ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΤΕΤΡΑΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΝΤΕΧΝΟ ΨΥΧΟΓΡΑΦΗΜΑ
«Ρωμιοί της Πόλης»
ΕΝΑ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ
ΔΟΣΙΘΕΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Του Α. ΒΙΚΕΤΟΥ
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Κατάθεση ψυχής και βιωμάτων του πρωτοπρεσβύτερου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Δοσίθεου Αναγνωστόπουλου, αποτελεί η μυθιστορηματική τετραλογία "Ρωμιοί της Πόλης".
Ο π. Δοσίθεος Αναγνωστόπουλος είναι υπεύθυνος του Πατριαρχικού Γραφείου και του Γραφείου Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Επίσης, είναι εφημέριος στον ιερό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στα Ταταύλα.
Ο π. Δοσίθεος Αναγνωστόπουλος είναι υπεύθυνος του Πατριαρχικού Γραφείου και του Γραφείου Τύπου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Επίσης, είναι εφημέριος στον ιερό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στα Ταταύλα.
Το πρώτο στην σειρά βιβλίο, με τίτλο «Το Τέλος της Μπαλάντας», κυκλοφόρησε την άνοιξη και ο συγγραφέας υπογράφει την τετραλογία με το λαϊκό του όνομα, Χρήστος. Διάβασα «Το Τέλος της Μπαλάντας» απνευστί στις δύο πρώτες μέρες των διακοπών στο Χορευτό του Πηλίου. Η ιστορία του βιβλίου διαδραματίζεται το καλοκαίρι του 1964, στο Μόδι της Χαλκηδόνας, στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Το καλοκαίρι εκείνο σημαδεύτηκε από το Κυπριακό και τις απελάσεις των Ρωμιών της Πόλης. Οικογενειακοί δεσμοί, φιλίες, ιδεολογίες, όρια δοκιμάζονται από το βάρος της πολιτικής του παρελθόντος και του παρόντος εκείνης της εποχής. Οι ήρωες βρίσκονται μπροστά σε τρομακτικά διλήμματα, που τους ξεπερνούν, μετριούνται με το παρελθόν και την ηθική τους, αποζητούν δικαιοσύνη και μία ανέφικτη κανονικότητα. Η φυγή γίνεται μονόδρομος. «Το Τέλος της Μπαλάντας» είναι η πρώτη πράξη του δράματος για τους Ρωμιούς της Πόλης. Ο πατήρ Δοσίθεος (Χρήστος) Αναγνωστόπουλος συστήνει στον αναγνώστη τους κεντρικούς ήρωες, Δημήτρη Γαληνό και Γιώργο Στράντζαλη, και περιγράφει τις οικογενειακές τους ιστορίες και την αποπνικτική ατμόσφαιρα της Πόλης το 1964, που οδήγησε τους Ρωμιούς στη φυγή.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο π. Δοσίθεος ανέφερε ότι στο «Τέλος της Μπαλάντας» πίσω από το όνομα Δημήτρης Γληνός είναι βασικά ο ίδιος. Πίσω από το όνομα Γιώργος Στράντζαλης είναι, είπε,«ο καλύτερος μου φίλος της εποχής εκείνης, που τώρα δεν υπάρχει πιά..., κι΄ακόμα δακρύζω όταν τον σκέφτομαι».
Το βιβλίο εκδόθηκε από τον ελληνικό οίκο της Πόλης «Ιστός» σε επιμέλεια επιμέλεια Χάρη Θεοδωρέλης-Ρήγας και Αντώνη-Φοίβου Νομικού. Από τον ίδιο οίκο κυκλοφόρησε το 2012 το δεύτερο βιβλίο της τετραλογίας, με τίτλο «Αναβολές και Κατήφοροι», σε επιμέλεια Χάρης Θεοδωρέλη-Ρήγα και Νίκης Χριστοπούλου. Το «Αναβολές και Κατήφοροι» είναι το πρώτο μυθιστόρημα στα ελληνικά από Ρωμιό συγγραφέα, που εκδόθηκε στην Πόλη ύστερα από πενήντα και πλέον χρόνια.
Ο π. Δοσίθεος αποκάλυψε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τους τίτλους των άλλων δύο βιβλίων της τετραλογίας, που είναι υπό έκδοση. Το τρίτο βιβλίο θα έχει τίτλο «Το Παραθύρι του Βοριά» και το τέταρτο «Όσοι Έφυγαν και Όσοι Έμειναν».
Γεννημένος το 1941 στην Χαλκηδόνα (Kadıkoy) ο π. Δοσίθεος φοίτησε στην Αστική της Σχολή και στην Πατριαρχική Μεγάλη τού Γένους Σχολή. Αποφοίτησε το 1959. Σπούδασε Βιολογία στην Φυσικομαθηματική Σχολή τού Πανεπιστημίου της Πόλης, από την οποία πήρε πτυχίο στην Βιολογία. Υπηρέτησε στον Τουρκικό στρατό από το '65 έως το '67 ως έφεδρος αξιωματικός. Μετά, επειδή ήταν αδύνατος ο διορισμός σε σχολείο της μειονότητας, αναχώρησε για την Γερμανία, όπου έκανε περαιτέρω σπουδές. Έγινε ερευνητής και εργάστηκε στο τμήμα φαρμακολογικών ερευνών της φαρμακευτικής εταιρείας Hoechst, στο Βισμπάντεν. Δημοσίευσε 17 επιστημονικές μελέτες και ασχολήθηκε με την λογοτεχνία. Το 2003 επέστρεψε στην Πόλη και έγινε κληρικός. Είναι νυμφευμένος με την Πολίτισσα Κυριακή Αϊβάτογλου, με την οποία απέκτησαν δύο θυγατέρες.
Στην πρώτη σελίδα του βιβλίου «Το Τέλος της Μπαλάντας» ο συγγραφέας σημειώνει την φράση του Νίκου Καζαντζάκη από την Οδύσσεια: «οδεύοντας θα ξετυλίξουμε της μοίρας το κουβάρι…». Η διήγηση των δεινών της Πολίτικης Ρωμιοσύνης αρχίζει ως εξής:
«Είμαστε αποφασισμένοι ν’ αποδείξουμε σ’ όλο τον κόσμο ότι η Τουρκία δεν είναι ο ασθενής του Βοσπόρου και καμιά απειλή δεν είναι ικανή να μας εμποδίσει. Θ’ αγωνιστούμε με κάθε μέσο ώσπου να υποχρεωθούν όλοι τούτοι οι λάτρεις της νεκρής ελληνικής αρχαιότητας ν’ αναγνωρίσουν ότι η πατρίδα μας η Τουρκία έχει ιστορικά δικαιώματα πάνω στην Κύπρο. Σήμερα, σαν σπουδάζουσα νεολαία του ένδοξου τουρκικού έθνους, διακηρύττουμε το πιστεύω μας για το νησί: Διχοτόμηση ή θάνατος! Οφείλουμε να διαφωτίσουμε το λαό αυτής της πόλης ότι κάθε εμπορική συναλλαγή με τους προδότες Ρωμιούς, που κατοικούν εδώ είναι και μια σφαίρα που τρυπά τα στήθη των απροστάτευτων αδελφών μας στην Κύπρο. Μποϊκοτάρετέ τους! Υποχρεώστε τους να φύγουν!».
Στο μυαλό του Δημήτρη Γληνού μια σκέψη στριφογύριζε μέσα στο μυαλό του καθώς έβαλε μπρος για την πλατεία του Μπεγιαζίτ, μια σκέψη, που τον τυραννούσε κάθε φορά που η στάση των Τούρκων έπαιρνε απειλητικές διαστάσεις ενάντια στο ελληνικό στοιχείο της Πόλης: «Γιατί γεννήθηκα σε τούτο τον καταραμένο τόπο; Γιατί; Μπήκε στο πλοίο και έπειτα από ένα εικοσάλεπτο ταξίδι έφθασε στο Καντίκιοϊ, το χωριό του. Την ιστορική Χαλκηδόνα. Πέρασε μια ώρα ακατάπαυστου συλλογισμού, απ’ τη στιγμή που είχε εγκαταλείψει το πανεπιστημιακό αμφιθέατρο. Aνέβαινε τώρα τα μαρμάρινα, κιτρινισμένα σκαλοπάτια του Μορφωτικού Συνδέσμου του Μοδιού. Θυμόταν ακόμα τον ξυλοδαρμό που είχαν υποστεί το χειμώνα του ’58-’59. Τότε, είχαν βρεθεί σαρανταεφτά Ρωμιοί, γυμνασιόπαιδα, ανάμεσα σε δυο χιλιάδες ομήλικούς τους Τούρκους σ’ ένα στρατώνα έξω απ’ τα τείχη της Πόλης για να παρακολουθήσουν γυμνάσια του τουρκικού στρατού, στα πλαίσια του μαθήματος της Εθνικής Άμυνας. Ξαφνικά τους επιτέθηκαν μερικοί –όχι λίγοι– της «εθνικόφρονης» πλειοψηφίας για να τους υπενθυμίσουν, προφανώς, ότι με την «ανοχή» τους συνέχιζαν οι Ρωμιοί να παραμένουν στα χώματα της Τουρκικής Δημοκρατίας. Μπήκε στο Σύλλογο συννεφιασμένος. Σε μια άκρη της αίθουσας κάθονταν δυο συνομήλικοί του που κάπνιζαν σιωπηλοί.
– «Τι νέα;» ρώτησε σε λίγο ο ένας.
– «Καλά» απάντησε ξερά, ανόρεκτα.
Άναψαν τσιγάρα. Ο δεύτερος, που συνέχιζε να παραμένει σιωπηλός, σηκώθηκε και γύρισε το διακόπτη του παμπάλαιου ραδιοφώνου. Ειδήσεις.
«... εντός των επομένων ημερών θα δημοσιευθεί ο επόμενος κατάλογος των απελαυνομένων Ελλήνων υπηκόων, των οποίων η αντεθνική και κατασκοπευτική δράση στα πλαίσια της προ ετών απαγορευθείσας Ελληνικής Ένωσης αποκαλύφθηκε ύστερα από εξονυχιστικές έρευνες της Ασφάλειας...».
Για το Κυπριακό ο Δημήτρης Γληνός λέει στους φίλους του: «Είναι ο κακός χειρισμός της υπόθεσης στη Ζυρίχη και στο Λονδίνο. Ένας χειρισμός, που βρομά ξένη ανάμειξη. Έτσι όπως έχει η τάξη του κόσμου σήμερα, οι μικροί λαοί δεν έχουν το δικαίωμα να εξουσιάζουν τη μοίρα τους. Δεν εννοώ μόνο το λαό της Κύπρου, μα και τους Έλληνες και τους Τούρκους. Είμαστε πιόνια άλλων…Έπειτα από δέκα εξάμηνα σπουδών ( ο Δημήτρης) είχε συνειδητοποιήσει ότι ικανοποίηση θα του πρόσφερνε να διδάξει σε ρωμιόπαιδα ό,τι διδάχτηκε στο Πανεπιστήμιο. Όχι επιστήμονας φυλακισμένος σε κάποια βιολογικά εργαστήρια. Και μάλιστα ενός τουρκικού Πανεπιστημίου, όπου, με τα σημερινά δεδομένα, η περιθωριοποίησή του ήταν βέβαιη».
Καθώς προχωρά η ιστορία ο συγγραφέας δίνει το λόγο στον πατέρα του φίλου του Γιώργου, τον Θωμά Στράντζαλη, ο οποίος πολέμησε εθελοντής στην Αλβανία και στην συνέχεια προσχώρησε στην εθνική αντίσταση. Ο Θωμάς Στράντζαλης, ο οποίος δεν έχει ελληνικό διαβατήριο και διαβλέπει ότι θα συλληφθεί στην Ελλάδα, μιλά στην γυναίκα του, Τατιάνα, για την πολιτική ιστορία των ανθρώπων, που, όπως λέει, μοιάζει συλλογή αντιμαχομένων ιδεολογιών. «Όσο περισσότερο ισχυρίζεται ότι είναι ανθρωπιστική μια ιδεολογία, τόσο πιο αχαλίνωτος εκδηλώνεται ο φανατισμός της. Η τυφλή πίστη στην ορθότητα της αρκεί για να την καταστήσει αιμοβόρα απέναντι σ’ όσους αρνούνται να την αποδεχτούν όπως είναι ή προσπαθούν να την αλλάξουν, να την εξελίξουν, να την επανορθώσουν ή ακόμα και να την απορρίψουν. Μήπως κι η ίδια η χριστιανοσύνη δεν κατεδίωξε στ’ όνομα του Χριστού και της αγάπης Του όσους αρνήθηκαν τον ευαγγελισμό της, ή, ακόμα χειρότερα, όσους υπέθεσαν ότι δικαιούνταν να τον ερμηνεύσουν λίγο διαφορετικότερα από τα ισχύοντα δόγματα;»…Το homohominilupus δεν ειπώθηκε από ποιητική διάθεση. Ούτε ουτοπία είναι. Ο καλούμενος υπαρκτός σοσιαλισμός τον κατάντησε ουτοπία».
Σε άλλο σημείο ο Θωμάς Στράντζαλης εξηγεί στην γυναίκα και τον γιό του Γιώργο, που τον κατηγορεί για την δεινή θέση της οικογένειας:
«Μια μετάνοια δεν προϋποθέτει απαραίτητα νικητές. Δεν πρέπει δηλαδή κάποιος να ηττηθεί για να υποχρεωθεί να μετανοήσει. Η μετάνοια προϋποθέτει δικαιοσύνη, αποκατάσταση όσων πλανήθηκαν κι όχι βασανιστήρια και θανατικές καταδίκες, γι’ αυτό άλλωστε είναι απαραίτητο να νικά η δικαιοσύνη κι όχι ο οποιοσδήποτε ισχυρός που επιβάλλει τη δική
του δικαιοσύνη στο όνομα του λαού! Δεν δηλώνω
μετάνοια ή αλλαγή φρονημάτων σε κάποιους που
επανέφεραν την παλιά κατάσταση, παρατείνοντας
το ορατό κακό».
«Το Τέλος της Μπαλάντας» ξεχωρίζει για την καταπληκτική δομή, τους σφιχτοδεμένους διάλογους, τις ζωντανές εικόνες. Ιστορία βαθύτατα ανθρώπινη και συνάμα με εύστοχες (Κυπριακό, απελάσεις του 1964 από την Πόλη, εθνικισμός, εθνική αντίσταση, ματαίωση του σοσιαλιστικού οράματος, αντικομμουνισμός) πολιτικές παρατηρήσεις. Επίσης, δίνεται η ρεαλιστική εικόνα των δεινών και της ψυχοσύνθεσης των Ρωμιών της Πόλης. Το βιβλίο επιβεβαιώνει την συγγραφική δεινότητα του πρωτοπρεσβύτερου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Δοσίθεου Αναγνωστόπουλου.
Το δεύτερο μυθιστόρημα της τετραλογίας «Ρωμιοί της Πόλης», με τίτλο "Αναβολές και Κατήφοροι", εκτυλίσσεται στην Αθήνα και τη Φρανκφούρτη των δεκαετιών ’60-’90. Οι δυο κεντρικοί ήρωες, Δημήτρης Γαληνός και Γιώργος Στράντζαλης -παιδικοί φίλοι από το Μόδι της Χαλκηδόνας, ο πρώτος αυτοεξόριστος, ο δεύτερος απελαθείς από την Πόλη κατά τους διωγμούς του ’64- ξανασυναντιόνται πενηντάρηδες πλέον, στην Αθήνα. Παρουσιάζονται φορτωμένοι με ετερόκλητες εμπειρίες, καθορισμένες από τα τραύματα και διλήμματα της πληγωμένης αυτής γενιάς Πολιτών, οι οποίες τους ωθούν όμως σε κοινά πορίσματα για την ζωή.
Το δεύτερο μυθιστόρημα της τετραλογίας «Ρωμιοί της Πόλης», με τίτλο "Αναβολές και Κατήφοροι", εκτυλίσσεται στην Αθήνα και τη Φρανκφούρτη των δεκαετιών ’60-’90. Οι δυο κεντρικοί ήρωες, Δημήτρης Γαληνός και Γιώργος Στράντζαλης -παιδικοί φίλοι από το Μόδι της Χαλκηδόνας, ο πρώτος αυτοεξόριστος, ο δεύτερος απελαθείς από την Πόλη κατά τους διωγμούς του ’64- ξανασυναντιόνται πενηντάρηδες πλέον, στην Αθήνα. Παρουσιάζονται φορτωμένοι με ετερόκλητες εμπειρίες, καθορισμένες από τα τραύματα και διλήμματα της πληγωμένης αυτής γενιάς Πολιτών, οι οποίες τους ωθούν όμως σε κοινά πορίσματα για την ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου