Δρ Συμεών Σολταρίδης
Απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης
Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα Constantinoupoli στις 24 Μαΐου 2020 με τίτλο «Το παράδοξο της ίδρυσης της Θεολογικής Σχολής Χάλκης» σχετικό άρθρο, με το οποίο γίνεται αναφορά στο «απίστευτο» της ίδρυσης, μια και η λέξη «παράδοξο» χαρακτηρίζεται στο «οτιδήποτε αντιβαίνει στη κοινή αντίληψη» και κάτι που «προκαλεί έκπληξη» όταν χρησιμοποιείται ως επίθετο.
Ως παράδοξο, θα μου επιτραπεί ο όρος, σημειώνεται ο τίτλος, αφού δεν υπάρχει «περίεργο τι» στον σκοπό της ίδρυσης της μια και «ήταν, όπως παρουσιάζεται στις βιβλιογραφικές πηγές η επιμόρφωση τoυ ιερού κλήρου, η καλλιέργεια της Θεολογικής επιστήμης, η άρτια προετοιμασία κληρικών και λαϊκών στελεχών, η αντιμετώπιση των επιδράσεων των διαφόρων μορφών του υλισμού, των αντιχριστιανικών φιλοσοφικών συστημάτων και του «Καϊρείου Θεοσεβισμού», που είχε εμφανιστεί στην Ελλάδα».
Ο συντάκτης του άρθρου σημειώνει: «Θα εκπλαγείτε λοιπόν όταν μάθετε ότι η θεολογική σχολή της Χάλκης ιδρύθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως απάντηση σε μια μεγάλη πρόκληση -όπως ονομάστηκε τότε- του ελληνικού κράτους. Μετά την επανάσταση του ’21 και την απελευθέρωση της Ελλάδας, η ελλαδική εκκλησία αυτοανακηρύχθηκε διοικητικά αυτοκέφαλη, αποσχίστηκε δηλαδή από την διοίκηση του Φαναρίου. Η πράξη αυτή αποδόθηκε εκ των υστέρων στις σχισματικές αντιλήψεις της Βαυαροκρατίας του Όθωνα, όμως στην πραγματικότητα ήταν κάτι απολύτως λογικό». Λογικό ήταν με τις επικρατούσες απόψεις της εποχής, ότι η ίδρυση ανεξάρτητου εθνικού κράτους ήθελε και ανεξάρτητη εθνική εκκλησία. Η πολιτεία δια του Ιωάννη Καποδίστρια, διόρισε Εκκλησιαστική επιτροπή, στη συνέχεια κατέστησε Γραμματεία Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Παιδείας, ενώ ο αντιβασιλέας Μάουρερ και ο κληρικός Θεόκλητος Φαρμακίδης προχώρησαν στη σύνταξη Καταστατικού Χάρτη για τη διοίκηση της Εκκλησίας, ο οποίος όμως δεν επικυρώθηκε ποτέ.
Θα διαβάσει κανείς στην Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Συγχρόνως συνέταξαν κείμενο βασιλικού διατάγματος για την ανακήρυξη του αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Ελλάδος, με την απόσπασή της από την κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η μονομερής ενέργεια της Πολιτείας να προχωρήσει στην ανακήρυξη του αυτοκεφάλου εξόργισε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο διέκοψε την κανονική κοινωνία, χωρίς όμως και να την κηρύξει σχισματική».
Και αυτό γιατί δεν ακολούθησε την γνωστή εκκλησιαστική τάξη, δεν ζήτησε Αυτοκεφαλία από το Φανάρι και «επαναστατικά» ανακήρυξε την Αυτοκεφαλία της. Κάτι που οδήγησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να μην την αναγνωρίσει και να το κάνει 17 χρόνια μετά, με τον τόμο του 1850. Βέβαια, ότι δεν προέβη και σε χειρότερα, το πλήρωσε «ως μητέρα, έναντι κόρης» αφού οι Σλαβικές Εκκλησίες σε κάθε περίσταση το αναμόχλευαν έναντι του Φαναρίου.
Κακώς λοιπόν ο συντάκτης του άρθρου αφήνει να εννοηθεί ότι η ίδρυση της Θεολογικής Σχολής Χάλκης ήταν «αντί-πράξη» του Φαναρίου στην Ελλαδική Αυτοκεφαλία!
Και συνεχίζει, ο συντάκτης: «το γεγονός λοιπόν ότι η σχισματική (σσ. δεν χαρακτηρίστηκε ποτέ) εκκλησία ενός κράτους, του ελληνικού, άρχισε να βγάζει δικούς της θεολόγους, ήχησε πολύ επίφοβο στην Κωνσταντινούπολη. Οι σχισματικοί ετοίμαζαν τους θεωρητικούς τους, οπότε το Πατριαρχείο έπρεπε να απαντήσει. Ούτως ή άλλως, στο εσωτερικό της Ελλάδας ο κόσμος είχε χωριστεί σε δυο στρατόπεδα. Στους ενωτικούς που ήταν με το Φανάρι και στους ανθενωτικούς που ήταν με το αυτοκέφαλο».
Θεωρώ ότι η παράθεση τόσο απλοϊκών απόψεων υποβαθμίζει το επίπεδο της σκέψης ίδρυσης της Σχολής της Χάλκης, ενώ ο χαρακτηρισμός σε «ενωτικούς» και «ανθενωτικούς» μάλλον θυμίζει την ψευδο-Σύνοδο Φεράρας - Φλωρεντίας, δηλώνοντας μάλλον ότι η παράθεση της σχετικής πηγής είναι μη επιστημονική και όχι διδακτέα στις παραδόσεις όπου διδαχθήκαμε Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Τέλος, αφού σημειώσω ότι η επαναλειτουργία της Θεολογικής μας Σχολής είναι θέμα διεθνές, ότι ο Ελληνισμός, όπως και ο κάθε απλός πολίτης κάθε χώρας που διαπνέεται από δημοκρατικά ιδεώδη «παλεύει», αγωνίζεται για αυτήν, να τονίσω ότι μπορεί να παρουσιάζονται σημειώματα ότι «ιδρύθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως απάντηση στην ίδρυση της Θεολογικής Σχολής Αθηνών και της Ριζαρείου» απλά όμως είναι προσωπικές απόψεις χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση.
Το Φανάρι δεν αντέδρασε στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά στις υλιστικές θεωρίες που διδάσκονταν την εποχή εκείνη. Σεβόμενος την σχετική ιστοσελίδα, να παρακαλέσω ότι παρόμοιες τοποθετήσεις που «ανακατώνουν» σκοπούς ίδρυσης ενός Ιδρύματος με διεθνή ακτινοβολία πνευματική, απλοϊκές σκέψεις για το Ελλαδικό Αυτοκέφαλο και ότι το Φανάρι υπόκειται σε «ελέγχους», είναι μάλλον «τουρλουμπουκισμός» και όχι επιστημονικές αλήθειες!.
Ως παράδοξο, θα μου επιτραπεί ο όρος, σημειώνεται ο τίτλος, αφού δεν υπάρχει «περίεργο τι» στον σκοπό της ίδρυσης της μια και «ήταν, όπως παρουσιάζεται στις βιβλιογραφικές πηγές η επιμόρφωση τoυ ιερού κλήρου, η καλλιέργεια της Θεολογικής επιστήμης, η άρτια προετοιμασία κληρικών και λαϊκών στελεχών, η αντιμετώπιση των επιδράσεων των διαφόρων μορφών του υλισμού, των αντιχριστιανικών φιλοσοφικών συστημάτων και του «Καϊρείου Θεοσεβισμού», που είχε εμφανιστεί στην Ελλάδα».
Ο συντάκτης του άρθρου σημειώνει: «Θα εκπλαγείτε λοιπόν όταν μάθετε ότι η θεολογική σχολή της Χάλκης ιδρύθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως απάντηση σε μια μεγάλη πρόκληση -όπως ονομάστηκε τότε- του ελληνικού κράτους. Μετά την επανάσταση του ’21 και την απελευθέρωση της Ελλάδας, η ελλαδική εκκλησία αυτοανακηρύχθηκε διοικητικά αυτοκέφαλη, αποσχίστηκε δηλαδή από την διοίκηση του Φαναρίου. Η πράξη αυτή αποδόθηκε εκ των υστέρων στις σχισματικές αντιλήψεις της Βαυαροκρατίας του Όθωνα, όμως στην πραγματικότητα ήταν κάτι απολύτως λογικό». Λογικό ήταν με τις επικρατούσες απόψεις της εποχής, ότι η ίδρυση ανεξάρτητου εθνικού κράτους ήθελε και ανεξάρτητη εθνική εκκλησία. Η πολιτεία δια του Ιωάννη Καποδίστρια, διόρισε Εκκλησιαστική επιτροπή, στη συνέχεια κατέστησε Γραμματεία Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Παιδείας, ενώ ο αντιβασιλέας Μάουρερ και ο κληρικός Θεόκλητος Φαρμακίδης προχώρησαν στη σύνταξη Καταστατικού Χάρτη για τη διοίκηση της Εκκλησίας, ο οποίος όμως δεν επικυρώθηκε ποτέ.
Θα διαβάσει κανείς στην Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος: «Συγχρόνως συνέταξαν κείμενο βασιλικού διατάγματος για την ανακήρυξη του αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Ελλάδος, με την απόσπασή της από την κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η μονομερής ενέργεια της Πολιτείας να προχωρήσει στην ανακήρυξη του αυτοκεφάλου εξόργισε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο διέκοψε την κανονική κοινωνία, χωρίς όμως και να την κηρύξει σχισματική».
Και αυτό γιατί δεν ακολούθησε την γνωστή εκκλησιαστική τάξη, δεν ζήτησε Αυτοκεφαλία από το Φανάρι και «επαναστατικά» ανακήρυξε την Αυτοκεφαλία της. Κάτι που οδήγησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να μην την αναγνωρίσει και να το κάνει 17 χρόνια μετά, με τον τόμο του 1850. Βέβαια, ότι δεν προέβη και σε χειρότερα, το πλήρωσε «ως μητέρα, έναντι κόρης» αφού οι Σλαβικές Εκκλησίες σε κάθε περίσταση το αναμόχλευαν έναντι του Φαναρίου.
Κακώς λοιπόν ο συντάκτης του άρθρου αφήνει να εννοηθεί ότι η ίδρυση της Θεολογικής Σχολής Χάλκης ήταν «αντί-πράξη» του Φαναρίου στην Ελλαδική Αυτοκεφαλία!
Και συνεχίζει, ο συντάκτης: «το γεγονός λοιπόν ότι η σχισματική (σσ. δεν χαρακτηρίστηκε ποτέ) εκκλησία ενός κράτους, του ελληνικού, άρχισε να βγάζει δικούς της θεολόγους, ήχησε πολύ επίφοβο στην Κωνσταντινούπολη. Οι σχισματικοί ετοίμαζαν τους θεωρητικούς τους, οπότε το Πατριαρχείο έπρεπε να απαντήσει. Ούτως ή άλλως, στο εσωτερικό της Ελλάδας ο κόσμος είχε χωριστεί σε δυο στρατόπεδα. Στους ενωτικούς που ήταν με το Φανάρι και στους ανθενωτικούς που ήταν με το αυτοκέφαλο».
Θεωρώ ότι η παράθεση τόσο απλοϊκών απόψεων υποβαθμίζει το επίπεδο της σκέψης ίδρυσης της Σχολής της Χάλκης, ενώ ο χαρακτηρισμός σε «ενωτικούς» και «ανθενωτικούς» μάλλον θυμίζει την ψευδο-Σύνοδο Φεράρας - Φλωρεντίας, δηλώνοντας μάλλον ότι η παράθεση της σχετικής πηγής είναι μη επιστημονική και όχι διδακτέα στις παραδόσεις όπου διδαχθήκαμε Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Τέλος, αφού σημειώσω ότι η επαναλειτουργία της Θεολογικής μας Σχολής είναι θέμα διεθνές, ότι ο Ελληνισμός, όπως και ο κάθε απλός πολίτης κάθε χώρας που διαπνέεται από δημοκρατικά ιδεώδη «παλεύει», αγωνίζεται για αυτήν, να τονίσω ότι μπορεί να παρουσιάζονται σημειώματα ότι «ιδρύθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως απάντηση στην ίδρυση της Θεολογικής Σχολής Αθηνών και της Ριζαρείου» απλά όμως είναι προσωπικές απόψεις χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση.
Το Φανάρι δεν αντέδρασε στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά στις υλιστικές θεωρίες που διδάσκονταν την εποχή εκείνη. Σεβόμενος την σχετική ιστοσελίδα, να παρακαλέσω ότι παρόμοιες τοποθετήσεις που «ανακατώνουν» σκοπούς ίδρυσης ενός Ιδρύματος με διεθνή ακτινοβολία πνευματική, απλοϊκές σκέψεις για το Ελλαδικό Αυτοκέφαλο και ότι το Φανάρι υπόκειται σε «ελέγχους», είναι μάλλον «τουρλουμπουκισμός» και όχι επιστημονικές αλήθειες!.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου