________________________________________________________________________________________________________________________________________

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ / ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ / ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΝΑΟΣ / ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ / ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΑΝ. ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΥ / ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ
________________________________________________________________________________________________________________________________________


10/31/2013

Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΜΕΛΙΤΩΝΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ ΜΕΛΙΤΩΝΑ


ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ κ.ΜΕΛΙΤΩΝΟΣ 
ΟΜΙΛΙΑ 
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΣΠΕΡΑΝ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΣ 
ΤΟΥ ΠΟΛΙΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ ΜΕΛΙΤΩΝΟΣ 
ΕΠΙ Τῌ 100ετηρίδι ΑΠΟ ΤΗΣ ΓΕΝΝΑΣ ΑΥΤΟΥ 
(Ἱερός Ναός Ἁγίας Τριάδος Χαλκηδόνος, 24 Σεπτεμβρίου 2013) 
*** 
ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ ΜΕΛΙΤΩΝ (1913-1989) 
Ο ΣΙΓΩΝ ΚΑΙ ΛΕΓΩΝ ΤΑ ΚΑΙΡΙΑ 
«Ἡ γυνή ὅταν τίκτῃ, λύπην ἔχει, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα αὐτῆς. Ὅταν δέ γεννήσῃ τό παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διά τήν χαράν ὅτι ἐγεννήθη ἄ ν θ ρ ω π ο ς εἰς τόν κόσμον» (Ἰωάν. 16,21).
Λαμβάνει ἡ ταπεινότης μου ὡς ἀφετηρίαν τούς λόγους τούτους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τούς ὁποίους ἀφιερώνω καθηκόντως καί εὐσεβάστως εἰς τήν μακαριστήν Εὐδοξίαν, τό γένος Μπακοπούλου, καί εἰς τόν σύζυγον αὐτῆς, τόν ἐκ τῆς ἡρωοτόκου Ρούμελης καταγόμενον Νικόλαον Χατζῆν, οἱονεί ὡς μνημόσυνον καί εὐχαριστίαν διά τό ὅτι πρό 100 ἀκριβῶς ἐτῶν, σάν σήμερα, ἐχαρίτωσεν αὐτούς ὁ Θεός, ἵνα φέρωσιν ἄ ν θ ρ ω π ο ν εἰς τόν κόσμον – τόν ἄνθρωπον, εἰς τόν ὁποῖον ἀξιοχρέως ἀφιερώνεται ἡ παροῦσα ἑσπέρα, τῇ Ὑμετέρᾳ ἀγαθῇ καί εὐγνώμονι προνοίᾳ, Παναγιώτατε. Τόν ἄνθρωπον, εἰς τόν ὁποῖον ἐδόθη τό ὄνομα Σωτήριος, εἰς προδήλωσιν τῆς ἀφοσιώσεώς του εἰς τόν Σωτῆρα Χριστόν καί εἰς τό σωτηριῶδες ἔργον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, καί ἐν γένει τῆς Ἐκκλησίας. 
Εὐλογηθεῖσα μεγάλως ἵνα μαθητεύσῃ παρ’αὐτῷ καί ἡ ἐλαχιστότης μου καί νά διακονήσῃ τήν Ἐκκλησίαν ὑπό τήν σκιάν καί τάς φωτεινάς κατευθύνσεις αὐτοῦ «κατά τό μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4,7), ἐπί μίαν ἀκριβῶς δεκαετίαν (1974-1984), καταθέτω εὐλαβῶς ἀναμνήσεις, ἐμπειρίας καί σκέψεις τινάς, ὡς θυμίαμα βαθυτάτης εὐγνωμοσύνης καί εὐχαριστίας εἰς τήν σεπτήν προσωπικότητα καί ἱεράν μορφήν του. 
Παναγιώτατε Δέσποτα, 
Σεβασμιώτατε Ποιμενάρχα τῆς Θεοσώστου ταύτης Ἐπαρχίας κύριε Ἀθανάσιε, 
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι ἀδελφοί, 
Ἐξοχώτατε κύριε Πρέσβυ, Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος, 
Πατέρες, ἀδελφοί καί τέκνα, 
Ὅταν μοι ἀνεκοινώσατε, Παναγιώτατε, τήν 4ην Αὐγούστου ἐ.ἔ. τήν ἀπόφασίν Σας νά εἶμαι εἷς ἐκ τῶν ὁμιλητῶν τῆς παρούσης συνάξεως μνήμης καί τιμῆς, ἀνεδίφησα εἰς τά ἡμερολόγια τά ὁποῖα ἐτηροῦσα καθ’ἑσπέραν, τάς μεταμεσονυκτίους ὥρας, καθ’ὅλα τά ἔτη τῆς ταπεινῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας μου ἐν Φαναρίῳ. Ἀνεδίφησα δέ ἅπαξ ἔτι καί εἰς τά «Χαλκηδόνια», τάς τύποις ἐκδοθείσας ὁμιλίας του, τάς περισσοτέρας τῶν ὁποίων ἀπομαγνηφώνησα, συνεκέντρωσα ἀπό διάφορα ἔντυπα καί ἰδιόχειρα κείμενά του καί ἐδακτυλογράφησα προσωπικά. Καί, τέλος, ἐμελέτησα ἅπαξ ἔτι καί τάς 16 (1974-1990) ἐμβριθεῖς καί ἀποκαλυπτικάς περιγραφάς-ἀναλύσεις τῆς προσωπικότητος τοῦ Γέροντα ὑπό τοῦ σεβαστοῦ μου Διδασκάλου νῦν Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Ἀθανασίου, δηλαδή τούς λόγους-προσλαλιάς κατά τά ὀνομαστήρια του, ἀφιερωμένες «Στό Λιοντάρι τοῦ Καταστένου», δηλαδή στόν Γέροντα, πού ἀπό μόνες θά ἤρκουν ἐν σμικρογραφίᾳ πάντοτε νά μᾶς παρουσιάσουν τόν μηδέποτε ἀπόντα Γέροντα Μελίτωνα. 
Ζητοῦσα, λοιπόν, τίτλο τῆς εὐχαριστιακῆς ἀφιερωματικῆς αὐτῆς μνήμης. Μοῦ τήν ἐνέπνευσεν ὁ Διδάσκαλος-Ἱεράρχης Ἀθανάσιος μέ τήν τελευταία στροφή τοῦ λόγου-ἐκκλήσεώς του πρός τόν ἀσθενοῦντα τότε Γέροντα τό 1986: «Σιώπα, λοιπόν, Γέροντα, καί δίδασκέ μας». Τήν ἀλήθεια αὐτή συνεπλήρωσα μέ τά ἰδικά μου βιώματα, ἀναμνήσεις καί ταπεινές ἐκτιμήσεις καί ἀξιολογήσεις τῆς ζωῆς καί τοῦ ἔργου τοῦ πνευματικοῦ μου πάππου. Καί ἔτσι θά σᾶς παρουσιάσω ἀπόψε τόν Γέροντα ὅπως τόν αἰσθάνομαι «σιγῶντα καί λέγοντα τά καίρια». Καί προσθέτω «λέγοντα τά μέγιστα καί τά οὐσιώδη» καί τότε καί σήμερα καί αὔριο εἰς τούς ἀναζητοῦντας μορφάς πνευματικάς τῆς ἀξίας καί τοῦ μεγέθους τοῦ ἰδικοῦ του. 
Θά ὁμιλήσω, λοιπόν, σήμερα ἐμπειρικά καί καρδιακά, συναισθηματικά, προσωπικά,ἀληθινά ὅμως, προσπαθῶντας νά κατοχυρώσω ὅσα ἔζησα κοντά στόν Γέροντα καί μέ ἰδικές του κυρίως καταγραφές. Τόν Γέροντα Μελίτωνα, τόν ὁποῖον, κατ’ἀρχἠν, ἀπό Θεοῦ, ζητούσαμε παιδιά νά συναντήσουμε, μέ τόν ἀδελφό ἅγιο Σεβαστείας κύριο Δημήτριο, στούς δρόμους τῆς Χαλκηδόνος, ἀπό τήν Ἁγία Εὐφημία μέχρι τήν Ἁγία Τριάδα, στά στενοσόκακα τότε, τό βροχερό ἀπόγευμα τοῦ Νοεμβρίου 1971, ὅταν ἔκλεισε ἡ Θεολογική Σχολή τῆς Χάλκης καί ζητούσαμε κάποιο φῶς γιά νά συνεχίσουμε τίς σπουδές μας. Δέν μπορέσαμε νά τόν συναντήσουμε τό ἀπόγευμα ἐκεῖνο καί ἀπελπισμένοι φύγαμε. Μᾶς ἀγκάλιασε ὅμως ἀμφοτέρους ἀργότερα ἡ πατρική στοργή του καί διδαχθήκαμε ἀμφότεροι πολλά ἀπό τό ἀνέσπερο φῶς του. 
*** 
Εἰς τήν κατά Χάλκην Ἱεράν Θεολογικήν Σχολήν σοφοί καί θεόφρονες διδάσκαλοι ἐδίδαξαν εἰς τόν μακαριστόν Ἱεράρχην Μελίτωνα τό ἦθος καί τό ἔθος καί τήν παράδοσιν τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τά Γράμματα τά ἱερά. Τό θέμα τῆς διατριβῆς του «Θεοπνευστία τῶν Ἁγίων Γραφῶν» φανερώνει ἤδη ἐκεῖνο, τό ὁποῖον ὑπῆρξεν ἔκτοτε κύριον γνώρισμα τοῦ προσώπου του, ἤτοι τήν ἐπί στερεῶν ἁγιογραφικῶν καί ἁγιοπατερικῶν βάσεων στηριζομένην σκέψιν καί ἔκφρασιν καί ἐκκλησιαστικήν πορείαν του. 
Εἶχεν, ἐξ ἑτέρου, τό σπάνιον καί μέγα προνόμιον νά πορευθῇ ἐκ νεότητός του εἰς τό πλευρόν καί ὑπό τήν εὔνοιαν κατ’ἀρχάς τοῦ διαπρεποῦς καί τόσον ἀδικηθέντος ἀργότερον Χαλκηδόνος Μαξίμου, ὁ ὁποῖος διέγνωσε καί ἀξιοποίησε τήν ποικιλίαν τῶν χαρισμάτων τοῦ Διακόνου Μελίτωνος πρός τό συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας. 
 Ἐκεῖνος δέ ὑπῆρξε ὄχι μόνον ἄξιος τῆς τοιαύτης δικαίας διακρίσεως καί στοργῆς καί προσοχῆς τοῦ μετέπειτα Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Μαξίμου τοῦ Ε΄, ἀλλά καί πρότυπον ὑπακοῆς καί ἀφοσιώσεως, ἐργατικότητος καί προσφορᾶς. 
Εἶχε πλήρη ἐμπιστοσύνην εἰς τήν χριστιανικήν διαλεκτικήν τοῦ Σταυροῦ, τήν ἀκαταμάχητον. Διά τοῦτο ἦτο ἄγνωστος εἰς αὐτόν ἡ ἀσύνετος δειλία, γνωστή δ’ ὅμως ἡ μετά συνέσεως θυσιαστική αὐταπάρνησις, «ἡ ἐνίοτε ἀθέατος εἰς τούς πολλούς, ἀλλ’ἐνεργός ὑπέρ τῶν πολλῶν» (Ὁμιλία κατά τήν χειροτονίαν τοῦ Τράλλεων Γερμανοῦ (νῦν Τρανουπόλεως) εἰς τόν Ἱ. Ναόν Παναγίας Σταυροδρομίου, 14 Ἰανουαρίου 1973, Χαλκηδόνια, σελ. 96). 
Ἀκολουθῶν τήν ἀρχαίαν συμβουλήν, διῆγε «σιγῶν ὅπου δεῖ καί λέγων τά καίρια» (Αἰσχύλος), ὡς καί προσωπικῶς διεκήρυττεν: «...ἡ σιωπή εἶναι συμπάρεδρος κάθε μεγάλης ἀξίας τῆς ζωῆς. Ἡ σιωπή τῆς ἁγιότητος, ἡ σιωπή τῆς σοφίας, ἡ σιωπή τῆς γενναιότητος, ἡ σιωπή τῆς καρτερίας, ἡ σιωπή τῆς ἀγάπης καί ἡ σιωπή τῆς θυσίας... ἡ σιωπή φρουρεῖ τήν θύραν τοῦ Ἁγίου, τήν ἀγρυπνίαν τοῦ σοφοῦ, τήν ἀπόφασιν τοῦ ἀληθινοῦ μάρτυρος...εἶναι ἡ σιωπή τῆς αἰωνιότητος» (Χαλκηδόνια, σελ.452) 
Ὁ λόγος του, προφορικός καί γραπτός, καίτοι πεποικιλμένος συνήθως δι’εἰκόνων, παραστάσεων, συμβόλων, παραβολῶν, ἦτο λιτός καί ἀδρός, πυκνός πλήν σαφής, παραινετικός, ἀλλά καί κατηγορηματικός, εὔστροφος ἀλλ’ ἄνευ περιστροφῶν, πατρικός καί διδακτικός, λόγος παρρησίας καί συγχρόνως παρακλήσεως, συνετῆς αὐθεντίας καί διαλλακτικῆς συναινέσεως, -ποτέ ἀπόλυτος κατά τό «κυνικόν» τῶν ἀδαῶν «ἀποφασίζομεν καί διατάσσομεν»-, λόγος ἀγαπητικῆς καί εἰρηνευτικῆς ἀναστροφῆς, δηλαδή λόγος εὐαγγελικός φαναριωτικῆς ἐκφορᾶς.

Εἶχεν ἀποδεχθῆ ἐνδομύχως καί ἐβίωνεν ἐμπειρικῶς, ὅτι διά τόν χριστιανόν καί μάλιστα διά τόν Φαναριώτην κληρικόν «δέν ὑπάρχουν λαμπηδών καί ἀγαλλίασις Ἀναστάσεως χωρίς Θαβώρ καί χωρίς Γολγοθᾶν» (Προσφώνησις κατά τήν χειροτονίαν τοῦ Μελιτηνῆς Ἰωακείμ (νῦν Μητροπολίτου Νικομηδείας), Πατριαρχικός Ναός, 23 Σεπτεμβρίου 1973, Χαλκηδόνια, σελ. 105). Βιώσας τοῦτο ἐντόνως ἐν γνώσει καί ἐπιγνώσει τῆς διαχρονικῆς πορείας τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, καί μάλιστα πορείας ἐξόχως μαρτυρικῆς ἐπί τῶν ἰδίων αὐτοῦ ἡμερῶν, ἐγνώριζε καλῶς ὅτι ἡ ἰδιότης τοῦ κληρικοῦ καί δή τοῦ Φαναριώτου Ἐπισκόπου, καί μάλιστα τοῦ συμβούλου τοῦ Πατριάρχου, ὡς ἦτο ὁ τιμώμενος, ὁ σοφός, διορατικός καί μετά συνέσεως ρηξικέλευθος παραστάτης καί σύμβουλος τοῦ ἀλήστου μνήμης Πατριάρχου τῆς σεμνότητος καί τῆς ἀγάπης Δημητρίου καί ἐν μέρει καί τοῦ προκατόχου αὐτοῦ, τοῦ παρά τούς ἐνδοιασμούς τῆς περιόδου τῆς Πατριαρχικῆς του ἐκλογῆς ἀναδείξαντος αὐτόν εἰς τήν συνέχειαν διά τό ἅγιον συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, ἀποτελεῖ ὅλως ἰδιάζον προνόμιον ὑψηλόφρονος ἀντιλήψεως καί εὐγενείας, δηλαδή προνόμιον ἰδιαζούσης ἀποστολῆς καί εὐθύνης. Διότι, συνήθως τά «λάθη» τά «φορτώνονται» οἱ σύμβουλοι καί ποτέ οἱ ἔχοντες τόν πρῶτον λόγον τῆς εὐθύνης, μένοντες πάντοτε, ἐκ προπατορικῆς καταβολῆς, εἰς τό λεγόμενον «ἀπυρόβλητον», διό καί συνήθως ἀδικοῦνται καί καταδιώκονται οἱ σύμβουλοι, ὡς ἐβίωσεν ἐμπειρικά καί ὁ ἴδιος ὁ Χαλκηδόνος Μελίτων εἰς πολλάς περιπτώσεις τῆς μακρᾶς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας του, ὡς εἶναι εἰς θέσιν νά γνωρίζῃ ὁ ὁμιλῶν. Καί ὁ μακαριστός ἔλεγε ὅτι «τό δάκρυον τῶν συκοφαντουμένων» (Ἐκκλ. 4,1) ἐπιστρέφει ἐπί τόν συκοφάντην. Ὁ Μελίτων Χατζῆς ἐγεύθη τό ποτήριον τῆς «συκοφαντίας»...., πικρόν πλήν ἀνίσχυρον νά μετριάσῃ τήν μέχρις ἐσχάτης πνοῆς ἀφοσίωσίν του εἰς τόν Θρόνον καί τήν τοῦ Χριστοῦ ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν, διό καί ἔγραφεν ὁ ἴδιος τό 1977 εἰς τόν Ἀμερικῆς Ἰάκωβον «...ἡ συκοφαντία εἶναι ἡ δύναμις τῶν δειλῶν καί ἡ ἐκδίκησις τῶν ἀνάνδρων» (Γράμμα πρός τόν Ἀμερικῆς Ἰάκωβον, 5 Δεκεμβρίου 1977). 
 Ἐπιτραπήτω δέ εἰς τήν ἐλαχιστότητά μου νά ἀναφέρῃ, ἐν τῷ σημείῳ τούτῳ, ὅτι ὁ πολιός ποιμήν τῶν Χαλκηδονίων Μελίτων ἐγνώριζε τόν ἐκ τῆς ἰδιότητος καί προνομίας ταύτης τοῦ «συμβούλου» «θανατηφόρον πειρασμόν τοῦ ναρκισσισμοῦ», ὡς ἔγραφεν ὁ ἴδιος. Ἐγνώριζεν ἀκόμη ὅτι «κάθε ἐξουσία εἶναι εὔθραυστος, ἀλλά καλύπτεται μέ χρυσόν, δι’αὐτό εἶναι γυμνή ἡ ἔνδεια...», διό καί δέν ἔπαυε νά ἐξαίρῃ «τό μέλαν τριβώνιον, ἐκ τῆς βιώσεως τοῦ ὁποίου μόνον κυοφορεῖται ἡ πνευματική ἀναστάσιμος λαμπρότης καί ἐκφαίνονται ἡ δόξα καί ἡ βασιλεία τοῦ Κυρίου» ἡμῶν ( Χαλκηδόνια, ἔνθ. ἀν. σελ. 463 καί 105). 
Ἡ πορεία τοῦ Χαλκηδόνος Μελίτωνος, ὡς ἐκκλησιαστικῆς, διορθοδόξου καί διαχριστιανικῆς, καί παγκοσμίου ἐμβελείας προσωπικότητος, ὑπῆρξε μία συνεχής δ ι α κ ο ν ί α καί ὁ ἴδιος δ ι ά κ ο ν ο ς. Γνωρίζω βιωματικά, ὅτι ἐκεῖνος ὑπηγόρευε εἰς ἡμᾶς τούς νεωτέρους ἐκθέσεις Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν, Πατριαρχικά Γράμματα, Πατριαρχικάς ἐγκυκλίους, Πατριαρχικούς λόγους, ἁπλῶς ἐπιστολάς καί κείμενα καί κατήρχετο καί μέχρι τῆς τελευταίας λεπτομερείας τῆς διακονίας. Τό προσωπικόν ἀρχεῖον τοῦ ὁμιλοῦντος γέμει κειμένων ὑπαγορευθέντων ὑπό τοῦ τιμωμένου Ἱεράρχου, πολλάκις ἀπό πρωϊας μέχρι τῶν μεταμεσονυκτίων ὡρῶν. Τήν διακονίαν τήν ἐδίδασκεν ἔργοις καί λόγοις, θεωρίᾳ καί πράξει, καί προέτρεπε τούς ἐπιγενομένους: «νά μείνῃς διάκονος εἰς ὅλην σου τήν ζωήν...διάκονος τοῦ Κυρίου καί τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι τό μεγαλύτερον ἀξίωμα καί τό μεγαλύτερον προνόμιον» (Ὁμιλία κατά τήν εἰς διάκονον χειροτονίαν τοῦ Δημητρίου Κομματᾶ (νῦν Μητροπολίτου Σεβαστείας) ἐν τῷ Ἱ. Ναῷ Ἁγίας Εὐφημίας Χαλκηδόνος, 14 Ἰουλίου 1974, Χαλκηδόνια, σελ. 112). 
Ἡ διακονία τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος, τόσον ἐν τῇ Πατριαρχικῇ Αὐλῇ, ὅσον καί ἐν ταῖς λαχούσαις αὐτῷ Ἐπαρχίαις Ἴμβρου καί Τενέδου, Ἡλιουπόλεως καί Θείρων καί Χαλκηδόνος, ἡ συνοδική συνοδοιπορία, αἱ ἀποστολαί καί ἀναστροφαί ὑψηλῆς πατριαρχικῆς, διορθοδόξου, οἰκουμενικῆς, ἐνίοτε καί πολιτικῆς εὐθύνης, φέρουν γνωρίσματα μοναδικότητος, εὐθυκρισίας, σώφρονος τόλμης, ἀνοχῆς, ἀνεξικακίας, ἀλλά καί ἐπιβλητικῆς ἀποτελεσματικότητος, ἀκριβέστερον εἰπεῖν, γνωρίσματα ἡγετικοῦ χειρισμοῦ κρίσεων καί εὐκαιριῶν, διακρίσεως τῶν πνευμάτων, εὐκρινοῦς ἀναγνώσεως τῶν σημείων τῶν καιρῶν: «ἀκούετωσαν ταῦτα οἱ ἀνίδεοι, οἱ ἀρνούμενοι τήν σπουδαιότητα τῆς ἱστορίας καί τῆς συνεχείας αὐτῆς, διά τήν σύγχρονον ζωήν καί τό χρέος μας νά συνεχίσωμεν» (Χαληδόνια, ἔνθ. ἄν. σελ. 111). Ἐν ἄλλοις λόγοις, ἔφερε «στίγματα» καί «γνωρίσματα» πλουσίων δωρεῶν καί χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 
Ὑπῆρξε συντελεστής καί ὑπηρέτης μεγάλων, ἱστορικῶν ἀληθῶς, διά τήν Ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως γεγονότων, ἰδίως ἐπί τῆς περιόδου τῶν Πατριαρχῶν Ἀθηναγόρου καί Δημητρίου. Γεγονότων πρωτοφανῶν καί συγκλονιστικῶν διά σύμπασαν τήν Ὀρθοδοξίαν καί τήν ὅλην τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν. Ἐγνώριζε τό δυσχερές τοῦ ἐν γένει οἰκουμενικοῦ ἐγχειρήματος, ἰδιαιτέρως δέ ἐκεῖνο τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων. Ἐγνώριζε ὅμως καί τήν δυναμικήν τῶν ἁρμάτων, διά τῶν ὁποίων συνίστα νά πορευθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι πρός τόν κοινόν ἀγῶνα τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν ὄψει τῶν μεγάλων προκλήσεων τῶν καιρῶν μας. Νά πορευθοῦν ἐν ὁμοψυχίᾳ, ὁμονοίᾳ καί κοινῇ εύθύνῃ πρός τήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον, διά τήν ὁποίαν ὁ ἴδιος μεγάλως ἐκοπίασεν. Ἄς μοῦ ἐπιτραπῇ ἡ ἀναφορά εἰς τήν ἀλησμόνητον ἑσπέραν τῆς συνεργασίας του ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ ἐν Χαλκηδόνι τόν Νοέμβριον τοῦ 1977 μέ τόν τότε Μητροπολίτην Λένιγκραντ ἀείμνηστον Νικόδημον, κατά τήν ὁποίαν μετά σκληράς καί τοῦτ’αὐτό δραματικάς ἑκατέρωθεν ἐν συνέσει συνομιλίας ἔταμον οἱ δύο νέας ὁδούς κοινῆς συνεργασίας καί συμπορεύσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας. Καί μέ τήν πανορθόδοξον αὐτήν συνεργασίαν καί ἑνότητα, ἡ ὁποία ἀπετέλει τότε ἀποκλειστικόν ἐπίτευγμα τοῦ Χαλκηδόνος Μελίτωνος, ἐπορεύθησαν οἱ Ὀρθόδοξοι πρός τόν κοινόν ἀγῶνα, πέραν τῶν πολλῶν ἄλλων, καί ὑπέρ τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνότητος τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν, ὅταν καί ὅπως Ἐκεῖνος ἤθελεν εὐδοκήσει: Τά πανίσχυρα αὐτά «ὅπλα» τοῦ Μελίτωνος ὀνομάζονται ἀγάπη, σύνεσις, ταπεινοφροσύνη, ὑπομονή, ἀναγνώρισις τῆς ἀξίας τοῦ ἑτέρου καί μή παράβλεψις αὐτῆς, ἀντιθέτως «ἐκμετάλλευσις», ἄς ἐπιτραπῇ ἡ ἔκφρασις, τῆς ἀξίας καί τῶν προσόντων τῶν ἑτέρων, τῶν ἑτέρων οἱ ὁποῖοι φαινομενικῶς, ἄν μή καί ἐσωτερικῶς, διέκειντο οὐχί φίλα πρός αὐτόν. Τά «ὅπλα» αὐτά, ἄν συνδυασθοῦν μέ τήν ἁγίαν Φαναριωτικήν κληρονομίαν μας πίστεως καί παραδόσεως, παρουσιάζουν ἀνάγλυφον, φρονῶ, τήν προσωπικότητά του. Ὁ Μελίτων ἠγωνίσθη καί ἔπεισε. Προσωπικά μορφάς ὡς τοῦ Χαλκηδόνος Μελίτωνος, ὅσον ἀφορᾷ εἰς τόν χειρισμόν ὑποθέσεων καί εἰς τήν χρῆσιν τοῦ ἕλληνος λόγου καί τῆς γραφίδος, πολυταλάντους καί ἐχούσας λόγον ἐπί παντός τοῦ ἐπιστητοῦ, ἐκ μέν τῆς «χαρτίνης» ἱστορίας τῶν κωδίκων τοῦ Πατριαρχείου ἀναφέρω τούς Πατριάρχας Φώτιον τόν Β΄ καί Μάξιμον τόν Ε΄, ἐκ δέ τῶν νεωτέρων τούς Ἀρχιεπισκόπους Ἀμερικῆς Ἰάκωβον καί Αὐστραλίας Στυλιανόν, τόν Μητροπολίτην Σάρδεων Μάξιμον καί ἑτέρους τινάς λίαν ἐλαχίστους,Ἱεράρχας, σύγχρονον Ἁγιορειτικήν πνευματικήν μορφήν, κληρικούς καί λαϊκόν, εὐαρίθμους ἐπαναλαμβάνω, -οἱ ὁποῖοι διέκριναν τήν ταπεινότητά μου- καί τούς ὁποίους διέκρινα ἐν σεβασμῷ, ἀγάπῃ καί τιμῇ, μέ τούς ὁποίους συνειργάσθην κατά τήν 40ετῆ ἐκκλησιαστικήν καί πνευματικήν μου διακονίαν καί τῶν ὁποίων τό ἦθος, τό πνεῦμα καί τήν ὅλην βιοτήν καί τά προσόντα καλῶς γνωρίζω, τιμῶ καί ἀναγνωρίζω ἐν εὐλαβείᾳ καί εὐγνωμοσύνῃ. 
Διό καί οὐδείς φρονῶ, ὅτι θά διανοηθῇ ποτέ καί θά τολμήσῃ νά συγγράψῃ τήν ἐκκλησιαστικήν ἱστορίαν τῆς ἐποχῆς τοῦ Χαλκηδόνος Μελίτωνος, τῆς ἑκατονταετίας πού πέρασε, ὑποβαθμίζων ἤ καί ἀντιπαρερχόμενος τό σεπτόν πρόσωπον καί τήν μεγίστην αὐτοῦ προσφοράν. 
Τό ἔργον καί ἡ διακονία τοῦ Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος Χατζῆ ἀσφαλῶς καί δέν περιγράφεται εἰς τά πλαίσια μιᾶς ὁμιλίας. Χρειάζεται ὁλόκληρος πραγματεία, ἄν ὄχι πραγματεῖαι πολλαί καί ποικίλαι. Τά ὅσα ἐβίωσεν ὁ ὁμιλῶν ἐμπειρικά κατά τό σύντομον σχετικά διάστημα τῆς παρ’ αὐτῷ δεκαετοῦς διακονίας του, ἀλλά καί κατά τά δίσεκτα 5,5 χρόνια τοῦ πειρασμοῦ τῆς ἀσθενείας του, ἄν εὐδοκήσῃ ὁ Κύριος τοῦ ἐλέους καί τῶν οἰκτιρμῶν καί πάσης παρακλήσεως, διά τῆς Χάριτός Του, θά περιγραφοῦν καί θά καταγραφοῦν μελλοντικῶς βάσει τῶν τηρηθέντων ἡμερολογιακῶν καταγραφῶν ὑπό τοῦ ὁμιλοῦντος, ἀλλά καί τῶν ἐμπιστευθέντων αὐτῷ ὑπό τοῦ Γέροντος εὐαισθήτων καί ἀπορρήτων ἐν πολλοῖς προσωπικῶν ἀρχειακῶν ἐγγράφων. 
Ἀλλά ἐλέχθησαν ἀρκετά ὑπό τῆς ἐλαχιστότητός μου. Γι’αὐτό καί ἀφοῦ μοῦ ἐπιτραπῇ ἀπόψε μιά εὐχαριστία καρδιακή πρός τήν ἱεράν μορφήν τοῦ Γέροντος, ἐπιθυμῶν εἰς ἐκεῖνον πλέον νά δώσω τόν λόγον. Νά μᾶς μιλήσῃ ἐκεῖνος ζωντανά, εὔγλωττα, ἀληθινά, θεόπνευστα, εὐαγγελικά, καρδιακά καί νά μᾶς δώσῃ τό μήνυμα. Νά μᾶς μιλήσῃ ἀπό τό «ἐν εἰρήνῃ» τοῦ τάφου του, ὅπου ἀναπαύεται τό γεηρόν του σκῆνος στόν Ἅγιο Ἰγνάτιο τῆς Χαλκηδόνος, «ἐν σιγῇ» ἀπόψε, ἀλλά καί ἀπό τά κείμενά του καί τίς προσωπικές τοῦ ὁμιλοῦντος σημειώσεις, καί νά μᾶς ἐπισημάνῃ ὁ ἴδιος τά ἰδιαιτέρως ἐπίκαιρα κατά τήν σημερινή ἐποχή! Νά μᾶς ὁμιλήσῃ, ἤτοι, «σιγῶν καί λέγων τά καίρια»:
Ὁ Γέροντας μᾶς «φέρνει σήμερα ὅλον αὐτόν τόν κόσμο τῶν ἀναμνήσεων γιά νά τόν ἁγιάσῃ....Κι’ὅλο τό Νησί (ὅλοι μας οἱ παρόντες καί οἱ ἀπόντες σήμερα) λειτουργημένοι, ἀπ’τά βουνά, τίς λαγκαδιές καί τούς κάμπους» ἐλθόντες ἐπί τήν ἡλίου δύσιν, τοῦ ἐπαναλαμβάνουμε τήν δική του εὐχή μαζί μέ τίς μαννάδες τότε τῆς Ἴμβρου προς τά ξενητευόμενα παιδιά τους: «Ὥρα σας καλή»! «Ὥρα σου καλή, Γέροντα, πλησίον τοῦ Κυρίου σου»! Ἀναπαύου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι ἐκοπίασες καί ἠγάπησες πολύ. 
Τόν ἀκούω καί τώρα στίς κατ’ ἰδίαν συνεργασίες νά λέγῃ θωπευτικά σέ στιγμές ἀτελειῶν καί λαθῶν μου προσωπικά: «παιδί μου, ἕνας πατέρας καλύπτει, ποτέ δέν ἀποκαλύπτει». Καί ἀκόμη τόν θεωρῶ, ὅταν μᾶς ἔβλεπε στενοχωρημένους καί κλαμμένους ἀπό πάντοτε δικαίας καί ἐπικοδομητικάς παρατηρήσεις του νά παίρνῃ τήν καρδιά μας μέ τό χαρακτηριστικό καί ἀληθινό: «ἔ, ἡμεῖς οἱ μεγάλοι λέμε καί ἕνα λόγο παραπάνω». 
Μέ τά μάτια τῆς καρδιᾶς μου εἶναι σάν νά τόν ἀκούω καί τώρα στόν Ἱερό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ρόδου νά ἀπευθύνεται τήν 1η Νοεμβρίου 1964 πρός τό ἐκπροσωποῦν τήν Ἑνιαία Ὀρθοδοξία σῶμα: «...Δέν εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἁπλῶς ἕνα γεγονός τῆς ἱστορίας, δέν εἶναι ἁπλῶς καί μόνον ἕνας θεσμός θεοΐδρυτος μέν, ἀλλά στατικός...δέν εἶναι ἕνας νεκρός κανών πίστεως καί βίου. Εἶναι πλέον τούτων. Εἶναι τό δυναμικόν τῆς ἱστορίας. Εἶναι ζωή. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ζωή....»
Τόν φαντάζομαι στόν Μητροπολιτικό Ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Παναγίας Ἴμβρου τήν 31ην Δεκεμβρίου 1950, μέ τό ἀναμμένο κερί στό Χέρι νά λαμβάνῃ τά ἠνία τῆς ποιμαντορίας: «...λύω τόν ἰμάντα τῶν ὑποδημάτων μου καί ἐν φόβῳ Θεοῦ δρασκελίζω τό ἐνδότερον τοῦ καταπετάσματος, ὅπου ἡ φλεγομένη καί μή καιομένη βάτος, καί μέ τό λέντιον εἰς τήν μέσην εἰσέρχομαι εἰς τό ἄχραντον μυστήριον τῆς ἁγίας διακονίας τῶν ψυχῶν σας...ἔρχομαι πρός τήν κάθε ψυχήν, τήν μοναδικήν, τήν ἀναντικατάστατον, διότι διά τόν καθένα ἰδιαιτέρως ὑπάρχει ἕνα μήνυμα τοῦ Θεοῦ, ὅτι μᾶς ἠγάπησε, μᾶς ἀγαπᾷ καί μᾶς ἠγάπησε τόσον, ὥστε τόν μονογενῆ Υἱόν Αὐτοῦ ἔδωκε «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ἔχει ζωήν αἰώνιον»...εἰς τό σημεῖον τοῦτο εὑρίσκεται τό κέντρον, ὅλη ἡ οὐσία, ὅλο τό βάρος καί ἡ σπουδαιότης τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας...» 
Τόν βλέπω νοερά ἰδιαιτέρως ἀπόψε, ὅπως ἐκεῖνο τό ἀπόγευμα τῆς 30ῆς Ὀκτωβρίου 1966, εἰς τόν Ἱερόν τοῦτον Καθεδρικόν Ναόν τῆς Παναγίας Τριάδος τῆς Χαλκηδόνος νἀ ἐξομολογῆται: «...οἱ ὀλίγοι ἐκράτησαν τήν ὑπερτάτην ὥραν τοῦ Χρέους. Πολλάκις οἱ ἀδύνατοι καί οἱ μόνοι, ὡς ἀγνοούμενοι, κατέβαλον τό βαρύ τίμημα τῶν σφαλμάτων, τῶν φιλοδοξιῶν καί τῶν εὐθυνῶν ὑπολογισμῶν καί ἐξάλλων λόγων καί ἔργων ἄλλων, ἐστερημένων τῆς πλήρους θεωρίας τοῦ ὅλου δράματος...ὀλίγοι ἐβάστασαν σταυρούς ὑπέρ τῶν πολλῶν, καί ὅτι εἷς ἐσταυρώθη ὑπέρ πάντων, ὁ ἐπί πάντων Χριστός, ὁ Ἀναστάς ἀπό τῶν νεκρῶν.....». 
Τόν παρακολουθῶ νά προτρέπῃ νέον πρεσβύτερον τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, τήν Ὑμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα, «καθισταμένην» τήν 19ην Ὀκτωβρίου 1969 «οἰκονόμον τῆς Θείας Εὐχαριστίας καί τῶν ἄλλων μυστηρίων τοῦ Θεοῦ», εἰς τό Ναϊδριον τῆς Ἁγίας Τριάδος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης: «.... Ἔρχεσαι νά λάβῃς τήν χάριν. Αὐτή εἶναι τό κύριον. Αὐτή εἶναι ἡ ἀποφασίζουσα εἰς τό τέλος. Ἀλλά διά νά γίνῃ αὐτό, πρέπει νά κενωθῇς, διά νά δοθῇ τόπος εἰς τήν Χάριν. Ἡ ἁμαρτία καί ἡ κακία εἶναι πολύμορφος, ἀλλά ἡ ρίζα τῆς ἁμαρτίας καί τῆς κακίας εἶναι τό «ἐγώ» ἡμῶν, ἡ φιλαυτία, ἡ ἰδιοτέλεια, ἡ ὑπερηφανία, καί δή ἡ πνευματική ὑπερηφανία. Φυλάξου ἀπό τούτων. Κενώθητι. Ταπεινώθητι. Καί κυρίως δός θέσιν τῇ Θείᾳ Χάριτι...». 
Τόν θωρῶ στήν Ἁγία Εὐφημία τῆς Χαλκηδόνος τήν 14ην Ἰουλίου 1974 νά ἀποφαίνεται καί νά προβλέπῃ ὅτι «ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», διά τήν προπαρασκευήν τῆς ὁποίας, ὡς ἐλέχθη, εἰς τόσους κόπους καί θυσίας ὑπεβλήθη, «θά ἔχῃ νά διατυπώσῃ εἰς γλῶσσαν σύγχρονον καί εἰς ὅρους καί κανόνας κατανοητούς εἰς τόν σύγχρονον νοῦν, τό Δόγμα τῆς Χαλκηδόνος» καί πατρικῶς νά προτρέπῃ χειροτονούμενον εἰς Διάκονον νέον τότε «ἱερολοχίτην» τῆς Ἐκκλησίας (τόν νῦν Μητροπολίτην Σεβαστείας Δημήτριον): «...ἔσο μύστης τοῦ Θεανδρικοῦ Μυστηρίου, λάτρευε τόν Κύριόν σου, ὁ Ὁποῖος εἶναι καί ἄνθρωπος, καί προσπάθησε νά θεωθῇς καί νά θεώσῃς τούς ἄλλους, διά νά συναντήσῃς ἐν τῷ Θεανδρικῷ Μυστηρίῳ τόν Κύριόν σου.Αὐτός εἴη πάντοτε μετά σοῦ». 
Τόν βλέπω νοερά στήν μεγάλη Αἴθουσα τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τήν 15ην Μαρτίου 1984, ὀλίγον πρό τῆς ἀσθενείας του, κατά τό «κύκνειον ἆσμά» του, νά ἀναφέρεται εἰς τόν Ὅρον τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος καί νά δογματίζῃ μέ τούς θεφόρους Πατέρας της, βιῶν τό θαῦμα τῆς πολιούχου Χαλκηδόνος Ἁγίας Εὐφημίας: «... ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἔχει δίκαιον: ὁ ρασιοναλιστικός Θεός πλείστου τῆς μετα-Καρτεσιανῆς φιλοσοφίας εἶναι πράγματι νεκρός. Ἀλλ’ ὁ Ὅρος τῆς Χαλκηδόνος, καθώς δίδει θέσιν εἰς τήν ἀποφατικήν διάστασιν, ἀναφέρεται καί φέρει ὄχι εἰς τόν Θεόν τῶν φιλοσόφων, ἀλλ’ εἰς τόν ζῶντα Θεόν, τόν γνωστόν ὑπό τῶν Ἁγίων διά τῆς ἀμέσου ἐμπειρίας. Ὄχι εἰς τόν Θεόν πού εἶναι μία διανοητική ὑπόθεσις, ἀλλ’ εἰς τόν Θεόν πού ὡμίλησε πρός τόν Μωϋσῆν ἀπό τήν φλεγομένην βάτον, λέγων «Ἐγώ εἰμί ὁ ὤν» (Ἐξοδ. 3,14), τόν Θεόν πού συνάπτει μέ τόν ἄνθρωπον τόν προσωπικόν διάλογον «τοῦ Ἐγώ καί τοῦ Σύ». «Αὐτός ὁ Θεός τῆς ζώσης πίστεως, περί τοῦ ὁποίου μαρτυρεῖ ἡ Χαλκηδόνιος πίστις, παραμένει πάντοτε σύγχρονος: Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» ( Ὁ Ὅρος Πίστεως τῆς Χαλκηδόνος, Χαλκηδόνια, σσ.212-213).

Τόν ἀκροῶμαι καί αὐτή τήν στιγμή ἐκστατικός περιγράφοντα τήν 30ήν Νοεμβρίου 1970 εἰς τόν Πατριαρχικόν Ναόν τοῦ Φαναρίου καί βιωματικά ἀποφαινόμενο: «Αὐτό τό Φανάριον...εἶναι μία ἔννοια. Συμβολίζει τήν ἱκανότητα τῆς ζωῆς νά ὑπερβαίνῃ τόν χαλασμόν, τήν δυνατότητα τῆς ἐπιβιώσεως ἐν τῇ συνυπάρξει. Τό Φανάριον εἶναι ἡ τέχνη τοῦ νά ἐξάγῃ τις ἐκ τῶν χειρίστων δεδομένων τό ἄριστον δυνατόν. Τό Φανάριον εἶναι φορεύς ὑψίστων ἀξιῶν. Εἶναι ὑπομονή. Εἶναι σιωπή. Εἶναι εὐγένεια. Ἡ εὐγένεια τῶν παλαιῶν...Φύλαξ τοῦ θησαυροῦ τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως καί τῆς ἱερᾶς παραδόσεως τῆς Ἀνατολῆς, ἐπενδεδυμένης τάς ἄλλας παραδόσεις τοῦ Γένους, ὅμως φύλαξ ἐνεργός καί δυναμικός....Τό Φανάριον εἶναι μία σχολή...» Τόν βλέπω τόν Γέροντα εἰς τόν Πατριαρχικό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τήν 11ην Μαρτίου 1973 νά ἀποφαίνεται: «....αἱ μαρτυρίαι πληρώνονται ἀκριβά. Τοῦ Στεφάνου ἐπληρώθη μέ λιθοβολισμόν. Ἔτσι εἶναι πάντοτε εἰς τά στενά τῶν συνόρων μεταξύ ἀνθρώπων καί ἰδεῶν, ἀνθρώπων καί Θεοῦ, ὅπου φυλάσσουν φύλακες καί διάκονοι καί μάρτυρες....Καί τό τελευταῖο στεφάνι τοῦ Στεφάνου εἶναι ὁ «ἀκραῖος λόγος» πρός τούς λιθοβολοῦντας «Κύριε, μή στήσῃς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην». Καί ἔμελλεν ὁ Πρωτομάρτυς καί Ἀρχιδάκονος Στέφανος, τήν 18ην ἀπογευματινήν, τῆς 27ης Δεκεμβρίου τοῦ 1989, ἡμέρα τῆς μνήμης του, νά τόν «στεφανώσῃ», παρόντων τῶν τότε Μητροπολίτου Μελιτηνῆς Ἰωακείμ καί τοῦ ὁμιλοῦντος, ἐνῷ μᾶς ἔσφιγγε τό χέρι, πλησίον τοῦ Κυρίου του, τόν Ὁποῖον διά τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας Του διηκόνησε τόσον πιστά καί ἀφωσιωμένα διά βίου.
Παναγιώτατε, 
«Ἐάν ἴδῃς συνετόν ὄρθριζε πρός αὐτόν» (Σοφ. Σειρ. 6,36). Καί ἡ ἰδική μας γενεά, ἡμεῖς τά παιδιά του, εἴδαμε καί βιώσαμε ἀληθῶς «συνετόν», τόν Γέροντα, καί ὠρθρίσαμε καί ὀρθρίζουμε καί ἀπόψε καί πάντοτε πρός αὐτόν, τό φωτεινό παράδειγμά του, τήν ἱερά προφητική μορφή του, προτρέπουσαν καί ἀπόψε, 24 Σεπτεμβρίου 2013, στήν Ἁγία Τριάδα Χαλκηδόνος, ὅπως τήν ἑσπέρα τῆς 14ης Ἀπριλίου 1967 στόν Ἅγιο Μηνᾶ Ἡρακλείου Κρήτης, μέ τήν φωνήν του «σιγῶσαν καί λέγουσαν τά καίρια»: «Ἐν μέσῳ τοιαύτης συγχύσεως πραγμάτων ἄς ἀντιστῶμεν εἰς τόν πειρασμόν τοῦ εὐκόλου λόγου καί ἄς εἰσέλθωμεν εἰς τόν χῶρον τῆς σιωπῆς, διά νά ἀκούσωμεν τήν φωνήν τοῦ Θεοῦ, τήν φωνήν τῆς συνειδήσεώς μας, τήν φωνήν τῆς ἱστορίας, τῶν παθημάτων μας καί τῶν σφαλμάτων τοῦ παρελθόντος καί νά ἀκροασθῶμεν τά βήματα τῶν ἐπερχομένων...». 
Γέροντα, 
Τώρα, λοιπόν, πού ὅλα τελείωσαν, καί ἐλύθη γιά σένα «ἡ παροῦσα πανήγυρις», σοῦ μιλῶ, κατακλείοντας, μέ τούς στίχους ἑνός ποιητοῦ, πού κι’αὐτός, σάν καί σένα, ὁμιλεῖ ἀλληγορικά καί πού μέ ἐλάχιστα λόγια λέγει τά μέγιστα καί τά οὐσιώδη: 
«Σήκω σῶμα μου, ἀδύναμο μου σῶμα, 
Ἀγωνιστήκαμε ἀρκετά..... 
Σήκω ἀδύναμο μου σῶμα 
χλωμό, παγωμένο σάν χιόνι 
λευκό σάν κρεββατιοῦ σεντόνι καί φύγε... 
Μή βιαστείς νά ζεσταθῇς ξανά. 
Μεῖνε παγωμένο. 
Πιές ὅλο τό πικρό ποτῆρι 
ἀνάπνευσε τόν ψυχρό θάνατο 
ὅπου νἆναι φθάνει ὁ Χριστός 
καί ἡ ὥρα τῆς ἀνάστασης τοῦ αἵματος καί τῆς πνοῆς μας». 
Αἰωνία σου ἡ μνήμη ἀλησμόνητε καί ἀνεπανάληπτε Γέροντα! Καλή ἀντάμωσι ἔνθα οὐκ ἐστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλά ζωή ἀτελεύτητος» ἐν τῷ φωτί Κυρίου, ἤ ἐν τῷ πυρί τῆς κρίσεως, κατά τά ἔργα τοῦ καθενός μας. Ἀμήν.

1 σχόλιο:

  1. Αρχιμ. Ιωακείμ Οικονομίκος. Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι. Μ. Κίτρους. Κατερίνη.3 Νοεμβρίου 2013 στις 5:45 μ.μ.

    Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος Μελίτων, θα αποτελεί για τους οικούντας εν τη Πόλει, αλλά και για όλη την Ορθοδοξία, μία λαμπρή και εξαιρετική μορφή. Μία μορφή πού έλαμψε τον 20ο αιώνα στα εκκλησιαστικά πράγματα. Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Γέρων Χαλκηδόνος Μελίτων, ήταν ο άνθρωπος πού συνέβαλε τα μέγιστα στο άνοιγμα της Εκκλησίας πρός τον έξω κόσμο. Ήταν ο άνθρωπος που κατάφερε να προβάλλει το πνεύμα της Ορθοδοξίας στους άλλους χριστιανούς. Ήταν ο άνθρωπος και ο Μητροπολίτης πού έζησε κοντά σε μεγάλους Πατριάρχες όπως ο Μάξιμος ο Ε', ο Αθηναγόρας ο Α' ο Ειρηνοποιός και ο Δημήτριος ο Α'. Ήταν ο Μητροπολίτης που με τις γνώσεις του, την εμπειρία του, αλλά και την φαναριώτικη μαθητεία του, αντιμετώπισε πολλά και δύσκολα προβλήματα τόσο για την Μεγάλη Εκκλησία, όσο και για την ίδια την Ρωμηοσύνη της Πόλης. Ήταν ο Μητροπολίτης, πού ευτύχισε να δεί πνευματικά του παιδιά να υπηρετούν το Άγιο Θυσιαστήριο της Εκκλησίας μας, και μάλιστα να αξιωθεί να τα δεί και στο υψηλό αξίωμα του Αρχιερέως. Νικομηδείας Ιωακείμ, Φιλαδελφείας Μελίτωνα. Από εκεί όμως πού βρίσκεται από την μακαριότητα της Βασιλείας του Θεού, βλέπει, χαίρετε και ευλογεί και τον Πατριάρχη μας κύριο Βαρθολομαίο, ένα ακόμα πνευματικό του παιδί, από την ευλογημένη γή της Ίμβρου, όταν ο αείμνηστος υπηρετούσε και διακονούσε ως Μητροπολίτης Ίμβρου και ο νεαρός τότε Δημήτριος Αρχοντώνης άνοιγε τα φτερά του για τις σπουδές του στην Χάλκη, και στην συνέχεια να λάβει τον πρώτο βαθμό της Ιεροσύνης από τα χέρια του Γέροντός του Μελίτωνος. Ο Θεός, ας αναπαύει την ψυχή του αειμνήστου Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts with Thumbnails