Η κ. Ιωάννα, ψάλτρια στην Αγία Παρασκευή Μπουγιούκντερε της Μητροπόλεως Δέρκων |
Δρ Αντώνιος Χατζόπουλος
Άρχων Ιερομνήμων της Μ.τ.Χ.Ε.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε αύξηση των γυναικείων βυζαντινών χορών, οι οποίοι αποδίδουν με τον καλύτερο τρόπο τα βυζαντινά μέλη. Είναι φυσικό να μην αρέσει σε κάποιους να βλέπουν διευθύνουσες και μέλη χορωδιών γυναίκες, αλλά ούτε και να ακούν μονωδίες ψαλτριών, εν τούτοις πιστεύω ότι ήγγικεν η ώρα να λάβει και η άδουσα γυναίκα την θέση που της αξίζει τόσο στα ψαλτήρια των Ναών, αλλά και στην ψαλτική τέχνη, κάτι που ήδη γίνεται σε άλλες ορθόδοξες Εκκλησίες. Ο παραγκωνισμός της γυναικείας ψαλτικής παρουσίας ας λάβει πλέον τέλος και ας θυμόμαστε την αρχαία Εκκλησία, όπου ανέπεμπε ύμνους και δεήσεις όλο το εκκλησίασμα δίχως διακρίσεις, αλλά και την αρχαία εκκλησιαστική πράξη και τάξη, όπου υπήρχαν γυναίκες ψάλτριες και άδουσες.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια είχαμε μόνο άνδρες επιτρόπους, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία του εκκλησιάσματος είναι γυναίκες, είχαμε μόνο άνδρες νεωκόρους, τώρα όμως έχουμε και γυναίκες που επιτροπεύουν και άλλες που βοηθούν στην τέλεση των Ακολουθιών. Καιρός τώρα να συμβεί το ίδιο και με την ψαλτική τέχνη.
Κάνοντας μία σύντομη ιστορική αναδρομή στην εκκλησιαστική πράξη της Κωνσταντινουπόλεως των τελευταίων εκατό ετών παρατηρούμε ότι η συμμετοχή γυναικών στο ψάλλειν ήταν ανέκαθεν περιορισμένη, αλλά όχι ανύπαρκτη: ο χορός των γυναικών του Συλλόγου Ορφέα του Φαναρίου, αναφέρει το «τμήμα γυναικών» και η Ζωή Κοτσίδα ήταν διδάσκουσα την βυζαντινή μουσική για ένα χρόνο στη Μουσική Σχολή του Εκκλ. Μουσικού Συλλόγου. Είναι η μοναδική γυναίκα, που αναφέρεται ως διδάσκουσα το έτος 1919 στο τμήμα της Σχολής αυτής στο Σταυροδρόμι του Πέρα. Στους μουσικούς Συλλόγους της Πόλης του 20ού αιώνα δεν αναφέρεται δράση άλλων γυναικείων μελών, αλλά στις αρχές του αιώνα υπήρχε συμμετοχή των γυναικών στα ψαλλόμενα. Μία από τις γραφικές συμμετοχές της γυναίκας ήταν η συμμετοχή των μαθητριών και γενικά των κοριτσιών στις περιφορές του Επιταφίου στην Πόλη. Αυτό θεωρήθηκε καινοτομία και νεωτεριστική κίνηση από μερίδα των ιεροψαλτών, αλλά και από τη Μεγάλη Πρωτοσυγκελλία, η οποία είχε στείλει και Εγκύκλιο το έτος 1913, κατά της συμμετοχής των κοριτσιών σε εκκλησιαστικές τελετές και Ακολουθίες. Με την εγκύκλιο είχε αποδοκιμαστεί, αλλά όχι απαγορευτεί, η συμμετοχή [Το πλήρες κείμενο της Εγκυκλίου: «Ανωτέρα σεπτή κελεύσει προαγόμεθα δηλώσαι υμίν ότι αυστηρώς και απολύτως αποδοκιμάζεται η ενιαχού παρατηρουμένη τάσις προς συμμετοχήν και κορασίων ή μαθητριών εις τον επιτάφιον Θρήνον, ψαλλόμενον εις τον όρθρον του Μεγάλου Σαββάτου», Ανωνύμου, Η Μουσική ανά τον Ελληνισμόν, Μουσική (1913), Κωνσταντινούπολη, σελ.125], όπως επίσης και η περιφορά του Επιταφίου εν ευρυτάτω κύκλω, [Ανωνύμου, Εκκλησιαστικά χρονικά, Ε.Α.37 (1913), σελ.108»], μάλλον για να μη υπάρχει χρόνος για τους ψαλμούς των κοριτσιών. Η εγκύκλιος αυτή προσέκρουσε στην οξεία αντίδραση των μουσικών κύκλων της Πόλης, που στράφηκαν και εναντίον του Πατριάρχη [Φιλίστορος, Αι Γυναίκες εν τοις Εκκλησιαστικοίς χοροίς, Μουσική, 1913, Κωνσταντινούπολη, σελ. 161-162, όπου αναφέρεται «και ο Γέρων Πατριάρχης έχει δίκαιον να απαγορεύη εις τας ελληνίδας να ψάλωσι τον Επιτάφιον. Η θέσις των είναι οπίσω από τα καφάσια. Εις τα καφάσια λοιπόν ελληνίδες μου! Εκεί είναι η θέσις σας. ¨Οσον για το μέλλον ...έχει ο Θεός»]. Όμως το πνεύμα της συμμετοχής των κοριτσιών και των γυναικών στις εκκλησιαστικές χορωδίες είχε προετοιμαστεί από τη μακροχρόνια διδασκαλία της μουσικής στα Σχολεία και η παράδοση της συμμετοχής των γυναικών στις Ακολουθίες συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα χρόνια. Το ρεύμα της συμμετοχής δεν υποχώρησε με την εγκύκλιο αυτή και το ίδιο έτος, πολυμελής χορός κοριτσιών και αγοριών ψάλλει στο Δομούζντερε της Μητροπόλεως Δέρκων κατά τη Θ. Λειτουργία προκαλώντας άριστες εντυπώσεις.
Κάνοντας μία σύντομη ιστορική αναδρομή στην εκκλησιαστική πράξη της Κωνσταντινουπόλεως των τελευταίων εκατό ετών παρατηρούμε ότι η συμμετοχή γυναικών στο ψάλλειν ήταν ανέκαθεν περιορισμένη, αλλά όχι ανύπαρκτη: ο χορός των γυναικών του Συλλόγου Ορφέα του Φαναρίου, αναφέρει το «τμήμα γυναικών» και η Ζωή Κοτσίδα ήταν διδάσκουσα την βυζαντινή μουσική για ένα χρόνο στη Μουσική Σχολή του Εκκλ. Μουσικού Συλλόγου. Είναι η μοναδική γυναίκα, που αναφέρεται ως διδάσκουσα το έτος 1919 στο τμήμα της Σχολής αυτής στο Σταυροδρόμι του Πέρα. Στους μουσικούς Συλλόγους της Πόλης του 20ού αιώνα δεν αναφέρεται δράση άλλων γυναικείων μελών, αλλά στις αρχές του αιώνα υπήρχε συμμετοχή των γυναικών στα ψαλλόμενα. Μία από τις γραφικές συμμετοχές της γυναίκας ήταν η συμμετοχή των μαθητριών και γενικά των κοριτσιών στις περιφορές του Επιταφίου στην Πόλη. Αυτό θεωρήθηκε καινοτομία και νεωτεριστική κίνηση από μερίδα των ιεροψαλτών, αλλά και από τη Μεγάλη Πρωτοσυγκελλία, η οποία είχε στείλει και Εγκύκλιο το έτος 1913, κατά της συμμετοχής των κοριτσιών σε εκκλησιαστικές τελετές και Ακολουθίες. Με την εγκύκλιο είχε αποδοκιμαστεί, αλλά όχι απαγορευτεί, η συμμετοχή [Το πλήρες κείμενο της Εγκυκλίου: «Ανωτέρα σεπτή κελεύσει προαγόμεθα δηλώσαι υμίν ότι αυστηρώς και απολύτως αποδοκιμάζεται η ενιαχού παρατηρουμένη τάσις προς συμμετοχήν και κορασίων ή μαθητριών εις τον επιτάφιον Θρήνον, ψαλλόμενον εις τον όρθρον του Μεγάλου Σαββάτου», Ανωνύμου, Η Μουσική ανά τον Ελληνισμόν, Μουσική (1913), Κωνσταντινούπολη, σελ.125], όπως επίσης και η περιφορά του Επιταφίου εν ευρυτάτω κύκλω, [Ανωνύμου, Εκκλησιαστικά χρονικά, Ε.Α.37 (1913), σελ.108»], μάλλον για να μη υπάρχει χρόνος για τους ψαλμούς των κοριτσιών. Η εγκύκλιος αυτή προσέκρουσε στην οξεία αντίδραση των μουσικών κύκλων της Πόλης, που στράφηκαν και εναντίον του Πατριάρχη [Φιλίστορος, Αι Γυναίκες εν τοις Εκκλησιαστικοίς χοροίς, Μουσική, 1913, Κωνσταντινούπολη, σελ. 161-162, όπου αναφέρεται «και ο Γέρων Πατριάρχης έχει δίκαιον να απαγορεύη εις τας ελληνίδας να ψάλωσι τον Επιτάφιον. Η θέσις των είναι οπίσω από τα καφάσια. Εις τα καφάσια λοιπόν ελληνίδες μου! Εκεί είναι η θέσις σας. ¨Οσον για το μέλλον ...έχει ο Θεός»]. Όμως το πνεύμα της συμμετοχής των κοριτσιών και των γυναικών στις εκκλησιαστικές χορωδίες είχε προετοιμαστεί από τη μακροχρόνια διδασκαλία της μουσικής στα Σχολεία και η παράδοση της συμμετοχής των γυναικών στις Ακολουθίες συνεχίστηκε και κατά τα επόμενα χρόνια. Το ρεύμα της συμμετοχής δεν υποχώρησε με την εγκύκλιο αυτή και το ίδιο έτος, πολυμελής χορός κοριτσιών και αγοριών ψάλλει στο Δομούζντερε της Μητροπόλεως Δέρκων κατά τη Θ. Λειτουργία προκαλώντας άριστες εντυπώσεις.
Το 1952, αλλά και το 1963 ταράσσει τα νερά πάνω στο ίδιο θέμα ο μουσικός Μητροπολίτης του Πατριαρχείου, Λαοδικείας Μάξιμος, ο οποίος γράφει ότι είναι απαραίτητη η συμμετοχή της γυναικείας φωνής στις ιερές μελωδίες. [Μαξίμου, Μητροπολίτου Λαοδικείας, Περί της Εκκλησιαστικής Μουσικής,Ισταμπούλ, 1952. και Η εκκλησιαστική μουσική, Αθήναι, 1963]
Στον Μάξιμο ασκεί κριτική ανώνυμος αρθρογράφος, αλλά και μουσικός Αρχιερέας του Θρόνου, [Φιλοθέου, Μητροπολίτου Προικοννήσου, Η Συμμετοχή της γυναικείας φωνής εν τω Ιερώ Ψαλτωδήματι, Ισταμπούλ, 1953]. Υπήρξαν βέβαια και θετικές αντιδράσεις στον τύπο της εποχής από τον ιεροψάλτη Αντώνιο Σύρκα και από τον καθηγητή Βασ. Αντωνιάδη. Η συζήτηση για το θέμα συνεχίστηκε μέχρι το 1965. Η θέση αυτή του Μητροπολίτη περί συμμετοχής της γυναικείας φωνής στην ψαλμωδία πιστεύω ότι είναι σημαντική, καθότι έχει και επιστημονικά ερευνηθεί η δεσπόζουσα θέση της γυναίκας και ειδικά της γυναίκας-αγίας μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία . Ο Μητροπολίτης Μάξιμος διακρίθηκε συν τοις άλλοις και για το εξαιρετικό επιστημονικό του ενδιαφέρον για την εκκλησιαστική μουσική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου