεν αυτόν και εις τον
αγώνα τον υπέρ της πατρίδος. Αληθώς, η θεία εντολή κελεύει τόν
ιερέα, ως όλον τω θεώ καθηγιασμένον και μόνω τω Χριστώ
στρατευόμενον, «μη εμπλέκεσθαι ταις του βίου πραγματείαις, ίνα
τω στρατολογήσαντι αρέση». Αληθώς, και εις τον
νόμον τον παλαιόν η του Μωσέως πολιτική και στρατηγική
εξουσία διεστέλλετο διακεκριμένως από της κατά τον Ααρών
ιερατικής και θρησκευτικής ηγεμονίας. Και ο νόμος δε της χάριτος
τού κατά την τάξιν Μελχισεδέκ αιωνίου αρχιερέως αντιδιαστέλλει
απ’ αλλήλων «τα του Θεού και τα του Καίσαρος» διακρίνων το πνευματικόν πολίτευμα της Εκκλησίας, από της κοσμικής πολιτείας και διοικήσεως. Ει δε και νόμος Ελλήνων
αρχαίος απέκλειε πάντα σίδηρον από των παρ’ εκείνοις ιερών, πολύ
μάλλον η θεόσδοτος νομοθεσία της Εκκλησίας απείργει μεν από
των Θείων ναών, απείργει δε και απ’ αυτών των λειτουργών του,
αναιμάκτου θυσιαστηρίου «όπλα και ρομφαίαν και
πόλεμον».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου