Προσλαλιὰ
μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀπονομὴ ὀφφικίου
στὸν Χρῆστο Καλιπτσίδη
(26. 10. 2012)
ὑπὸ
Γέροντος Χαλκηδόνος Ἀθανασίου
Ἐξοχώτατε, κ. Καλιπτσίδη,
Ἡ Ἱ. Μητρόπολις Χαλκηδόνος στοιχοῦσα παλαιὰν παράδοσιν αὐτῆς, προσπαθεῖ νὰ ἐμπλουτίζει αὐτὴν καὶ διὰ νέων Ὀφφικιάλων ἔκ τε τῆς Πόλεως καὶ τοῦ Ἐξωτερικοῦ.
Ὁ ὅρος "ὀφφίκιον" προέρχεται ἐκ τῆς λατινικῆς officium καὶ σημαίνει τὸ ἀξίωμα ἢ ὑπούργημα εἰδικῆς φύσεως. Ἀρχικῶς ἐχρησιμοποιεῖτο ὑπὸ τῆς Ρωμαϊκῆς (βυζαντινῆς) πολιτείας, ἀργότερον δὲ ὑπεισῆλθεν καὶ εἰς τὴν ἐκκλησιαστικὴν χρῆσιν. Κατ’ ἀρχὴν ἐσήμαινε τὰ ἐκκλησιαστικὰ διακονήματα, τὰ ὁποῖα ἀνελάμβανον διάφορα πρόσωπα, πρῶτα κληρικοὶ καὶ εἶτα λαϊκοί, ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, διὰ νὰ βοηθήσουν τὸν ἐπίσκοπον εἰς τὸ ἔργον του, συνιστῶντες πως μίαν μορφὴ συνεργασίας κλήρου καὶ λαοῦ. Οἱ Ὀφφικιάλοι ἐμφανίζονται εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοῦ 4ου αἰῶνος καὶ ἐχωρίζοντο εἰς τοὺς ἐσω- καὶ ἐξω-κατακοίλους (Β. Σταυρίδης).
Τὰ ὀφφίκια ἐχωρίσθησαν ἱεραρχικῶς εἰς ἐννέα πεντάδας μετὰ δύο χορῶν ἑκάστη, ἐδίδοντο δὲ καὶ εἰς τὰς Μητροπόλεις ἢ Ἀρχιεπισκοπάς. Οἱ Ὀφφικιάλοι ἢ Ἄρχοντες, προσφωνούμενοι ὡς Ἐντιμολογιώτατοι, ἐξετέλουν συνήθως καθημερινὴν ἐργασίαν ἀποτελοῦντες ἓν μόνιμον σῶμα περὶ τὸν Πατριάρχην, τὸν ὁποῖον κατώρθωναν νὰ ἐπηρρεάζουν ἰσχυρῶς κατὰ καιρούς. Προσέφερον δὲ πολλὰς ὑπηρεσίας εἰς τὰς σχέσεις μεταξὺ Φαναρίου καὶ Ὀθωμανικῆς Πύλης, ἀποτελοῦντες ἓν εἶδος τρόπον τινὰ λαϊκοῦ "καισαροπαπισμοῦ".
Κατὰ τὸν 19ον καὶ 20ὸν αἰῶνα, μὲ τὴν ἐμφάνισιν τοῦ Γεροντισμοῦ, τὰ ὀφφίκια ἐπληθύνθησαν δυστυχῶς σφόδρα, διδομένου τοῦ αὐτοῦ ὀφφικίου ἐκ ποικίλων λόγων εἰς πολλὰ πρόσωπα, οὐχὶ πάντοτε καὶ διακεκριμένα, ἀπώλεσαν τὴν πραγματικήν των ἔννοιαν ὡς καὶ πολλὰ ἄλλα καὶ ἔλαβον τιμητικὴν τοιαύτην, χωρὶς τοῦτο νὰ σημαίνει, ὅτι σήμερον οὐδεμίαν ἔχουν προσφοράν.
Ὀφφικιάλοι τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ὑπάρχουν εἰς τὴν Εὐρώπην, Ἀσίαν, Αὐστραλίαν / Νέαν Ζηλανδίαν, οἱ ὁποῖοι (ἐκτὸς τῆς Ἀμερικῆς) τυγχάνουν μέλη τῆς Ἀδελφότητος τῶν Ὀφφικιάλων «Παναγία ἡ Παμμακάριστος», ποὺ ἑδρεύει εἰς τὰς Ἀθήνας καὶ ἐκδίδει τὸ περιοδικὸν «Παμμακάριστος». Εἰς τὴν Ἀμερικὴν ὑπάρχει τὸ Τάγμα τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου, τὸ ὁποῖον ἐκδίδει τὸ περιοδικὸν «The Archon».
Εἰς τὴν Ἱ. Μητρόπολιν Χαλκηδόνος περὶ τὸ ἔτος 1937 ὑπῆρχον τέσσαρες Ὀφφικιάλοι εἰς τὰς Κοινότητας Χαλκηδόνος (Λογοθέτης), Σκουτάρεως (Δικαιοφύλαξ) καὶ Τσεγκέλκιοϊ (Ρεφερενδάριος, Πρωτονοτάριος). Περὶ τὸ ἔτος δὲ 1996 εἷς, εἰς τὴν Κοινότητα Χαλκηδόνος (Χαρτουλάριος) καὶ τὸ 2000 εἷς, εἰς τὴν Κοινότητα Σκουτάρεως (Ρεφερενδάριος). Σήμερον τέλος, ἑπτὰ, τ.ἔ. τέσσαρες εἰς τὴν Κοινότητα Χαλκηδόνος (Χαρτουλάριος, Δικαιοφύλαξ, Ρεφερενδάριος, Πρωτονοτάριος), εἶς εἰς τὴν Κοινότητα Κουσγουντζουκίου (Μαΐστωρ) καὶ δύο εἰς τὸ ἐξωτερικὸν (Καστρίνσιος καὶ Ἀκτουάριος).
Ἐξοχώτατε κ. Καλιπτσίδη,
Ἡ Ἱ. Μητρόπολις ἐκτιμῶσα ἀπὸ καιροῦ τὸ ἦθος καὶ τὴν ποικίλην διακονίαν Σας, ἀπεφάσισε νὰ Σᾶς ἀπονείμει σήμερον τὸ ὀφφίκιον τοῦ Καστρινσίου τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Χαλκηδόνος. Εἶναι ἄλλωστε λίαν σημαντικὸν νὰ ὑπηρετεῖ τις ἀγωνιστικῶς, εὐόρκως καὶ ἐντίμως ἐντὸς "ἱερῶν" θεσμῶν, εἰς μίαν ἐποχὴν παντοίας διαφθορᾶς, οἱ ὁποῖοι πολλὰ προσέφερον εἰς τὸ Γένος καὶ τὴν Ἐκκλησίαν.
Ὁ Καστρίνσιος, Καστρίσιος ἢ Κανστρίσιος στὴ βυζαντινὴ γραφειοκρατία ἦτο ὁ Διοικητὴς τοῦ προσωπικοῦ τῶν ἀνακτόρων καὶ ὁ ἐπιβλέπων τὰ κάστρα. Εἶχε ἄρα πολιτικὸ καὶ στρατιωτικὸ χαρακτήρα. Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἦτο ἀξίωμα ἢ ὑπούργημα εἰδικῆς φύσεως, τὸ ὁποῖο ἀπονέμετο κατ’ ἀξίαν σὲ εἰδικὲς μόνο περιπτώσεις. Ὁ τίτλος ἦτο συνδεδεμένος μὲ τὴν ἀρχαία ρωμαϊκὴ ἱστορία καὶ τὸ ρωμαϊκὸ στρατό, ποὺ βρισκόταν στὶς ἀκριτικὲς περιοχὲς καὶ τὰ φρούρια –στὰ λατικὰ castra– καὶ γι’ αὐτὸ ὅσοι ὑπηρετοῦσαν ἐκεῖ λέγονταν στρατοφύλακες, castrensis καστροφύλακες.
Ἄξιος
Σημ. Το ὀφφίκιο ἀπένειμε ὁ Χαλκηδόνος Ἀθανάσιος, τὴν Παρασκευὴ 26 Ὀκτωβρίου, στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Γέλδεγιρμεν.